Τι δείχνει η νέα έρευνα που έγινε στις ΗΠΑ από τα CDC - Σε ποια ηλικία «χτυπάει» ο ιός περισσότερο τους ανεμβολίαστους
Ο εμβολιασμός έναντι του κορονοϊού προσφέρει ισχυρότερη και πιο αξιόπιστη προστασία από ό,τι η φυσική ανοσία έπειτα από λοίμωξη Covid-19, σύμφωνα με νέα μελέτη από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νόσων (CDC) των ΗΠΑ. Οι άνθρωποι που μολύνθηκαν προηγουμένως από τον κορονοϊό, έχουν περίπου πενταπλάσιο κίνδυνο για επαναλοίμωξη σε σχέση με εκείνους που έχουν πλήρως εμβολιαστεί με Pfizer/BioNTech ή Moderna. Αυτό ισχύει για τουλάχιστον έξι μήνες μετά τη δεύτερη δόση.
Οι ερευνητές του CDC, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο εβδομαδιαίο ενημερωτικό δελτίο "Morbidity and Mortality Weekly Report (MMWR)", σύμφωνα με τους "Τάιμς της Νέας Υόρκης", ανέλυσαν στοιχεία για 6.328 πλήρως εμβολιασμένους ενήλικες και 1.020 ανεμβολίαστους ενήλικες.
Μεταξύ των ατόμων που νοσηλεύτηκαν με συμπτώματα Covid-19 σε 187 αμερικανικά νοσοκομεία, οι ανεμβολίαστοι με προηγούμενη λοίμωξη είχαν 5,5 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα για επαναλοίμωξη σε σχέση με λοίμωξη των πλήρως εμβολιασμένων. Σχεδόν το 80% των κρουσμάτων στους πλήρως εμβολιασμένους αφορούσαν άτομα άνω των 65 ετών. Αντίθετα, στους ανεμβολίαστους περίπου το ένα τρίτο των λοιμώξεων συνέβησαν σε ανθρώπους 18-49 ετών.
«Έχουμε πλέον επιπρόσθετα στοιχεία που επιβεβαιώνουν τη σημασία των εμβολίων Covid-19 ακόμη κι αν κάποιος είχε αρρωστήσει από κορονοϊό στο παρελθόν», δήλωσε η διευθύντρια των CDC, δρ Ροσέλ Γουαλένσκι. Γι' αυτό, σύμφωνα με τους επιστήμονες των CDC, «όλοι θα πρέπει να εμβολιαστούν κατά της Covid-19 το συντομότερο δυνατό, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είχαν προηγουμένως μολυνθεί από κορονοϊό».
Από την άλλη, οι ερευνητές αναγνώρισαν ότι μια παρόμοια έρευνα στο Ισραήλ δεν είχε δείξει ότι οι εμβολιασμένοι έχουν καλύτερη προστασία σε σχέση με όσους έχουν φυσική ανοσία λόγω προηγούμενης λοίμωξης, τονίζεται στο ΑΠΕ ΜΠΕ. Σε κάθε περίπτωση, επισήμαναν ότι για να αποκτηθεί η φυσική ανοσία, πρέπει κάποιος να αρρωστήσει από Covid-19, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει από άποψη βαρύτητας της νόσου και πιθανών θανατηφόρων επιπλοκών.