Παραιτήθηκαν ο επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης της Γερουσίας και ο επικεφαλής της αστυνομίας του Καπιτωλίο
Ο Ρεπουμπλικάνος απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ έχει αναφερθεί κατά τη διάρκεια συζητήσεων με συνεργάτες του τις τελευταίες εβδομάδες στο ενδεχόμενο να δώσει χάρη στον εαυτό του, δήλωσε πηγή ενημερωμένη σχετικά στο πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς χθες Πέμπτη.
Την ίδια πληροφορία δημοσίευσε νωρίτερα χθες η εφημερίδα The New York Times, επικαλούμενη δύο πηγές, τις οποίες επίσης δεν κατονόμασε.
Εάν πράγματι συμβεί κάτι τέτοιο, θα πρόκειται για πολύ ασυνήθιστη χρήση αυτού του προνομίου του Τραμπ, ο οποίος ηττήθηκε στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 2020 και θα παραδώσει την εξουσία την 20ή Ιανουαρίου.
Ο Λευκός Οίκος απέφυγε να σχολιάσει την πληροφορία.
Ο Τραμπ, ο οποίος το τελευταίο διάστημα απένειμε χάρη ή έδειξε επιείκεια σε διάφορους πολιτικούς συμμάχους και φίλους του, ανέφερε το 2018 σε ανάρτησή του στο Twitter πως έχει «το απόλυτο δικαίωμα» να «απονείμει χάρη στον εαυτό του».
Πιο πρόσφατα, «σε αρκετές συζητήσεις μετά την ημέρα των εκλογών, ο κ. Τραμπ είπε σε συνεργάτες του πως σκέφτεται να δώσει στον εαυτό του χάρη και, σε άλλες περιπτώσεις, τους ρώτησε αν θα έπρεπε και ποιες θα ήταν οι επιπτώσεις νομικά και πολιτικά», ανέφεραν οι πηγές των Τάιμς.
Δεν είναι σαφές εάν ο Τραμπ έθιξε ξανά το ζήτημα μετά την εισβολή οπαδών του στο Καπιτώλιο την Τετάρτη, που ώθησε τα κορυφαία στελέχη των Δημοκρατικών στο Κογκρέσο να εισηγηθούν την παραπομπή του σε νέα δίκη και την παύση του από το αξίωμα «άμεσα».
Συνταγματολόγοι επισημαίνουν ότι δεν είναι ξεκάθαρο εάν ο πρόεδρος της χώρας μπορεί να δώσει χάρη στον εαυτό του. Κανένας πρόεδρος δεν έχει αποπειραθεί κάτι τέτοιο, δεν υπάρχει επομένως νομικό ή δικαστικό προηγούμενο.
«Όταν ο κόσμος με ρωτάει αν ένας πρόεδρος μπορεί να δώσει χάρη στον εαυτό του, η απάντησή μου είναι πάντα ‘λοιπόν, μπορεί να το δοκιμάσει’», χαριτολόγησε ο Μπράιαν Καλτ, συνταγματολόγος στο πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν. «Το Σύνταγμα δεν δίνει ξεκάθαρη απάντηση ως προς το ζήτημα αυτό», εξήγησε.
Άλλοι συνταγματολόγοι επισημαίνουν πάντως ότι το να δώσει ο πρόεδρος χάρη στον εαυτό του θα είναι αντισυνταγματικό, αφού αντίκειται προς την αρχή ότι κανένας δεν μπορεί να είναι δικαστής στην δική του υπόθεση όπως αναφέρει το ΑΠΕ ΜΠΕ.
Παραιτήθηκαν ο επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης της Γερουσίας και ο επικεφαλής της αστυνομίας του Καπιτωλίο
Ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος της Γερουσίας Μιτς Μακόνελ ανακοίνωσε χθες Πέμπτη ότι ζήτησε και έλαβε την παραίτηση με άμεση ισχύ του επικεφαλής της αστυνομίας της Γερουσίας, του Μάικλ Στένγκερ, μία ημέρα μετά την εισβολή οπαδών του Ντόναλντ Τραμπ στο Καπιτώλιο.
