Η ρωσική οικονομία προβλέπεται να αναπτυχθεί κατά 2,8% φέτος και κατά 2,3% το επόμενο έτος
Ο ολιγάρχης Όλεγκ Ντεριπάσκα δήλωσε πως η Ρωσία άντεξε τις δυτικές κυρώσεις, που της επιβλήθηκαν για την εισβολή της στην Ουκρανία και προειδοποίησε πως οι ελπίδες της Δύσης, ότι θα χρησιμοποιήσει ένα τέτοιο εργαλείο του 19ου αιώνα, για να θέσει τέλος στον πόλεμο ή να προκαλέσει αλλαγή καθεστώτος, είναι καταδικασμένες να αποτύχουν.
Ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν ετοιμάζει τη ρωσική οικονομία των 2,1 τρισ. δολαρίων για έναν μακρύ πόλεμο στην Ουκρανία και έχει κατ' επανάληψη προκαλέσει τη Δύση, λέγοντας ότι απέτυχε να πλήξει τη Ρωσία, η οποία προβλέπεται να αναπτυχθεί κατά 2,8% φέτος και κατά 2,3% το επόμενο έτος. Οι ελπίδες της Δύσης ότι θα προκαλούσε μια γρήγορη οικονομική κρίση στη Ρωσία, αποδείχθηκαν ότι ήταν λανθασμένες: Η δεύτερη μεγαλύτερη εξαγωγέας πετρελαίου στον κόσμο δεν έχει πρόβλημα να πουλάει το πετρέλαιό της στις παγκόσμιες αγορές, ενώ το εμπόριο βρίσκεται σε φάση άνθισης με την Κίνα και με ορισμένες άλλες χώρες.
«Εξεπλάγην που οι ιδιωτικές εταιρίες ήταν τόσο ευέλικτες. Ήμουν κατά το μάλλον ή ήττον σίγουρος, πως έως και το 30% της οικονομίας θα κατέρρεε, αλλά ήταν πολύ λιγότερο», δήλωσε ο 55χρονος μεγιστάνας στους Financial Times (FT). Ο Ντεριπάσκα δήλωσε πως ο αχανής πλούτος της Ρωσίας σε φυσικούς πόρους την έκανε πολύ ελκυστική για πολλούς -περιλαμβανομένης της Κίνας και άλλων χωρών-, ώστε να μην την εγκαταλείψουν ποτέ, και πως οι ελπίδες της Δύσης ότι θα χρησιμοποιήσει τις κυρώσεις για να αλλάξει τους ηγέτες της Ρωσίας είναι καταδικασμένες.
Αφότου ξεκίνησε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου 2022, ο ίδιος ο Ντεριπάσκα υπόκειται σε κυρώσεις από τη Βρετανία για τους δεσμούς που φέρεται να έχει με τον Πούτιν. Έχει ξεκινήσει νομική διαδικασία κατά των κυρώσεων. «Το να πιστεύουμε πως οι κυρώσεις θα σταματήσουν [τον πόλεμο] ή θα προκαλέσουν αλλαγή καθεστώτος ή θα μας φέρουν με κάποιον τρόπο πιο κοντά στο τέλος της σύγκρουσης.... Όχι. Χρειαζόμαστε μια άλλη λύση», δήλωσε στους FT.
Ο Ντεριπάσκα, που σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας, άρχισε να ασχολείται με το εμπόριο μετάλλων όταν κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση και έκανε περιουσία αγοράζοντας μερίδια σε εργοστάσια αλουμινίου. Ίδρυσε τη Rusal, η οποία συνένωσε τα πετράδια της σοβιετικής βιομηχανίας αλουμινίου σε μια εταιρία συμμετοχών, το 2000. Σύμφωνα με τη φετινή ρωσική εκδοχή του Forbes είναι ο 54ος πιο πλούσιος άνδρας στη Ρωσία με μια περιουσία αξίας 2,5 δισ. δολαρίων.
Ο Ντεριπάσκα εξακολουθεί να κατέχει ένα μέρος της Rusal μέσω του μεριδίου του στη μητρική εταιρία En+ Group. Είπε πως αμφιβάλλει αν οι κυρώσεις, τις οποίες χαρακτήρισε εργαλείο του 19ου αιώνα, θα δουλέψουν ως θαυματουργό όπλο σε έναν παγκόσμιο κόσμο. «Πάντοτε είχα τις αμφιβολίες μου για αυτό το Wunderwaffe, όπως έλεγαν οι Γερμανοί, των κυρώσεων που χρησιμοποιεί ως όπλο το χρηματοπιστωτικό σύστημα ως ένα είδος εργαλείου για διαπραγμάτευση», δήλωσε ο Ντεριπάσκα. «Ναι, υπάρχουν πολεμικές δαπάνες και όλες αυτές οι επιδοτήσεις και η κυβερνητική υποστήριξη αλλά ακόμα είναι μια ανέλπιστα χαμηλή επιβράδυνση... Η ιδιωτική οικονομία βρήκε τον τρόπο να λειτουργεί και να το κάνει επιτυχώς».
Οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν το 2018 κυρώσεις στον Ντεριπάσκα και άλλους Ρώσους που ασκούν επιρροή επειδή όπως είπαν επωφελούνταν από ένα ρωσικό κράτος εμπλεκόμενο σε «μοχθηρές δραστηριότητες» σε όλο τον κόσμο. Οι κυρώσεις, μια προσπάθεια να τιμωρηθεί η Μόσχα για φερόμενη ανάμιξη στις εκλογές στις ΗΠΑ το 2016, ήταν «αβάσιμες, γελοίες και παράλογες», είχε πει τότε ο Ντεριπάσκα.