Συνεχίζουν να επιχειρούν οκτώ πλοία του κινεζικού Πολεμικού Ναυτικού γύρω από τη νήσο
Τα στρατιωτικά γυμνάσια της Κίνας προκαλούν «αστάθεια» στην Ταϊβάν και στην περιφέρεια κι αποτελούν «ανεύθυνες» ενέργειες για οποιαδήποτε μεγάλη χώρα, κατήγγειλε σήμερα η πρόεδρος Τσάι Ινγκ-γουέν, μετά την ανακοίνωση του Πεκίνου πως ολοκληρώθηκαν τριήμερες ασκήσεις γύρω από τη νήσο.
Τα γυμνάσια άρχισαν το Σάββατο, μετά την επιστροφή της κυρίας Τσάι από την περιοδεία της στην κεντρική Αμερική, στο πλαίσιο της οποίας έκανε δυο «διελεύσεις» από τις ΗΠΑ, που συμπεριέλαβαν, τη δεύτερη φορά, συνάντησή της με τον πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, τον Ρεπουμπλικάνο Κέβιν Μακάρθι, στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνιας.
Το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν ανακοίνωσε ωστόσο πως συνεχίζουν να επιχειρούν οκτώ πλοία του κινεζικού Πολεμικού Ναυτικού γύρω από τη νήσο.
Η κυβέρνηση της Κίνας, η οποία είχε προειδοποιήσει αυτήν των ΗΠΑ να μην επιτρέψει στην κυρία Τσάι να κάνει επίσημη επίσκεψη, ούτε να συναντηθεί με τον κ. Μακάρθι, δεν έχει αποκηρύξει ποτέ τη χρήση βίας για την επανένωση της Ταϊβάν, που χαρακτηρίζει αποσκιρτήσασα επαρχία της, με την ηπειρωτική χώρα. Η κυβέρνηση της Ταϊβάν, η οποία ειδικά αφότου εξελέγη στην προεδρία η κυρία Τσάι απορρίπτει ολοένα πιο απερίφραστα τις κινεζικές θέσεις, κατήγγειλε σε υψηλούς τόνους τα γυμνάσια, που θεωρήθηκαν αντίποινα για τις επαφές της στις ΗΠΑ.
Μέσω Facebook, η κυρία Τσάι τόνισε πως «εκπροσωπώ τη χώρα μου στον κόσμο», ότι οι επισκέψεις στις ΗΠΑ δεν είναι τίποτε καινούργιο και ότι αυτό αναμένουν από την ίδια οι 23 εκατ. κάτοικοι της Ταϊβάν.
Ωστόσο «η Κίνα το χρησιμοποίησε αυτό για να προχωρήσει σε στρατιωτικά γυμνάσια, προκαλώντας αστάθεια στην Ταϊβάν και στην περιφέρεια. Αυτή δεν είναι υπεύθυνη συμπεριφορά από οποιαδήποτε μεγάλη χώρα στην περιφέρεια», στηλίτευσε.
Ο κινεζικός στρατός έκανε προσομοιώσεις πληγμάτων ακριβείας και αποκλεισμού της νήσου στα γυμνάσια, στα οποία συμμετείχαν δεκάδες μαχητικά και βομβαρδιστικά αεροσκάφη και πολεμικά πλοία, συμπεριλαμβανομένου αεροπλανοφόρου.
Το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν έκανε λόγο για 91 πτήσεις κινεζικών αεροσκαφών γύρω από το νησί χθες Δευτέρα, αριθμό που κατά το Central News Agency αποτέλεσε ρεκόρ, αν και το ίδιο το υπουργείο απέφυγε να το επιβεβαιώσει.
Η κυρία Τσάι διαβεβαίωσε πως ο στρατός και η ακτοφυλακή της Ταϊβάν αντέδρασαν ήρεμα και με επαγγελματισμό. «Ο στρατός και η ομάδα εθνικής ασφαλείας του έθνους μας παραμένουν στις θέσεις τους και θα υπερασπίζονται τη χώρα», επέμεινε.
