Η έρευνα αφορά κυρίως τους άνδρες, γιατί στις γυναίκες η κατάσταση είναι πιο ευμετάβλητη
Μπορεί να είναι ευρέως γνωστό ότι ο ύπνος είναι σημαντικός για τη σωματική και ψυχική υγεία, ωστόσο μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Βιολογίας «Current Biology» διαπιστώνει ότι ο καλός βραδινός ύπνος βοηθάει ακόμα και το ανοσοποιητικό μας σύστημα να ανταποκριθεί στον εμβολιασμό.
Μέσα από τη μετα-ανάλυση δεδομένων, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι τα άτομα που κοιμόντουσαν λιγότερο από έξι ώρες τη νύχτα παρήγαγαν σημαντικά λιγότερα αντισώματα από τα άτομα που κοιμόντουσαν επτά ώρες ή περισσότερο. Το έλλειμμα αυτό ισοδυναμούσε με δύο μήνες μείωσης των αντισωμάτων.
«Ο καλός ύπνος όχι μόνο ενισχύει, αλλά μπορεί επίσης να παρατείνει τη διάρκεια της προστασίας του εμβολίου», επισημαίνει η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και ομότιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, Εβ Βαν Κάουτερ.
Όταν ξέσπασε η πανδημία του κορονοϊού και ο μαζικός εμβολιασμός έγινε διεθνής προτεραιότητα, η Εβ Βαν Κάουτερ μαζί με την έτερη επικεφαλής συγγραφέα, Καρίν Σπίγκελ, από το Γαλλικό Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας και Ιατρικής, μελέτησαν τη βιβλιογραφία και ανέλυσαν εκ νέου τα αποτελέσματα επτά μελετών σχετικών με τα εμβόλια για ιογενείς λοιμώξεις (γρίπη και ηπατίτιδα Α και Β).
Το εύρημα, ωστόσο, διευκρινίζεται ότι αφορά στους άνδρες, καθώς η επίδραση της διάρκειας του ύπνου στην παραγωγή αντισωμάτων ήταν πολύ πιο μεταβλητή στις γυναίκες και αυτή η διαφορά πιθανότητα οφείλεται στα κυμαινόμενα επίπεδα ορμονών του φύλου στις γυναίκες, λένε οι συγγραφείς, σημειώνεται στο ΑΠΕ ΜΠΕ.
«Γνωρίζουμε από ανοσολογικές μελέτες ότι οι ορμόνες του φύλου επηρεάζουν το ανοσοποιητικό σύστημα. Στις γυναίκες, η ανοσία επηρεάζεται από την κατάσταση του εμμηνορροϊκού κύκλου, τη χρήση αντισυλληπτικών, την εμμηνόπαυση και τη μετεμμηνοπαυσιακή κατάσταση, αλλά δυστυχώς καμία από τις μελέτες που συνοψίσαμε δεν είχε δεδομένα σχετικά με τα επίπεδα ορμονών του φύλου», λέει η Καρίν Σπίγκελ.
Επίσης, η αρνητική επίδραση του ανεπαρκούς ύπνου στα επίπεδα αντισωμάτων ήταν μεγαλύτερη για τα άτομα ηλικίας 18-60 ετών σε σχέση με τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών. Αυτό δεν ήταν περίεργο, σύμφωνα με τους ερευνητές, επειδή οι ηλικιωμένοι τείνουν να κοιμούνται λιγότερο. Η μετάβαση από επτά ώρες ύπνου τη νύχτα σε λιγότερο από έξι δεν είναι τόσο μεγάλη αλλαγή όσο η μετάβαση από οκτώ ώρες σε λιγότερο από έξι.