Η έκθεση καταγράφει λεπτομερώς τους φόνους, τις εξαφανίσεις, τους εκβιασμούς, τις σωματικές τιμωρίες και τη σεξουαλική και σεξιστική βία
Οι υπηρεσίες πληροφοριών της Βενεζουέλας διαπράττουν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας προκειμένου να καταστείλουν την αντιπολίτευση με εντολές που έρχονται από την κορυφή του καθεστώτος, σύμφωνα με έκθεση ειδικών του ΟΗΕ που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
«Οι έρευνες και οι αναλύσεις μας δείχνουν πως το κράτος της Βενεζουέλας στηρίζεται στις υπηρεσίες πληροφοριών και στους πράκτορές της προκειμένου να καταστείλει τη διαφωνία στη χώρα. Κάνοντάς το, σοβαρά εγκλήματα και παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων διαπράττονται, κυρίως πράξεις βασανιστηρίων και σεξουαλική βία», καταγγέλλει η Μάρτα Βαλίνας, πρόεδρος της ανεξάρτητης ερευνητικής επιτροπής του ΟΗΕ για τη Βενεζουέλα.
Τα συμπεράσματα που παρουσιάστηκαν σήμερα δίνουν λεπτομέρειες για την αλυσίδα διοίκησης και τον ρόλο διαφόρων προσώπων στην «εκτέλεση ενός ενορχηστρωμένου σχεδίου από τον πρόεδρο Νικολάς Μαδούρο και άλλους υψηλόβαθμους αξιωματούχους προκειμένου να καταστείλουν την εναντίωση στην κυβέρνηση», υπογραμμίζει η αποστολή σε μια ανακοίνωση Τύπου.
Η αποστολή κατέγραψε 122 περιπτώσεις θυμάτων «που υποβλήθηκαν σε βασανιστήρια, σε σεξουαλική βία και/ή άλλη βάναυση, απάνθρωπη και υποβιβαστική μεταχείριση» από πράκτορες των υπηρεσιών στρατιωτικής αντικατασκοπίας (DGCIM).
«Τα βασανιστήρια πραγματοποιούνταν στο αρχηγείο της στην Μπολέιτα στο Καράκας και σε ένα δίκτυο μυστικών κέντρων κράτησης σε όλη τη χώρα», αναφέρει η επιτροπή.
Από την πλευρά της, η εθνική υπηρεσία πληροφοριών (SEBIN), «βασάνισε ή κακομεταχειρίστηκε κρατούμενους -- περιλαμβανομένων πολιτικών της αντιπολίτευσης, δημοσιογράφων, διαδηλωτών και υπέρμαχων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων -- κυρίως στο κέντρο κράτησης El Helicoide στο Καράκας».
Σύμφωνα με το ΑΠΕ ΜΠΕ, η αποστολή ερεύνησε τουλάχιστον 51 περιπτώσεις από το 2014.
«Η SEBIN και η DGCIM κατέφυγαν αμφότερες σε μεγάλο βαθμό στη σεξουαλική και σεξιστική βία προκειμένου να βασανίσουν και να ταπεινώσουν τους κρατούμενούς τους».
«Οι παραβιάσεις και τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν από τη SEBIN και την DGCIM συνεχίζονται μέχρι σήμερα», σημειώνει η έκθεση.
«Οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τις υπηρεσίες πληροφοριών του κράτους, που ενορχηστρώθηκαν στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο, εκτυλίχθηκαν σε ένα κλίμα σχεδόν πλήρους ατιμωρησίας», υπογράμμισε στην ανακοίνωση ο Φρανσίσκο Κοξ μέλος της επιτροπής.
Εκτός από τα συμπεράσματά της για τον ρόλο των υπηρεσιών πληροφοριών, η επιτροπή δημοσιεύει επίσης μια έκθεση για τα εγκλήματα και τους εκβιασμούς σε βάρος του τοπικού πληθυσμού στις πλούσιες σε χρυσό ζώνες της χώρας «από κρατικούς ή μη κρατικούς παράγοντες».
Η έκθεση καταγράφει λεπτομερώς τους φόνους, τις εξαφανίσεις, τους εκβιασμούς, τις σωματικές τιμωρίες και τη σεξουαλική και σεξιστική βία. «Οι αρχές όχι μόνο δεν εμπόδισαν και δεν ερεύνησαν αυτές τις καταπατήσεις δικαιωμάτων» αλλά έλαβαν μέρος σε αυτές, αναφέρει το έγγραφο, σημειώνοντας ιδιαίτερα την περίπτωση του Γκραν Σαμπάνα στην πολιτεία Μπολίβαρ (νότια).
«Στην κοινότητα Γκραν Σαμπάνα, στο νότιο τμήμα της χώρας, η επιτροπή κατέγραψε εις βάθος πολλές περιπτώσεις όπου οι δυνάμεις του κράτους επιτέθηκαν σε αυτόχθονες πληθυσμούς», σκοτώνοντας και βασανίζοντας.
«Πρόκειται κυρίως για συγκρούσεις έπειτα από την προσπάθεια της αντιπολίτευσης να διοχετεύσει ανθρωπιστική βοήθεια στο Γκραν Σαμπάνα από τη Βραζιλία το 2019».
«Η κατάσταση στην πολιτεία Μπολίβαρ και σε άλλες μεταλλευτικές ζώνες είναι βαθιά ανησυχητική. Οι τοπικοί πληθυσμοί, περιλαμβανομένων των αυτόχθονων πληθυσμών, εγκλωβίστηκαν στη βίαιη μάχη ανάμεσα στο κράτος και τις ένοπλες εγκληματικές οργανώσεις για τον έλεγχο του χρυσού», υπογραμμίζει η Πατρίσια Ταπατά Βάλντες, μέλος της επιτροπής.
«Η επιτροπή μας υπογραμμίζει την ανάγκη μιας περισσότερο ενδελεχούς έρευνας για την περιοχή αυτή που είναι, παραδόξως, μια σχεδόν ξεχασμένη ζώνη της χώρας που παράγει την ίδια στιγμή μεγάλες ποσότητες νόμιμου και παράνομου πλούτου από μεταλλεύματα», προσθέτει.
Η επιτροπή, που συγκροτήθηκε το 2019, δεν είχε το δικαίωμα να μεταβεί στη Βενεζουέλα και χρειάστηκε να διεξαγάγει την έρευνά της από συνοριακές περιοχές και μέσω συνεντεύξεων εξ αποστάσεως.
Βασίζει τα συμπεράσματά της στις δύο εκθέσεις της σε 246 εμπιστευτικές συνεντεύξεις «μεταξύ των οποίων και με θύματα, μέλη των οικογενειών τους και πρώην υπαλλήλους των υπηρεσιών ασφαλείας και πληροφοριών» καθώς και σε φακέλους εγγράφων και άλλα νομικά έγγραφα.
«Η Βενεζουέλα παραμένει αντιμέτωπη με μια βαθιά κρίση ανθρωπίνων δικαιωμάτων» σημειώνει η Βαλίνας που ζητά από τη διεθνή κοινότητα να παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς τις εξελίξεις στη χώρα "προκειμένου να προωθηθεί η δικαιοσύνη, η λογοδοσία και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.