Το 48% των Βρετανών ψηφοφόρων που τάχθηκε κατά της αποχώρησης της χώρας τους από την Ευρωπαϊκή Ένωση στο δημοψήφισμα του Ιουνίου του 2016 δυσκολεύεται να επιλέξει ποιον υποψήφιο θα ψηφίσει στις εκλογές της 8ης Ιουνίου.
Στους δρόμους του Σίτι ο Τομ Γκλόβερ έχει καταλήξει: «Δεν έχω ψηφίσει ποτέ στη ζωή μου τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες, όμως αυτή τη φορά θα το κάνω», δήλωσε ο 45χρονος μηχανικός ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Τον έχει προσελκύσει η δέσμευση του κόμματος του Τιμ Φάρον να διοργανώσει νέο δημοψήφισμα μετά το τέλος των διαπραγματεύσεων για το Brexit, ώστε οι Βρετανοί να μπορέσουν να επιλέξουν είτε να δεχθούν τη συμφωνία αποχώρησης είτε να παραμείνουν στην ΕΕ.
«Ο ηγέτης τους σίγουρα δεν είναι ο πιο χαρισματικός, όμως η ιδέα ότι θα κάνουν ό,τι είναι δυνατό για να παραμείνουμε στην Ευρώπη μου αρκεί για να τους δώσω την ψήφο μου», τονίζει ο Γκλόβερ.
Λίγοι όμως στη Βρετανία συμμερίζονται την άποψή του. Παρά την αναπάντεχη και ξεκάθαρη στήριξη του Economist προς τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες, το ποσοστό τους παραμένει γύρω στο 7% της πρόθεσης ψήφου, πολύ πίσω από αυτό των Συντηρητικών (42%) και των Εργατικών (39%), σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της YouGov που πραγματοποιήθηκε στις 30 και 31 Μαΐου.
Υποστηρικτής εδώ και χρόνια των Lib-dem ο Μπέντζαμιν 31 ετών δεν θα τους ψηφίσει. Το να στηρίξει αυτό το κεντρώο κόμμα δεν έχει νόημα για τον Μπέντζαμιν, διότι «δεν θα κερδίσουν».
Ωστόσο ανησυχεί πολύ για το Brexit, μεταξύ άλλων και επειδή η σύτνροφός του κατάγεται από άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
«Το πιο σημαντικό είναι να εμποδίσουμε την Τερέζα Μέι να αναλάβει τις διαπραγματεύσεις. Δεν κάνει το καλύτερο για τη χώρα», εκτίμησε ο Μπέντζαμιν. «Πιστεύω ότι θα ήταν προτιμότερο να έχουμε μια κυβέρνηση με τους Εργατικούς».
Σύμφωνα με το YouGov, οι Εργατικοί έχουν προσελκύσει το μεγαλύτερο μέρος των Remainers με 53% εξ αυτών να προτιμούν το κόμμα του Τζέρεμι Κόρμπιν, αν και δεν είχε υποστηρίξει ιδιαίτερα ένθερμα την παραμονή της χώρας στην ΕΕ στη διάρκεια της εκστρατείας για το δημοψήφισμα.
Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε ανακοινώσει ότι «σέβεται το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος» και δεσμεύθηκε για μια έξοδο από την ΕΕ έπειτα από διαπραγμάτευση, αλλά και για τη συνέχιση μιας «στενής σχέσης» με τις 27 χώρες του μπλοκ.
Τη θέση αυτή συμμερίζονται οι Remainers: Το 48% εξ αυτών εκτιμά ότι η κυβέρνηση «έχει καθήκον να προχωρήσει» το Brexit.
«Οι πολίτες ψήφισαν. Αν αμφισβητήσουμε το δημοψήφισμα, θα πρέπει να αμφισβητήσουμε όλες τις εκλογές», εκτιμά η Νατάσα, η οποία εργάζεται στο τμήμα προσωπικού μιας εταιρείας, το 60% των εργαζομένων της οποίας είναι αλλοδαποί.
Η ίδια παραδέχεται ότι δεν ξέρει ποιον θα ψηφίσει, δηλώνοντας ότι «δεν την εκπροσωπεί» κανένα από τα κόμματα.
Σε αυτούς τους αναποφάσιστους ψηφοφόρους απευθύνεται ο συνασπισμός Best for Britain που ίδρυσε η 52χρονη Τζίνα Μίλερ, η οποία επιθυμεί να θέσει το Brexit στο επίκεντρο της προεκλογικής συζήτησης.
Τον Απρίλιο, μία ημέρα μετά την προκήρυξη πρόωρων εκλογών, ξεκίνησε μια εκστρατεία χρηματοδότησης με στόχο την προώθηση της ευρωπαϊκής ιδέας.
Μέσω της πλατφόρμας που δημιούργησε συγκέντρωσε 400.000 λίρες (457.000 ευρώ), χρήματα που έδωσε σε περίπου 30 ανεξάρτητους υποψήφιους, αλλά και σε υποψήφιους των Εργατικών, των Lib-dem και των Πράσινων. Όλοι έχουν ένα κοινό: «δεν θα ικανοποιηθούν από το σκληρό Brexit» που προωθεί η Μέι, τόνισε η Μίλερ.
«Ένας προοδευτικός συνασπισμός ίσως να είναι η απάντηση στην κατάσταση, όμως δεν έχουμε χρόνο να τον δημιουργήσουμε», εκτίμησε η ίδια.
Σύμφωνα με τη Μίλερ, η καλύτερη λύση είναι μια «ψήφος τακτικής»: να επιλέξει κανείς τον υποψήφιο βάσει της άποψής του για το Brexit και όχι βάσει του κόμματός του.