Ο χρόνος εμφάνισης των συμπτωμάτων και το διάστημα της απαιτούμενης καραντίνας - Αναλυτικές οδηγίες
Η παραλλαγή Όμικρον άλλαξε άρδην τα δεδομένα της διασποράς του κορονοϊού, καθώς σε μικρό χρονικό διάστημα εξαπλώθηκε σε όλο τον πλανήτη. Τα βασικά ερωτήματα που υπάρχουν βέβαια ε΄ναι πότε και πόσο μεταδοτικός είναι ένας ασθενής με την συγκεκριμένη μετάλλαξη.
Τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων εξέδωσαν νέες οδηγίες τον περασμένο μήνα, μεταβάλλοντας το χρονοδιάγραμμα απομόνωσης και καραντίνας, καθώς ορισμένοι ειδικοί λένε ότι το χρονικό πλαίσιο που οι άνθρωποι είναι πιο μεταδοτικοί είναι μικρότερο.
«Χρειάζεται λιγότερος χρόνος από τη στιγμή που κάποιος εκτίθεται στον COVID για να αναπτύξει πιθανή μόλυνση. Απαιτείται λιγότερος χρόνος για να εμφανιστούν συμπτώματα, χρειάζεται λιγότερος χρόνος για να είναι κάποιος μολυσματικός και, για πολλούς ανθρώπους, χρειάζεται λιγότερος χρόνος για ανάρρωση. Πολλά από αυτά είναι επειδή περισσότεροι άνθρωποι είναι εμβολιασμένοι», δήλωσε η Επίτροπος του Τμήματος Δημόσιας Υγείας του Σικάγο, Δρ. Άλισον Αρουάντι.
Πότε είναι πιο μεταδοτικοί οι ασθενείς:
Το CDC λέει ότι οι οδηγίες του ενημερώθηκαν για να αντικατοπτρίζουν τα αυξανόμενα στοιχεία που υποδηλώνουν ότι η μετάδοση γίνεται μία έως δύο ημέρες πριν από την έναρξη των συμπτωμάτων και κατά τη διάρκεια δύο έως τριών ημερών μετά.
«Αυτό έχει να κάνει με δεδομένα από το CDC που πραγματικά έδειξαν ότι μετά από επτά ημέρες δεν υπάρχει σχεδόν κανένας κίνδυνος μετάδοσης», είπε Δρ. Άλισον Αρουάντι. Όλα βέβαια εξαρτώνται από το εάν οι άνθρωποι έχουν εμβολιαστεί, αν έχουν υποκείμενα νοσήματα κ.λπ.
Για όσους δεν έχουν συμπτώματα, η καθοδήγηση του CDC αναφέρει ότι θεωρούνται μεταδοτικά τουλάχιστον δύο ημέρες πριν από το θετικό τεστ, αναφέρθηκε στην ΕΡΤ.
Το CDC δηλώνει ότι εάν κάποιος έχει έρθει σε επαφή με κρούσμα θα πρέπει να κάνει τεστ πέντε ημέρες μετά την έκθεσή του ή μόλις εμφανιστούν τα συμπτώματα. «Εάν εμφανιστούν συμπτώματα, τα άτομα θα πρέπει να μπουν αμέσως σε καραντίνα έως ότου ένα αρνητικό τεστ επιβεβαιώσει ότι τα συμπτώματα δεν αποδίδονται στον COVID-19», αναφέρει.
Ο Διευθυντής του Τμήματος Δημόσιας Υγείας του Ιλινόις, Δρ. Ngozi Ezike, είπε ότι οι χρόνοι επώασης μπορεί να αλλάζουν, αλλά όσοι κάνουν νωρίς το τεστ θα πρέπει να συνεχίσουν τις δοκιμές ακόμα κι αν λάβουν αρνητικά αποτελέσματα.
Η εμφάνιση των συμπωμάτων και καραντίνα
Σύμφωνα με προηγούμενες οδηγίες του CDC, τα συμπτώματα μπορεί να εμφανιστούν τις δύο πρώτες μέρες μετά την έκθεση έως και 14 ημέρες αφότου κάποιος εκτεθεί στον ιό.
Οποιοσδήποτε εμφανίζει συμπτώματα θα πρέπει να υποβληθεί σε εξέταση για COVID-19.
Πρώτα πρώτα, όσοι πιστεύουν ότι έχουν έρθει σε επαφή με κάποιον που έχει COVID και είναι ανεμβολίαστος θα πρέπει να μπει σε καραντίνα. Όσοι είναι θετικοί, ανεξάρτητα από την κατάσταση εμβολιασμού, πρέπει να απομονωθούν, σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων.
