Ο πρώην πρόεδρος της Βραζιλίας κρίθηκε ένοχος για διαφθορά στην υπόθεση Petrobras
Ένοχο για παθητική διαφθορά και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα έκρινε σήμερα η δικαιοσύνη της Βραζιλίας τον πρώην πρόεδρο της χώρας, Λούλα ντα Σίλβα.
O 72χρονος Λούλα - ένας από τους πιο δημοφιλής προέδρους στην ιστορία της Βραζιλίας - καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης εννιάμιση ετών.
Ο ντα Σίλβα έχει κατηγορηθεί πριν από ένα χρόνο ως εμπλεκόμενος στο πλαίσιο μιας έρευνας η οποία συνδέεται με το σκάνδαλο της δημόσιας επιχείρησης πετρελαίου Petrobras.
Ωστόσο, σύμφωνα με το Bloomberg, ο δικαστής δεν διέταξε την άμεση σύλληψή του.
Ο Λούλα, πρόεδρος της χώρας από το 2003 ως το 2010, παραμένει προσωρινά ελεύθερος και μπορεί να ασκήσει έφεση στην απόφαση αυτή, σύμφωνα με την ετυμηγορία την οποία υπογράφει ο δικαστής Σέρζιου Μόρο και περιήλθε στην κατοχή του Γαλλικού Πρακτορείου.
Αν η καταδίκη επικυρωθεί στην έφεση, ο Λούλα θα οδηγηθεί στη φυλακή και δεν θα μπορεί να θέσει υποψηφιότητα στις προεδρικές εκλογές του 2018, στις οποίες είχε πολύ μεγάλες πιθανότητες να εκλεγεί με βάση τις δημοσκοπήσεις.
Η έρευνα «Επιχείρηση Πλύσιμο Αυτοκινήτου» ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2014 σε πρατήρια βενζίνης και αποκάλυψε ένα τεράστιο σκάνδαλο διαφθοράς στο εσωτερικό της Petrobras, στο οποίο εμπλέκεται ο Γκουίντο Μαντέγα, πρώην υπουργός Οικονομικών της Βραζιλίας επί προεδρίας Λούλα ντα Σίλβα και η Ντίλμα Ρούσεφ.
Ο Λούλα κατηγορείται ότι είχε δωροδοκηθεί με αγαθά αξίας που ξεπερνούν τα 3,7 εκατομμύρια χεάις (1,06 εκατ. ευρώ), συμπεριλαμβανομένου ενός διαμερίσματος σε ένα παραθαλάσσιο θέρετρο που του δόθηκε από την OAS, μια εταιρεία ακινήτων που εμπλέκεται στο πολυπλόκαμο σκάνδαλο της Πετρομπράς.
Ο πρώην πρόεδρος, σε βάρος του οποίου εκκρεμούν άλλες τέσσερις δικαστικές διαδικασίες, διαψεύδει όλες τις κατηγορίες, τονίζει ότι δεν υπάρχουν ατράνταχτα αποδεικτικά στοιχεία κι έχει καταγγείλει επανειλημμένα ότι είναι θύμα μιας δίωξης με πολιτικές σκοπιμότητες.