Και πιο κοντινή η γενετική συγγένεια των ανθρώπων τη νότιας Ιταλίας με αυτούς ορισμένων ελληνικών νησιών
Παρά την πολύπλοκη ιστορία της ανατολικής Μεσογείου, υπάρχει μια κοινή γενετική κληρονομιά και συνέχεια από τη Σικελία έως την Κρήτη, τα νησιά του Αιγαίου και την Κύπρο, ενώ οι πληθυσμοί της νότιας Ιταλίας εμφανίζονται να έχουν στενότερη γενετική συγγένεια με τους πληθυσμούς ορισμένων ελληνικών νησιών παρά με της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Αυτό είναι το κεντρικό εύρημα μιας νέας ιταλο-γερμανικής γενετικής έρευνας από επιστήμονες του Τμήματος Βιολογικών, Γεωλογικών και Περιβαλλοντικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Μπολόνια και του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για την Επιστήμη της Ανθρώπινης Ιστορίας στην Ιένα της Γερμανίας.
Η μελέτη, με επικεφαλής την Στεφανία Σάρνο, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature Scientific Reports» και χρηματοδοτήθηκε από τη National Geographic Society, ανέλυσε 511 δείγματα DNA από 23 πληθυσμούς σε Ιταλία, Ελλάδα, Κύπρο και Αλβανία.
«Η κοινή μεσογειακή κληρονομιά πιθανώς ανάγεται στους προϊστορικούς χρόνους, ως συνέπεια των πολλαπλών μεταναστευτικών κυμάτων, που κορυφώθηκαν στη διάρκεια της Νεολιθικής και της Εποχής του Χαλκού», δήλωσε η Σάρνο.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η επέκταση των αρχαίων Ελλήνων προς δυσμάς και η δημιουργία της Μεγάλης Ελλάδας στη σημερινή νότια Ιταλία ήταν ένα από τα τελευταία «επεισόδια» σε μια μακρά ιστορία μετακινήσεων μεταξύ Ανατολής-Δύσης, με τη Μεσόγειο να λειτουργεί ως σταυροδρόμι για την μετακίνηση γονιδίων και πολιτισμών.
Ειδικότερα για τους σημερινούς ελληνόφωνους πληθυσμούς της Καλαβρίας και λοιπής νότιας Ιταλίας, η μελέτη επισημαίνει ότι τα γενετικά χαρακτηριστικά τους επιβεβαιώνουν την αρχαιότητα της εγκατάστασής τους σε εκείνα τα μέρη, πολύ πριν τους βυζαντινούς χρόνους.
Η νέα γενετική ανάλυση κάνει και μια εκτίμηση για την προέλευση της οικογένειας των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών, όπου ανήκουν η ελληνική και η λατινική γλώσσα. Δύο βασικές θεωρίες έχουν προταθεί έως τώρα: είτε ότι η προέλευσή τους είναι η νεολιθική Ανατολία πριν από τουλάχιστον 8.000 χρόνια, είτε οι στέπες του Καυκάσου και του Πόντου πριν από περίπου 6.000 χρόνια.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν στο γενετικό «τοπίο» της νοτιοανατολικής Μεσογείου μια σημαντική «καυκάσιου τύπου» γενετική συμβολή. Δεν βρήκαν όμως καθόλου το χαρακτηριστικό γενετικό «προφίλ» που χαρακτηρίζει την «ποντο-καυκάσια» μετανάστευση-εισβολή στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη, η οποία έχει συσχετισθεί με την εισαγωγή των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών στον ευρωπαϊκό χώρο.
Οι ερευνητές θεωρούν ότι αυτές οι δύο κύριες αντικρουόμενες θεωρίες προέλευσης της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας γλωσσών πρέπει να «συμφιλιωθούν». «Η εξάπλωση αυτών των γλωσσών στις νότιες περιοχές, όπου μιλούνται σήμερα ινδοευρωπαϊκές γλώσσες όπως τα ιταλικά, τα ελληνικά και τα αλβανικά, δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο από τη σημαντική συμβολή που έχει προέλευση τις στέπες», δήλωσε η ερευνήτρια Κιάρα Μπαρμπιέρι του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ, αναφέρει το ΑΠΕ/ΜΠΕ.