Τι αναφέρει μελέτη των Νοσοκομειακών και Πανεπιστημιακών Κέντρων του Στρασβούργου
Τα αντισώματα έναντι της πρωτεΐνης-ακίδας του ιού SARS-CoV-2 που προκαλεί την Covid-19 εξακολουθούν να υπάρχουν «έως και 13 μήνες μετά τη μόλυνση», σύμφωνα με μια μελέτη των Νοσοκομειακών και Πανεπιστημιακών Κέντρων (CHU) του Στρασβούργου.
Η μελέτη αυτή δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, όμως δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί σε κάποια επιστημονική επιθεώρηση. Στις αρχές Μαΐου, μια ιταλική μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα αντισώματα εντοπίζονταν στο αίμα έως και οκτώ μήνες μετά τη μόλυνση.
Οι ερευνητές του Στρασβούργου, με επικεφαλής τη βιολόγο Φλοριάν Γκαλέ και την καθηγήτρια Σαμιρά Φαφί-Κρεμέρ, παρακολούθησαν για πάνω από έναν χρόνο 1.309 ανθρώπους, οι 393 από τους οποίους είχαν προσβληθεί από την Covid-19 και οι υπόλοιποι 916 αποτελούσαν την ομάδα ελέγχου. Στην ομάδα των πρώην ασθενών διαπιστώθηκε ότι έναν χρόνο μετά τη μόλυνση το 97% διατηρούσε ακόμη τα αντισώματα έναντι της πρωτεΐνης-ακίδας (anti-S) μέσω της οποίας ο ιός επιτίθεται στα ανθρώπινα κύτταρα.
Συγκρίνοντας τον αριθμό των επαναλοιμώξεων μεταξύ των 393 πρώην ασθενών με τον αριθμό των λοιμώξεων που καταγράφηκαν αργότερα μεταξύ των 916 ατόμων στην ομάδα ελέγχου, οι ερευνητές υπολόγισαν ότι ο κίνδυνος να νοσήσει κανείς ξανά από την Covid-19 «είναι μειωμένος κατά 96,7% σε όσους είχαν ήδη μολυνθεί», χάρη στη μακρόχρονη παρουσία των αντισωμάτων αυτών.
Οι επιστήμονες αποκάλυψαν επίσης ότι, 13 μήνες μετά την αρχική μόλυνση, τα αντισώματα που υπάρχουν στον οργανισμό αρκούν για να εξουδετερώσουν τον αρχικό ιό και τη βρετανική παραλλαγή του, όχι όμως και τη νοτιοαφρικανική. Η μελέτη υπογραμμίζει ότι ο εμβολιασμός, ακόμη και με μία δόση, «ενισχύει την προστασία έναντι των παραλλαγών και αυξάνει σημαντικά» την ποσότητα των αντισωμάτων.
Η Σαμιρά Φαφί-Κρεμέρ είπε ότι οι επιστήμονες σχεδιάζουν να παρατείνουν τη μελέτη για 18 ή 24 μήνες, «ώστε να εκτιμήσουν καλύτερα τη δυναμική των αντισωμάτων μακροπρόθεσμα». Με βάση τα συμπεράσματά τους, τα αντισώματα «μειώνονται πιο γρήγορα στους άνδρες παρά στις γυναίκες».