Στα νιάτα της δήλωνε θαυμάστρια του Μπενίτο Μουσολίνι - Ποια είναι τα επόμενα βήματά της
Η Τζόρτζια Μελόνι, η επικεφαλής της μεταφασιστικής παράταξης Αδέλφια της Ιταλίας που αναδείχθηκε πρώτο κόμμα στις βουλευτικές εκλογές οι οποίες διεξήχθησαν χθες στην Ιταλία, διεκδίκησε τις πρώτες πρωινές ώρες σήμερα την ηγεσία της επόμενης κυβέρνησης της χώρας.
Γεννημένη το 1977, η Τζόρτζια Μελόνι είχε ενταχθεί από τα 15 της χρόνια στη νεολαία του νεοφασιστικού MSI σε ένδειξη αντίδρασης για την «αριστερή τρομοκρατία» της εποχής.
Αργότερα προσχώρησε στη φοιτητική οργάνωση της «Εθνικής Συμμαχίας», ενώ το 2006 εξελέγη βουλευτής και το 2008 έγινε η νεότερη υπουργός στην ιστορία της Ιταλίας.
Σε ηλικία 31 ετών ανέλαβε το υπουργείο Νεολαίας στην κυβέρνηση του Σίλβιο Μπερλουσκόνι.
Πριν από δέκα χρόνια ίδρυσε το νέο κόμμα «Αδέλφια της Ιταλίας», του οποίου ηγείται από το 2014. Το 2020 ανέλαβε και την ηγεσία της πολιτικής ομάδας των Ευρωπαίων Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών (ECR), στην οποία συμμετέχουν και άλλες υπερσυντηρητικές και ευρω-σκεπτικιστικές πολιτικές δυνάμεις, όπως το κυβερνών Κόμμα «Νόμος και Δικαιοσύνη» (PiS) στην Πολωνία.
Στην αυτοβιογραφία της παραδέχεται ότι κινείται σε ένα «πολιτικά ναρκοθετημένο» τοπίο. «Είμαστε τέκνα της ιστορίας μας, όλης της ιστορίας μας», γράφει χαρακτηριστικά.
«Όπως συνέβη και με άλλα έθνη, ο δρόμος που διανύσαμε είναι σύνθετος, πολύ πιο περίπλοκος από τις διηγήσεις που ακούγονται». Μόνο τη λατρεία προς το πρόσωπο του αρχηγού, λέει ότι απορρίπτει η Μελόνι. Όταν έδινε συνεντεύξεις στα γραφεία του κόμματος, τη συνοδεύει πάντοτε το σύμβολο της φλόγας, στα εθνικά χρώματα της Ιταλίας. «Δεν έχω να απολογηθώ για κάτι στη ζωή μου», λέει η Μελόνι.
«Κι όμως, στις περισσότερες τηλεοπτικές συζητήσεις που πηγαίνω, με ρωτούν για την ιστορία και όχι για τα επίκαιρα ζητήματα της χώρας. Αυτό δεν το βρίσκω σωστό».
Ενόψει προεκλογικής περιόδου η Τζόρτζια Μελόνι είχε δώσει γραπτές εντολές στα μέλη του κόμματος να αποφεύγουν τις ακραίες δηλώσεις, την οποιαδήποτε αναφορά στον φασισμό και κυρίως τον «ρωμαϊκό χαιρετισμό» με το προτεταμένο δεξί χέρι, ο οποίος θυμίζει τον «χιτλερικό χαιρετισμό».
Τα «Αδέλφια της Ιταλίας» επιχείρησαν να μετακινηθούν από το περιθώριο της Ακροδεξιάς στο πολιτικό Κέντρο.
«Οι Ιταλοί έστειλαν καθαρό μήνυμα υπέρ μιας κυβέρνησης της δεξιάς υπό την ηγεσία των Αδελφιών της Ιταλίας», είπε η κυρία Μελόνι επιβεβαιώνοντας τη φιλοδοξία της να γίνει η επόμενη πρωθυπουργός.
Η 45χρονη Ρωμαία, η οποία στα νιάτα της δήλωνε θαυμάστρια του Μπενίτο Μουσολίνι, κατάφερε να να αποδαιμονοποιήσει την εικόνα της ιδίας και της παράταξής της καθώς και να κεφαλαιοποιήσει τους φόβους και την οργή εκατομμυρίων Ιταλών μπροστά στην έκρηξη των τιμών και της ανεργίας, την απειλή ύφεσης και τις ανεπάρκειες των δημόσιων υπηρεσιών.
Η επόμενη ιταλική κυβέρνηση θα κληθεί να αντιμετωπίσει την κρίση που προκαλεί ο αλματωδώς αυξανόμενος πληθωρισμός, την ώρα που η Ιταλία έχει δημόσιο χρέος που φθάνει το 150% του ΑΕΠ της.