Εδώ είναι η διαφορά μεταξύ των δύο: Όσοι βρίσκονται σε απόσταση μικρότερη των 2 μέτρων από κάποιον με COVID για ένα αθροιστικό σύνολο τουλάχιστον 15 λεπτών σε μια περίοδο 24 ωρών, θα πρέπει να τεθούν σε καραντίνα για πέντε ημέρες εάν δεν έχουν εμβολιαστεί ή εάν έχουν περάσει περισσότεροι από έξι μήνες από τη δεύτερη δόση του εμβολίου τους. Μόλις λήξει αυτή η περίοδος, θα πρέπει να κάνουν αυστηρή χρήση μάσκας για επιπλέον πέντε ημέρες. Προηγουμένως, το CDC είχε πει ότι τα άτομα που δεν ήταν πλήρως εμβολιασμένα και που ήρθαν σε στενή επαφή με ένα μολυσμένο άτομο θα πρέπει να μείνουν στο σπίτι για τουλάχιστον 10 ημέρες.
Πριν από τη Δευτέρα, τα άτομα που είχαν εμβολιαστεί πλήρως – με έστω δύο δόσεις των εμβολίων Pfizer ή Moderna ή μία δόση του εμβολίου Johnson & Johnson – θα μπορούσαν να εξαιρεθούν από την καραντίνα.
Όσοι είναι πλήρως εμβολιασμένοι και ενισχυμένοι δεν χρειάζεται να μπουν σε καραντίνα εάν βρέθηκαν σε στενή επαφή με κρούσμα, αλλά θα πρέπει να φορούν μάσκα για τουλάχιστον 10 ημέρες μετά την έκθεση. Το ίδιο ισχύει για όσους είναι πλήρως εμβολιασμένοι και δεν είναι ακόμη κατάλληλοι για την αναμνηστική τους δόση.
Τα άτομα που είναι θετικά στην COVID θα πρέπει να παραμείνουν σπίτι για πέντε ημέρες, δήλωσε τη Δευτέρα το CDC, αλλάζοντας τις οδηγίες από τις προηγουμένως συνιστώμενες 10 ημέρες. Στο τέλος της περιόδου, εάν δεν έχουν συμπτώματα, μπορούν να επιστρέψουν στις κανονικές δραστηριότητες, αλλά πρέπει να φορούν μάσκα παντού – ακόμα και στο σπίτι γύρω από άλλους – για τουλάχιστον πέντε ακόμη ημέρες.
Εάν συνεχίζονται τα συμπτώματα μετά την απομόνωση για πέντε ημέρες, χρειάζεται παραμονή στο σπίτι και όταν υποχωρήσουν, η επαφή με άλλους να γίνεται με μάσκα για πέντε ημέρες.
Πώς υπολογίζεται η απομόνωση και πότε πάμε στον γιατρό
Σύμφωνα με το CDC, «η ημέρα 0 είναι η πρώτη ημέρα των συμπτωμάτων». Αυτό σημαίνει ότι η Ημέρα 1 είναι η πρώτη ολόκληρη μέρα μετά την εμφάνιση των συμπτωμάτων σας.
Για όσους βγαίνουν θετικοί στην COVID αλλά δεν έχουν συμπτώματα, η ημέρα 0 είναι η ημέρα του θετικού τεστ. Όσοι εμφανίζουν συμπτώματα αφού βγουν θετικοί στο τεστ πρέπει να ξεκινήσουν τους υπολογισμούς τους από την αρχή, ωστόσο, με την ημέρα 0 να γίνεται η πρώτη ημέρα των συμπτωμάτων.
Το CDC προτρέπει όσους έχουν ή μπορεί να έχουν COVID-19 να προσέχουν για προειδοποιητικά σημάδια έκτακτης ανάγκης και να αναζητήσουν ιατρική φροντίδα αμέσως εάν εμφανίσουν συμπτώματα όπως:
- Προβλήματα αναπνοής
- Επίμονος πόνος ή πίεση στο στήθος
- Σύγχυση
- Ανικανότητα να μείνει κάποιος ξύπνιος
- Χλωμό, γκρι ή μπλε χρώμα δέρματος, χειλιών ή νυχιών, ανάλογα με τον τόνο του δέρματος
«Αυτή η λίστα δεν είναι όλα τα πιθανά συμπτώματα», αναφέρει το CDC και τονίζει: Παρακαλούμε καλέστε τον ιατρό σας για τυχόν άλλα συμπτώματα που είναι σοβαρά.
Εάν είχατε συμπτώματα, το CDC λέει ότι μπορείτε να είστε κοντά σε άλλους αφού απομονωθείτε πέντε ημέρες και σταματήσετε να εμφανίζετε συμπτώματα. Ωστόσο, θα πρέπει να συνεχίσετε να φοράτε μάσκες για τις πέντε ημέρες μετά το τέλος των συμπτωμάτων για να ελαχιστοποιήσετε τον κίνδυνο για τους άλλους.