«Είναι απαράδεκτο να στέκεσαι άπραγος, από τον Μάρτιο»
Αιχμές κατά της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι έχει καθυστερήσει να παρουσιάσει συγκεκριμένες προτάσεις για τον περιορισμό της αύξησης των τιμών ενέργειας, αφήνει ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, σε συνέντευξή του που δημοσιεύει η βελγική εφημερίδα «Le Soir».
«Πρόκειται για μια κατάσταση που δεν ανακαλύπτουμε σήμερα, χρονολογείται ακόμη και πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία», επισημαίνει ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, υπενθυμίζοντας τα συμπεράσματα των Συνόδων Κορυφής του Μαρτίου, του Μαΐου και του Ιουνίου, κατά τις οποίες η ενέργεια βρέθηκε στο επίκεντρο και η Επιτροπή κλήθηκε ομόφωνα να υποβάλει προτάσεις για τα βασικά ενεργειακά ζητήματα.
Σχετικά με την αύξηση των τιμών στην ενέργεια, ο Σαρλ Μισέλ τονίζει ότι «επί πολλούς μήνες, αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων καλούν την Επιτροπή να εργαστεί γι’ αυτό το θέμα» και συγκεκριμένα σχετικά με τα ανώτατα όρια τιμών και την πιθανή ανάγκη μεταρρύθμισης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
«Δεν υπήρξε συναίνεση για το είδος της απόφασης που θα έπρεπε να ληφθεί, αλλά υπήρξε συναίνεση για να κληθεί η Επιτροπή να υποβάλει συγκεκριμένες προτάσεις», τονίζει ο Σαρλ Μισέλ, σημειώνοντας ότι οι παρατηρήσεις του δεν αποτελούν κριτική αλλά κάλεσμα των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων. «Υπάρχει η αίσθηση ότι η Επιτροπή έχασε χρόνο, και αυτό είναι ατυχές», τονίζει.
Eρωτηθείς αν η καθυστέρηση αυτή μπορεί να αποδοθεί στις τεχνικές δυσκολίες της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ο Σαρλ Μισέλ απαντά:
«Οι τεχνικές δυσκολίες είναι η καθημερινότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν μπορώ να δεχτώ ότι αυτό αποτελεί εμπόδιο. Σήμερα, με τις τιμές του φυσικού αερίου πολλαπλασιασμένες επί δέκα ή δώδεκα, το σύστημα έχει εκτροχιαστεί. Οι τιμές του ρεύματος αυξάνονται. Και οι εταιρείες έχουν υπερμεγέθη κέρδη. Πριν από το καλοκαίρι, σε μια συγκεκριμένη γραφειοκρατία των Βρυξελλών, ήταν ζωντανή η ιδέα ότι, τελικά, δεν ήταν τόσο άσχημα. Επειδή αυτές οι εταιρείες πιθανότατα θα επανεπενδύσουν μαζικά στην ενεργειακή μετάβαση. Μια ψυχική κατάσταση αποκομμένη από τις πολιτικές και δημοκρατικές πραγματικότητες. Νομίζω ότι τον Σεπτέμβριο οι υπουργοί πρέπει να επαναφέρουν την πολιτική δημοκρατική δυναμική στο μυαλό όλων».
Συνεχίζοντας, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου εκτιμά ότι «τα κράτη βρίσκονται σε διαδικασία φτωχοποίησης», υπενθυμίζοντας ότι ήδη 280 δισεκατομμύρια ευρώ έχουν διατεθεί από κρατικούς προϋπολογισμούς για να αμβλυνθούν οι επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης στις επιχειρήσεις και στους πολίτες.
«Οι πολίτες υποφέρουν, οι εταιρείες υποφέρουν, τα κράτη υποφέρουν και κάποιες εταιρείες που παράγουν ενέργεια βγάζουν υπερκέρδη. Δεν αρνούμαι ότι το θέμα είναι σύνθετο. Αλλά είναι απαράδεκτο να στέκεσαι άπραγος. Και είναι δύσκολο να εξηγηθεί ότι, από τον Μάρτιο, δεν έχουν υπάρξει κάποιες σοβαρές επιχειρησιακές προτάσεις στο τραπέζι», τονίζει ο Σαρλ Μισέλ.
Απευθύνοντας έκκληση «να ληφθούν γρήγορα οι αποφάσεις», υπό τον φόβο των κοινωνικών εντάσεων αναφέρει:
«Πρέπει να κάνουμε τα πάντα για να εγγυηθούμε τη συνοχή των κοινωνιών μας. Είμαστε σε έναν φαύλο κύκλο που πρέπει να σπάσει. Οι τιμές της ενέργειας, πολύ υψηλότερες στην Ευρώπη από οπουδήποτε αλλού στον κόσμο, τροφοδοτούν τον πληθωρισμό, ο οποίος τροφοδοτεί τη φτώχεια, μειώνει την ανάπτυξη και απειλεί τις θέσεις εργασίας. Για να μην αναφέρουμε τις απειλές για τη δημοκρατία. Τα απολυταρχικά καθεστώτα, η Ρωσία στην πρώτη θέση, αλλά όχι μόνο, έχουν εμμονή με την ιδέα να αποδείξουν ότι το δημοκρατικό μοντέλο δεν μπορεί να παράγει επιτυχία, ευημερία. Ένας από τους στρατηγικούς τους στόχους είναι να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν μεγάλες κοινωνικές εντάσεις για να τροφοδοτήσουν τον εξτρεμισμό, να τροφοδοτήσουν τον λαϊκισμό».
Καταλήγοντας, ο Σαρλ Μισέλ ανέφερε ότι τόσο ο Γάλλος Πρόεδρος, όσο και ο Βέλγος πρωθυπουργός έχουν πει την αλήθεια στο λαό και αυτό πρέπει να γίνει.
«Είναι απαραίτητο να ευαισθητοποιήσουμε τους πολίτες ότι πολύ γρήγορα, όλοι θα πρέπει να αλλάξουμε τη συμπεριφορά μας όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας», προσθέτει, αρχής γενομένης από τα κτίρια της ΕΕ και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, λέγοντας: «Η Ένωση πρέπει να δώσει το παράδειγμα. Αρκετά κράτη-μέλη έκαναν καλά που συνέστησαν ή επέβαλαν αλλαγές συμπεριφοράς όσον αφορά τη θερμοκρασία, κατά τη διάρκεια του χειμώνα ή του καλοκαιριού».