Στη χώρα όπου η κυβερνητική αστάθεια αποτελεί χρόνιο φαινόμενο, πολιτολόγοι ήδη δίνουν βραχύ προσδόκιμο ζωής στη συμμαχία που κέρδισε χθες, γάμο συμφέροντος ανάμεσα σε τρεις ηγέτες με ανταγωνιστικές φιλοδοξίες.
Για την κυρία Μελόνι, «η πρόκληση θα είναι να μεταμορφώσει την εκλογική της επιτυχία στην ηγεσία μιας κυβέρνησης που μπορεί να έχει διάρκεια», αυτό «είναι ο μεγάλος άγνωστος» της νέας ιταλικής πολιτικής εξίσωσης, σύμφωνα με τον Λορέντζο Ντε Σίο, καθηγητή πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο Luiss της Ρώμης.
Η κυρία Μελόνι, χωρίς καμία κυβερνητική εμπειρία πέρα από το εφήμερο πέρασμά της από το υπουργείο Νεολαίας (2008-2011), θα έχει γεμάτα τα χέρια στην προσπάθειά της να χειριστεί τους συμμάχους της, πολύ πιο πεπειραμένους από εκείνη. Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι υπήρξε επανειλημμένα πρωθυπουργός, ο Ματέο Σαλβίνι υπουργός Εσωτερικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης.
Στον φάκελο της Ουκρανίας, η ΕΕ και άλλοι σύμμαχοι της Ιταλίας, κράτους μέλος του NATO, θα βάλουν στο μικροσκόπιο την κατανομή των χαρτοφυλακίων μεταξύ των τριών κομμάτων. Καθώς μολονότι η κυρία Μελόνι δηλώνει πεισμένη υποστηρίκτρια της ατλαντικής συμμαχίας και τάσσεται υπέρ των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στη Ρωσία, ο κ. Σαλβίνι είναι κατά.
Τα επόμενα βήματα της πολιτικής διαδικασίας στην Ιταλία είναι τα εξής:
Σύγκληση του κοινοβουλίου
Τα νέα μέλη της Γερουσίας και της Βουλής πρέπει δυνάμει του Συντάγματος να συνεδριάσουν εντός 20 ημερών από τη διεξαγωγή των εκλογών, με άλλα λόγια τη 15η Οκτωβρίου το αργότερο.
Αφού συγκροτηθούν σε σώμα και γίνουν οι πρώτες συνεδριάσεις της ολομέλειας, απαιτείται να εκλεγούν τα προεδρεία των δύο σωμάτων και κατόπιν θα αρχίσει η διαδικασία σχηματισμού κυβέρνησης.
Ο πρόεδρος αρχίζει διαβουλεύσεις
Η πολιτική παράδοση στην Ιταλία θέλει τον πρόεδρο της Δημοκρατίας να ξεκινά διαβουλεύσεις για την ονομασία του νέου ή της νέας επικεφαλής της κυβέρνησης με τους προέδρους των δύο σωμάτων του κοινοβουλίου, κατόπιν τους ηγέτες των μεγαλύτερων κομμάτων και με τους ηγέτες των κοινοβουλευτικών τους ομάδων.
Αν το αποτέλεσμα είναι καθαρό, οι διαβουλεύσεις αυτές είναι σύντομες, διαρκούν το πολύ δύο ημέρες, όμως αν δεν είναι, μπορεί να κρατήσουν ως και μια εβδομάδα, έπειτα από την οποία ο αρχηγός του κράτους δίνει εντολή σχηματισμού νέας κυβέρνησης σε κάποια προσωπικότητα.
Αυτή η τελευταία αναλαμβάνει την εντολή «με επιφύλαξη», αρχίζει διαπραγματεύσεις με συμμάχους για τους υπουργικούς θώκους και το κυβερνητικό πρόγραμμα. Έπειτα από αυτές τις διαπραγματεύσεις, αν αποδειχθούν επιτυχείς, ο υποψήφιος ή η υποψήφια παρουσιάζεται ενώπιον του προέδρου και «αίρει την επιφύλαξη».
Νέα κυβέρνηση
Κατόπιν ανακοινώνεται η σύνθεση της νέας κυβέρνησης και ορκίζεται ενώπιον του προέδρου της Δημοκρατίας αυθημερόν ή την επομένη το αργότερο. Έπειτα το σχήμα μεταβαίνει στο Παλάτσο Τσίτζι, στην έδρα της κυβέρνησης, για τη μεταβίβαση της εξουσίας από την προηγούμενη.
Σημειώνεται ότι στην πρόσφατη ιταλική ιστορία ξεχωρίζουν δύο ρεκόρ: ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι δεν χρειάστηκε παρά μόλις 24 ημέρες το 2008 για να μπει στο Παλάτσο Τσίτζι, ενώ ο Τζουζέπε Κόντε χρειάστηκε όχι λιγότερες από 89 ημέρες το 2018 για να διανύσει τη διαδρομή αυτή.