Απελπισία στον κόσμο μετά την επίθεση των Ισραηλινών σε θέσεις της Χεζμπολάχ
Δέκα χρόνια αφότου έφυγε από το σπίτι του στην εμπόλεμη Συρία αναζητώντας καταφύγιο στον γειτονικό Λίβανο, ο Άχμαντ Μουστάφα ζει και πάλι τον εφιάλτη της εξορίας – αυτήν τη φορά κάνει την αντίστροφή πορεία, για να γλιτώσει από τις ισραηλινές βόμβες.
«Πηγαίνουμε από τον έναν πόλεμο στον άλλο» συνόψισε, εμφανώς κουρασμένος, ο 46χρονος άνδρας, αφού πέρασε με τη σύζυγο και τα τρία παιδιά τους τα σύνορα με τη Συρία, στην περιοχή του Κουσέιρ.
Ο Άχμαντ Μουστάφα δεν έχει ξεχάσει την ημέρα που έφυγε από τη γενέτειρά του, τη Ράκα, στη βορειοανατολική Συρία, μια πόλη που το 2013 έπεσε στα χέρια των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους. «Φύγαμε μόνο με τα ρούχα που φορούσαμε», είπε. «Και τώρα συμβαίνει το ίδιο στον Λίβανο, αναγκαστήκαμε να φύγουμε ενώ έπεφταν βόμβες, για να σώσουμε τη ζωή μας». Η οικογένειες διέμενε στην κοινότητα Ουαζάνι, κοντά στα σύνορα με το Ισραήλ.
«Ξαναρχίζουμε από το μηδέν, για άλλη μια φορά» είπε, αφού επιβιβάστηκε σε ένα λεωφορείο που είχε νοικιάσει ένας επιχειρηματίας στη Ράκα.
Ο Μουστάφα ελπίζει ότι η οικογένεια θα μπορέσει να μείνει σε συγγενείς της στην πόλη την οποία εγκατέλειψαν πριν από μια δεκαετία.
Ο Λίβανος υποδέχτηκε εκατοντάδες χιλιάδες Σύρους πρόσφυγες – δύο εκατομμύρια, σύμφωνα με τις αρχές, 770.000 σύμφωνα με τον ΟΗΕ– μετά το ξέσπασμα του εμφυλίου το 2011.
Οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που καταπνίγηκαν από το καθεστώς του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ μετατράπηκαν σε έναν εμφύλιο στον οποίο ενεπλάκησαν στη συνέχεια τζιχαντιστικές οργανώσεις και περιφερειακές και διεθνείς δυνάμεις, με τη Ρωσία και το Ιράν να στηρίζουν το καθεστώς.
Δεκατρία χρόνια και εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς αργότερα, η χώρα είναι κατακερματισμένη και οι μάχες συνεχίζονται σε ορισμένες ζώνες.
Στον Λίβανο ο πόλεμος ξανάρχισε πριν από έναν χρόνο, όταν η Χεζμπολάχ άνοιξε στον νότο ένα μέτωπο «υποστήριξης» της παλαιστινιακής Χαμάς, μετά την επίθεση της τελευταίας στο ισραηλινό έδαφος, στις 7 Οκτωβρίου 2023. Αφού ξεκίνησαν οι μαζικοί βομβαρδισμοί του Ισραήλ στα προπύργια της Χεζμπολάχ στον νότιο και ανατολικό Λίβανο και στα προάστια της Βηρυτού, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι εκτοπίστηκαν. Περίπου 310.000, κυρίως Σύροι, πέρασαν τα σύνορα με τη Συρία μετά τις 23 Σεπτεμβρίου.
Ο Τζααφάρ αλ Άλι, 53 ετών, είναι ένας από αυτούς τους Σύρους πρόσφυγες που επιστρέφουν. Έφυγε με την οικογένειά του από τη Ράκα το 2014, τη χρονιά που η πόλη αυτή ανακηρύχθηκε «πρωτεύουσα» του «χαλιφάτου» του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία και το Ιράκ. Το «χαλιφάτο» διαλύθηκε το 2019, αφού οι τζιχαντιστές εκδιώχθηκαν από τις δυνάμεις των Κούρδων της Συρίας που στηρίζονταν από έναν διεθνή συνασπισμό με επικεφαλής της ΗΠΑ. Ωστόσο, πυρήνες του ΙΚ παραμένουν ακόμη ενεργοί σε ορισμένες περιοχές.
«Είναι μια οδύνη χωρίς τέλος, από τη μια μετακίνηση στην άλλη», λέει ο Τζααφάρ αλ Άλι, ενώ περιμένει το λεωφορείο που θα τον μεταφέρει στην πόλη όπου γεννήθηκε. «Πηγαίνουμε στη Ράκα για να κοιμηθούμε στον δρόμο. Δεν έχω τίποτα πλέον εκεί. Ούτε οικογένεια, ούτε συγγενείς, ούτε σπίτι», είπε με πίκρα, τονίστηκε στο ΑΠΕ ΜΠΕ.
Ο Τζααφάρ κοιτάζει με θλίψη τον 13χρονο γιο του, τον Μουαγιάντ. «Το μόνο που γνώρισε είναι ο πόλεμος και ο εκτοπισμός. Δεν πήγε σχολείο, δεν ξέρει ούτε να διαβάζει, ούτε να γράφει», λέει.
Ο Μπασάρ Χαμάιντι, 25 ετών, πλήρωσε μια περιουσία για να φύγει από τη Ράκα το 2016. Τώρα, έφυγε από το Ουαζάνι, στον νότιο Λίβανο. «Είδαμε πτώματα στον δρόμο» που οδηγεί στα σύνορα με τη Συρία, υποστήριξε.
Πολλοί γείτονές του σε αυτό το χωριό του νοτίου Λιβάνου σκοτώθηκαν από τα ισραηλινά πλήγματα.
«Είχα την αίσθηση ότι ο θάνατος με παρακολουθούσε. Έστρεφα το κεφάλι για να δω αν μας ακολουθούσε, εμένε και την οικογένειά μου. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις κραυγές των παιδιών. Ήταν μια ημέρα τρόμου που θα την θυμάμαι σε όλη μου τη ζωή», κατέληξε.