Τι είπε για το ενδεχόμενο αλλαγής του νόμου που απαγορεύει τη μόνιμη αφαίρεση αντικειμένων από τη συλλογή του ιδρύματος
Το Βρετανικό Μουσείο θέλει να επικεντρωθεί στις διεθνείς συνεργασίες και στο «μοίρασμα» αντικειμένων, δήλωσε ο νέος διευθυντής του ιδρύματος, Νίκολας Κάλιναν, ο οποίος ρωτήθηκε επίσης για το θεωρητικό σενάριο συζήτησης περί αλλαγής του νόμου που απαγορεύει τη μόνιμη αφαίρεση αντικειμένων από τη συλλογή του Μουσείου.
Ο 46χρονος ιστορικός τέχνης που ανέλαβε καθήκοντα τον Μάρτιο κλήθηκε να μιλήσει σε συνέντευξη στο ραδιόφωνο του BBC την Πέμπτη, για το μέλλον του ιδρύματος του οποίου πλέον ηγείται και για το μέλλον των Γλυπτών του Παρθενώνα, όπως ανέφερε ο ανταποκριτής του ΣΚΑΪ στο Λονδίνο, Θανάσης Γκαβός. Αρχικά, σε ένα γενικό πλαίσιο περί Βρετανικού Μουσείου, ανέφερε: «Νομίζω ότι υπάρχει μια πραγματική επιλογή εδώ, να σκεφτούμε, πώς σε εθνικό και σε διεθνές επίπεδο μπορούμε να κάνουμε συνεργασίες, να μοιραστούμε αντικείμενα, γνώση, ειδίκευση, ιδέες και ακαδημαϊκό έργο. Θα μπορούσε να είναι πολύ συναρπαστικό».
Στο ερώτημα, αν όμως ο δανεισμός θα λειτουργούσε στην περίπτωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, καθώς θα ήταν πολύ δύσκολο για οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση να τα πάρει και μετά να τα επιστρέψει, απάντησε: «Ξέρω ότι αυτή είναι μια συζήτηση, που διαρκεί πολύ καιρό. Ελπίζω η συνεργασία, υπό κάποια μορφή, να είναι εφικτή και νομίζω ότι αυτό είναι κάτι, που οπωσδήποτε θα θέλαμε να προχωρήσουμε. Νομίζω, ότι είναι λίγο πρόωρο για μένα να μπω σε λεπτομέρειες, για το πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει. Αλλά είμαι αισιόδοξος».
Όταν ρωτήθηκε κατά πόσο η αλλαγή κυβέρνησης είναι μια ευκαιρία για γρήγορη επιστροφή των Γλυπτών, όπως υποστήριξε σε πρόσφατο άρθρο του ο Βρετανός πρώην υφυπουργός Εξωτερικών, Ντένις ΜακΣέιν, ο κ. Κάλιναν απάντησε μάλλον αρνητικά: «Νομίζω ότι ως προς το χρονοδιάγραμμα, θα πάρει όσο πάρει, νομίζω ότι δεν μπορείς να τα βιάσεις αυτά τα πράγματα. Δεν θα ήταν ένα επιχείρημα που θα με έπειθε πολύ».
Στη συνέχεια ρωτήθηκε, αν θα υποστήριζε μια αλλαγή του νόμου του 1963 που απαγορεύει τη μόνιμη αφαίρεση αντικειμένων από τη συλλογή του Βρετανικού Μουσείου, σε περίπτωση π.χ. που κάτι τέτοιο επεδίωκε η νέα υπουργός Πολιτισμού. Αρχικά απέφυγε να απαντήσει, κάνοντας λόγο για «θεωρητική συζήτηση» με «άγνωστες παραμέτρους». Στην ερώτηση όμως της δημοσιογράφου του BBC, αν θα ήταν ο ίδιος έτοιμος να συζητήσει κάτι τέτοιο, είπε: «Υπάρχει σίγουρα μια συζήτηση να γίνει (γύρω απ’ αυτό) και είναι κάτι προς εξερεύνηση».
Πάντως, στη συνέχεια της συζήτησης επανήλθε στο θέμα και τόνισε πως η αλλαγή του νόμου «είναι κάτι που αφορά το Κοινοβούλιο». Συμπλήρωσε πως «αυτό που μπορούμε να κάνουμε, είναι να συνεργαστούμε και να μοιραστούμε και νομίζω ότι αυτό είναι κάτι, στο οποίο επικεντρώνομαι πολύ». Ως όραμά του για το Μουσείο είπε, ότι θέλει να το κάνει να ζήσει στο παρόν και να βρει τρόπους να αλλάξουν με θετικό τρόπο κάποιες από τις πιο δύσκολες πτυχές γύρω από τη συζήτηση για το μουσείο, π.χ. πώς μπορεί να είναι «γενναιόδωρο» και να αναπτύσσει συνέργειες σε εθνικό και σε διεθνές επίπεδο. Χαρακτήρισε δε «πραγματική πειστική ιδέα» το να λειτουργεί το Βρετανικό Μουσείο ως μία «δανειστική βιβλιοθήκη» για τον κόσμο.
Ως προς τη μαζική κλοπή αντικειμένων από τις αποθήκες του Μουσείου, παραδέχθηκε ότι σοκαρίστηκε και ανησύχησε στο άκουσμα της είδησης, αν και τόνισε, ότι έχουν ανακτηθεί περίπου τα μισά κλοπιμαία και πως πλέον υπάρχουν αυξημένα μέτρα ασφαλείας.