Ο παλαίμαχος σταρ του NFL απέφυγε το 1995 την καταδίκη
Πέθανε ο Ο. Τζ. Σίμπσον, πρώην σταρ του αμερικανικού ποδοσφαίρου, ηθοποιός, που αθωώθηκε στη «δίκη του αιώνα», ανέφερε η οικογένειά του.
Ο Σίμπσον είχε κατηγορηθεί για τη δολοφονία της γυναίκας του και αθωώθηκε στο πολύκροτο δικαστήριο που έγινε, ενώ σχεδόν είχε... ομολογήσει το έγκλημα.
Ο πρώην σπουδαίος του NFL – ο οποίος δικάστηκε για τη διπλή δολοφονία της πρώην συζύγου του, Nicole Brown Simpson, και του φίλου της, Ron Goldman, τη δεκαετία του ’90, – πέθανε την Τετάρτη στο Λας Βέγκας. αυτό σύμφωνα με την οικογένειά του.
Ο παλαίμαχος σταρ του NFL απέφυγε το 1995 την καταδίκη για τη δολοφονία της πρώην συζύγου του, Νικόλ Μπράουν, και του φίλου της, Ρόναλντ Γκόλντμαν.
Ο θάνατός του «δεν είναι και μεγάλη απώλεια για τον κόσμο», λέει ο πατέρας θύματός του
Ο πρώην σταρ του αμερικανικού ποδοσφαίρου και μετέπειτα ηθοποιός και τηλεσχολιαστής Ο.Τζ. Σίμπσον, η δίκη του οποίου για μια διπλή δολοφονία, το 1995, συνάρπασε και δίχασε την Αμερική, πέθανε από καρκίνο σε ηλικία 76 ετών, ανακοίνωσε σήμερα η οικογένειά του.
«Στις 10 Απριλίου ο πατέρας μας, Όρενθαλ Τζέιμς Σίμπσον, υπέκυψε στη μάχη που έδινε με τον καρκίνο. Πέθανε περιτριγυρισμένος από τα παιδιά και τα εγγόνια του» ανέφερε στην πλατφόρμα Χ η οικογένεια ενός από τους πρώτους Αφροαμερικανούς σταρ των ΗΠΑ.
Από βεντέτα του NFL, σε σταρ του κινηματογράφου, ο Ο.Τζ. Σίμπσον κρίθηκε αθώος το 1995 για τη δολοφονία της πρώην συζύγου του, της Νικόλ Μπράουν και του φίλου της, Ρον Γκόλντμαν, στη «δίκη του αιώνα», όπως την αποκάλεσαν τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης. Μια δίκη με όλα τα φώτα της δημοσιότητας στραμμένα επάνω του και φορτισμένη λόγω του ρατσιστικού χαρακτήρα που πήρε η υπόθεση, τονίστηκε στο ΑΠΕ ΜΠΕ.
Η ακροαματική διαδικασία συνάρπασε τη χώρα και η αθωωτική απόφαση εξακολουθεί να προκαλεί διαμάχες, σχεδόν 30 χρόνια μετά.
«Δεν είναι μεγάλη απώλεια για τον κόσμο. Είναι μια νέα υπενθύμιση του θανάτου του Ρον», ήταν η πρώτη αντίδραση του πατέρα του Ρον Γκόλντμαν, του Φρεντ Γκόλντμαν, όταν του ζητήθηκε ένα σχόλιο από το τηλεοπτικό δίκτυο NBC News.
Ο Ο.Τζ. Σίμπσον αθωώθηκε στην ποινική δίκη, όμως στην αστική, το 1997, κρίθηκε υπεύθυνος για τον θάνατο της Μπράουν και του Γκόλντμαν και καταδικάστηκε να πληρώσει αποζημίωση άνω των 33 εκατομμυρίων δολαρίων στις οικογένειές τους – κάτι που δεν έγινε ποτέ.
Έμεινε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας μέχρι το 2007, όταν βρέθηκε ξανά μπλεγμένος σε δικαστική περιπέτεια μετά τη σύλληψή του στο Λας Βέγκας για ένοπλη ληστεία: υπό την απειλή όπλου έκλεψε αθλητικά αναμνηστικά από δύο εμπόρους σε ξενοδοχείο-καζίνο της πόλης. Για την υπόθεση αυτή κρίθηκε ένοχος την επόμενη χρονιά και καταδικάστηκε σε κάθειρξη 33 ετών με δικαίωμα αποφυλάκισης έπειτα από εννέα χρόνια. Το 2017 αφέθηκε ελεύθερος υπό περιοριστικούς όρους.
Τον Φεβρουάριο δήλωνε στον λογαριασμό του στο Χ ότι η υγεία του ήταν «καλή» μολονότι «προφανώς υπάρχουν κάποια προβλήματα». «Πιστεύω ότι σύντομα θα τα αφήσω πίσω μου και ελπίζω ότι θα επιστρέψω στο γήπεδο του γκολφ σε καμιά 15αριά μέρες», έλεγε τότε. Σε άλλο βίντεο που αναρτήθηκε στις αρχές Φεβρουαρίου διέψευδε ότι λάμβανε παρηγορητική φροντίδα για τον καρκίνο του. «Δεν ξέρω ποιος ξεκίνησε (αυτήν τη φήμη) αλλά φαντάζομαι ότι είναι όπως τα λέει ο Ντόναλντ (Τραμπ): δεν μπορείς να έχεις εμπιστοσύνη στα μέσα ενημέρωσης».
