Μόνο στο 2% των εμβολιασμένων έχει δερματικές παρενέργειες, σύμφωνα με αμερικανική έρευνα
Τα προβλήματα στο δέρμα, όπως φαγούρα, εξανθήματα, καντήλες ή πρήξιμο, συμβαίνουν περίπου σε δύο ανθρώπους στους εκατό (2%) από αυτούς που κάνουν mRNA εμβόλια (Pfizer/BioNTech ή Moderna) κατά της Covid-19, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα. Επιπλέον, ακόμη κι αν κάποιος είχε δερματική αντίδραση στην πρώτη δόση, είναι πολύ μικρή η πιθανότητα αυτό να επαναληφθεί μετά τη δεύτερη δόση, όπως δείχνουν τα στοιχεία της μελέτης.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την αλλεργιολόγο-ανοσολόγο δρ Κίμπερλι Μπλούμενταλ του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης στη Βοστώνη, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό δερματολογίας «JAMA Dermatology», ανέλυσαν στοιχεία για σχεδόν 49.200 ανθρώπους που είχαν κάνει εμβόλια τύπου mRNA κατά του κορονοϊού.
Δερματικές αντιδράσεις ανέφεραν 776 άτομα (1,9%) μετά την πρώτη δόση. Οι συχνότερες ήταν εξάνθημα και φαγούρα (σε άλλο σημείο από αυτό του εμβολιασμού). Η μέση ηλικία των ατόμων που ανέφεραν δερματικά συμπτώματα, ήταν τα 41 έτη. Οι αντιδράσεις ήταν πολύ συχνότερες στις γυναίκες (85%) από ό,τι στους άνδρες (15%).
Περισσότεροι από οκτώ στους δέκα (83%) από όσους είχαν δερματική αντίδραση στην πρώτη δόση, δεν είχαν καμία αντίδραση μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου. Μεταξύ της μεγάλης πλειονότητας όσων δεν είχαν καμία αντίδραση στην πρώτη δόση, το 2,3% εμφάνισε κάποια δερματική αντίδραση (συνήθως εξάνθημα ή φαγούρα) μετά τη δεύτερη δόση.
Όπως δήλωσε η δρ Μπλούμενταλ, αυτά τα ευρήματα πρέπει να καθησυχάσουν όσους ανησυχούν για αντιδράσεις στο δέρμα τους, ιδίως εκείνους που είχαν τέτοιες μετά την πρώτη δόση, καθώς η πιθανότητα να συμβεί κάτι ανάλογο μετά τη δεύτερη δόση, είναι πολύ μικρή και σε κάθε περίπτωση τα συμπτώματα είναι ήπια.
Η αλλεργιολόγος του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης δρ Λέισι Ρόμπινσον πρόσθεσε ότι οι όποιες δερματικές αντιδράσεις δεν πρέπει επουδενί να αποτελούν λόγο για να μην κάνει κάποιος τη δεύτερη δόση. Στις πολύ σπάνιες περιπτώσεις που υπάρξει κάποια πιο σοβαρή αντίδραση, ο ασθενής θα πρέπει να αναζητήσει βοήθεια από αλλεργιολόγο ή ανοσολόγο.