Τα γυμνάσια προκάλεσαν ανησυχία και στην Ιαπωνία, νότια νησιά της οποίας βρίσκονται κοντά στην Ταϊβάν και θα μπορούσαν να κινδυνεύσουν εάν ξεσπούσε σύρραξη. Στην Οκινάουα βρίσκεται μεγάλη αμερικανική αεροπορική βάση και, όταν η Κίνα είχε προχωρήσει επίσης σε ευρείας κλίμακας γυμνάσια σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την επίσκεψη στην Ταϊπέι της προκατόχου του κ. Μακάρθι, της Δημοκρατικής Νάνσι Πελόσι, κινεζικοί πύραυλοι είχαν καταπέσει εντός της ιαπωνικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ).
Ο ιάπωνας υπουργός Άμυνας Γιασουκάζου Χαμάντα αναφέρθηκε κι αυτός σήμερα στα κινεζικά γυμνάσια, στα οποία είδε προσπάθεια «εκφοβισμού», καθώς προέβλεπαν κατάληψη του ελέγχου στον αέρα και στη θάλασσα γύρω από τη νήσο. Μέσω των γυμνασίων, είπε ο κ. Χαμάντα σε δημοσιογράφους, η Κίνα φάνηκε να διατρανώνει πως η συμπεριφορά της έναντι της Ταϊπέι γίνεται ολοένα πιο «ασυμβίβαστη».
Στην Ταϊβάν πάντως δεν υπήρξε καμιά ένδειξη πανικού ή διατάραξης της δραστηριότητας λόγω των ασκήσεων, ενώ οι πολιτικές πτήσεις στη νήσο, και στο Στενό της Ταϊβάν, δεν ανεστάλησαν.
Το κυβερνών κόμμα και η αντιπολίτευση της Ταϊβάν, κάνοντας σπάνια επίδειξη ενότητας, εξέδωσαν κοινή ανακοίνωση καταδικάζοντας τα γυμνάσια της Κίνας. «Ο λαός και η κυβέρνηση της Ταϊβάν έχουν δικαίωμα να διεξάγουν ομαλές ανταλλαγές με άλλες χώρες και να συνεισφέρουν στη διεθνή κοινότητα», κατά το κείμενο, ενώ «οι κινεζικές αρχές δεν έχουν δικαίωμα να παρεμποδίζουν» τις δραστηριότητες αυτές και «δεν μπορούν να αλλάξουν τη σθεναρή βούληση της Ταϊβάν να έχει επαφή με τον κόσμο».
Μόλις 13 χώρες αναγνωρίζουν την Ταϊβάν διεθνώς, ανάμεσά τους το Μπελίζ και η Γουατεμάλα, που επισκέφθηκε η κυρία Τσάι στην περιοδεία της, μετά την πρώτη «διέλευσή» της από τη Νέα Υόρκη.
Οι ΗΠΑ συνεχίζουν να εφαρμόζουν την πολιτική της λεγόμενης «στρατηγικής αμφισημίας» για το ζήτημα της Ταϊβάν. Η Ουάσιγκτον αναγνωρίζει επισήμως το Πεκίνο από το 1979 μεν, αλλά παραμένει η κυριότερη προστάτιδα δύναμη της Ταϊπέι και ο κυριότερος προμηθευτής της με όπλα.
Η υποστήριξη στη νήσο συγκαταλέγεται στα λιγοστά ζητήματα για τα οποία υπάρχει απόλυτη ταύτιση απόψεων ανάμεσα στα δυο κόμματα στο αμερικανικό Κογκρέσο. Επί προεδρίας Τσάι Ινγκ-γουέν, η σχέση της Ταϊβάν με τις ΗΠΑ ενισχύθηκε περισσότερο παρά ποτέ.