«Η καταδίωξη του αιώνα»
Στις 12 Ιουνίου 1994, αφού η Μπράουν και ο Γκόλντμαν βρέθηκαν νεκροί έξω από το διαμέρισμα της γυναίκας στο Μπρέντγουντ του Λος Άντζελες, ο Σίμπσον χαρακτηρίστηκε «πρόσωπο ενδιαφέροντος» για την αστυνομία. Πέντε ημέρες αργότερα, αφού παρέστη στην κηδεία της πρώην συζύγου του μαζί με τα δύο παιδιά τους, του ασκήθηκε δίωξη για δύο ανθρωποκτονίες. Ο Ο.Τζ. Σίμπσον εξαφανίστηκε προτού συλληφθεί, κάτω από τη μύτη των αστυνομικών.
Το θέαμα που θα ακολουθούσε στις 17 Ιουνίου 1994, σε ζωντανή μετάδοση χάρη στα ελικόπτερα που τον παρακολουθούσαν επί 45 λεπτά, συνάρπασε όλες τις ΗΠΑ: μια καταδίωξη, σε χαμηλή ταχύτητα, με δεκάδες περιπολικά να ακολουθούν το λευκό Ford Bronco στο οποίο επέβαινε ο Σίμπσον, με οδηγό τον φίλο και πρώην συμπαίκτη του στο NFL, τον Αλ Κάουλινγκς.
Σχεδόν 95 εκατομμύρια Αμερικανοί καρφώθηκαν μπροστά στις οθόνες τους για να δουν τις εξελίξεις – περισσότεροι και από όσους παρακολούθησαν τον τελικό του πρωταθλήματος, εκείνη τη χρονιά. Εκείνο το απόγευμα της Παρασκευής οι παραγγελίες πίτσας εκτοξεύτηκαν για δύο ώρες, μέχρι να επιστρέψει ο Σίμπσον στο σπίτι του και να παραδοθεί στους αστυνομικούς.
«Είχαμε μαζευτεί όλοι γύρω από την τηλεόραση, με κομμένη την ανάσα… Απλώς κοιτούσαμε, μας είχε συναρπάσει εντελώς», θυμήθηκε πριν από μερικά χρόνια η Κιμ Γκόλντμαν, η αδελφή του Ρον Γκόλντμαν, σε ένα podcast που ανέβασε. Πολλοί κάτοικοι του Λος Άντζελες ενθάρρυναν τον φυγάδα αλλά η Κιμ και ο πατέρας της ήθελαν «να συλληφθεί και να λογοδοτήσει για τις πράξεις του».
Ο Ο.Τζ. Σίμπσον, που ποτέ δεν παραδέχτηκε την ενοχή του, διέψευδε ότι επιχείρησε να διαφύγει εκείνη την ημέρα, υποστηρίζοντας ότι ήθελε απλώς να πάει στον τάφο της πρώην συζύγου του. Μέσα στο αυτοκίνητο οι αστυνομικοί βρήκαν μια τσάντα που περιείχε το διαβατήριό του, μετρητά και ένα ρεβόλβερ 357 Magnum. Όμως τα ευρήματα αυτά δεν παρουσιάστηκαν ποτέ ως αποδεικτικά στοιχεία στην υπόθεση, επειδή το όχημα δεν ανήκε στον ύποπτο και κανείς δεν μπορούσε να αποδείξει ποιος τα έβαλε εκεί.
Γιατί τόσο έντονο ενδιαφέρον; Σύμφωνα με τον Τζέφρι Άλμπερτ, καθηγητή εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας και ειδικό στις καταδιώξεις, το γεγονός ότι ο Ο.Τζ. Σίμπσον ήταν διάσημος απλώς διέγειρε την περιέργεια ενός κοινού που ήδη διψούσε για ριψοκίνδυνες καταστάσεις. «Περιμένουμε τη σύγκρουση. Κανείς δεν εύχεται τον θάνατο κανενός, όμως μας αρέσει να παρακολουθούμε μια κατάσταση που ξεφεύγει από τα συνηθισμένα», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο, παραλληλίζοντας αυτού του είδους τις καταδιώξεις με τους αγώνες αυτοκινήτων σε ανώμαλο έδαφος.
«Και τα μέσα ενημέρωσης στις ΗΠΑ γοητεύονται από αυτά τα πράγματα περισσότερο απ’ οπουδήποτε αλλού στον κόσμο», πρόσθεσε ο καθηγητής, λέγοντας ότι αυτές οι καταδιώξεις θυμίζουν το Φαρ Ουέστ «όπου κάποιος ληστεύει την τράπεζα και ο σερίφης πηδάει στο άλογό του για να τον κυνηγήσει».
Το Ford Bronco, ιδιοκτησίας του Αλ Κάουινγκς, του φίλου του Σίμπσον που το οδηγούσε εκείνη την ημέρα, εκτίθεται σήμερα σε μουσείο του Τενεσί που ειδικεύεται στην ιστορία του εγκλήματος στις ΗΠΑ. Στο Λος Άντζελες, μια εταιρεία εξετάζει το ενδεχόμενο να προσφέρει στους τουρίστες βόλτες με αυτοκίνητα, ακολουθώντας την ίδια διαδρομή με του Ο.Τζ. Σίμπσον.