Πέρσι η κυβέρνηση ζήτησε συγγνώμη για τη μοίρα που τους επιφύλαξε
Ήταν εκείνοι που υποτίθεται ότι θα γίνονταν η δανόφωνη ελίτ της Γροιλανδίας: το 1951, 22 παιδιά Ινουίτ χωρίστηκαν από τις οικογένειές τους και στάλθηκαν στη Δανία, την τότε αποικιοκρατική δύναμη. Έξι ζουν ακόμη και ζητούν τώρα αποζημίωση από την κυβέρνηση της Κοπεγχάγης που πέρσι ζήτησε συγγνώμη για τη μοίρα που τους επιφύλαξε.
«Έχασαν την οικογένειά τους, τη γλώσσα τους, τον πολιτισμό τους και το αίσθημα ότι ανήκαν σε κάποια κοινότητα» εξήγησε στην εφημερίδα Politiken ο δικηγόρος τους, Μαντς Πράμινγκ. «Πρόκειται για καταπάτηση του δικαιώματός τους στην ιδιωτική και οικογενειακή αρχή, με βάση το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», πρόσθεσε.
Σε επιστολή τους προς την πρωθυπουργό Μέτε Φρεντέρικσεν, οι έξι, που είναι ηλικίας 70-80 ετών, ζητούν αποζημίωση ύψους 250.000 κορωνών (33.600 ευρώ) ο καθένας.
Ο Πράμινγκ έδωσε διορία δύο εβδομάδων στην πρωθυπουργό να απαντήσει στο αίτημά τους, προειδοποιώντας ότι στη συνέχεια θα προσφύγει στα δικαστήρια. «Είμαστε έτοιμοι να πάμε στο δικαστήριο αν το κράτος δεν πληρώσει», διαβεβαίωσε.
Το 1951, 22 παιδιά από τη Γροιλανδία, η οποία μέχρι το 1953 ήταν δανέζικη αποικία και στη συνέχεια απέκτησε σταδιακά την αυτονομία της, επιλέχθησαν για να μετεγκατασταθούν στη μητροπολιτική Δανία. Τους υποσχέθηκαν μια καλύτερη ζωή, ότι θα μάθουν δανέζικα και θα επιστρέψουν στη Γροιλανδία για να γίνουν η μελλοντική ελίτ της νήσου, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας μεταξύ Κοπεγχάγης και Νούουκ, της γροιλανδικής πρωτεύουσας.
Στη Δανία, τα παιδιά στερήθηκαν κάθε επαφή με τους συγγενείς τους. Όταν γύρισαν στη Γροιλανδία, δεν επέστρεψαν στα σπίτια τους αλλά οδηγήθηκαν σε ένα ορφανοτροφείο, μολονότι δεν ήταν ορφανά. Πολλά δεν ξαναείδαν ποτέ τις οικογένειές τους, επισημαίνται στο ΑΠΕ ΜΠΕ.
Τον Δεκέμβριο, η πρωθυπουργός ζήτησε επίσημα συγγνώμη. «Δεν μπορούμε να αλλάξουμε ό,τι συνέβη. Αλλά μπορούμε να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και να ζητήσουμε συγγνώμη από εκείνους τους οποίους οφείλαμε να φροντίσουμε αλλά δεν το κάναμε», είπε η Φρεντέρικσεν τότε.
Η υπουργός Κοινωνικών Υποθέσεων υποστήριξε ότι η συγγνώμη δεν συνιστά κατ’ ανάγκη και δέσμευση για καταβολή αποζημιώσεων. «Η κυβέρνηση και εγώ η ίδια πιστεύουμε ότι η αναγνώριση των λαθών του παρελθόντος είναι το κλειδί. Είναι σημαντικό να μάθουμε από αυτά τα λάθη ώστε η ιστορία να μην επαναληφθεί», είπε η Άστριντ Κραγκ στην Politiken.