Σε ανακοίνωση που δημοσιοποίησε, ο κ. Μακόνελ ανέφερε ότι η υπαρχηγός της υπηρεσίας, η Τζένιφερ Χέμινγουεϊ, θα αναλάβει τον συντονισμό της ασφάλειας της Γερουσίας ώστε να αντιμετωπιστούν τα «σοβαρά» σφάλματα και οι παραλείψεις που καταγράφηκαν, ενόψει της τελετής ορκωμοσίας του Δημοκρατικού εκλεγμένου προέδρου Τζο Μπάιντεν την 20ή Ιανουαρίου.
Νωρίτερα χθες, ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Δημοκρατικών Τσακ Σούμερ — θα αναλάβει πρόεδρος του σώματος την 20ή Ιανουαρίου — είχε διαμηνύσει μιλώντας σε δημοσιογράφους ότι εάν ο κ. Μακόνελ δεν απέπεμπε τον κ. Στένγκερ, θα το έκανε ο ίδιος «την πρώτη ημέρα», κατηγορώντας τον υπεύθυνο για την ασφάλεια της Γερουσίας για παράλειψη καθήκοντος.
Και ο επικεφαλής της αστυνομίας του Καπιτωλίου (US Capitol Police, USCP), ο Στίβεν Σαντ, ανακοίνωσε ότι υπέβαλε την παραίτησή του, με ισχύ τη 16η Ιανουαρίου.
Την παραίτηση του Σαντ απαίτησε η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόσι.
Ο τρόπος που έγινε η εισβολή στο Καπιτώλιο προκάλεσε σωρεία επικρίσεων στις ΗΠΑ. Για να απωθηθούν οι οπαδοί του Τραμπ από τον χώρο επενέβησαν δυνάμεις της Εθνοφρουράς. Δεκάδες αστυνομικοί τραυματίστηκαν. Ορισμένοι νοσηλεύονταν χθες σε κρίσιμη κατάσταση.
Ο εκλεγμένος πρόεδρος Μπάιντεν παρατήρησε ότι αν στο Καπιτώλιο γινόταν «διαδήλωση (του κινήματος) Black Lives Matter, θα είχε αντιμετωπιστεί πολύ διαφορετικά» από ό,τι οι στην πλειονότητά τους λευκοί οπαδοί του Τραμπ, προσθέτοντας δηκτικά «ξέρουμε όλοι ότι αυτό είναι αλήθεια — και είναι απαράδεκτο».
Δεύτερη υπουργός της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ υπέβαλε την παραίτησή της
Η υπουργός Παιδείας των ΗΠΑ Μπέτσι ΝτεΒός έγινε χθες Πέμπτη το δεύτερος μέλος της κυβέρνησης του Ρεπουμπλικάνου απερχόμενου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ που υπέβαλε την παραίτησή της μετά την εισβολή οπαδών του μεγιστάνα στο Καπιτώλιο, σύμφωνα με την εφημερίδα The Wall Street Journal.
Η ΝτεΒός — η αδελφή του Έρικ Πρινς, ιδρυτή της εταιρείας μισθοφόρων Blackwater, που δεν υπάρχει πια, μέγα υποστηρικτή του Τραμπ — επικαλέστηκε τη «ρητορική» του προέδρου.
«Είναι αναντίρρητο ότι η ρητορική σας είχε επίπτωση στην κατάσταση» κι αυτό οδήγησε τη ΝτεΒός να προχωρήσει στην κίνηση αυτή, στηλιτεύει σε δεύτερο πρόσωπο η παραιτηθείσα υπουργός στην επιστολή που απηύθυνε στον Τραμπ, αντίτυπα της οποίας περιήλθαν στην κατοχή αμερικανικών ΜΜΕ.
Πριν από την ΝτεΒός, η Ελέιν Τσάο, υπουργός Μεταφορών της κυβέρνησης Τραμπ και σύζυγος του απερχόμενου προέδρου της Γερουσίας Μιτς Μακόνελ, υπέβαλε επίσης την παραίτησή της, εξαιτίας της αιματηρής εισβολής στο Καπιτώλιο την Τετάρτη.
Ο ίδιος Μακόνελ χαρακτήρισε «στάση» την εισβολή στο εμβληματικό κτίριο της αμερικανικής πρωτεύουσας όπου εδρεύει το Κογκρέσο, κρίνοντας ότι «απέτυχε» και παίρνοντας αποστάσεις από τον Τραμπ.