Κρατείται ήδη ως ύποπτη για τον θάνατο ενός κοριτσιού 3 ετών
Μια νηπιαγωγός που εργαζόταν σε βρεφονηπιακό σταθμό στη Γερμανία, θεωρείται ύποπτη για τη δολοφονία ενός 3χρονου κοριτσιού, ανακοίνωσαν σήμερα οι εισαγγελικές αρχές, που εξετάζουν την εμπλοκή της και σε παλαιότερες, παρόμοιες περιπτώσεις.
Το κοριτσάκι που μέχρι τότε ήταν πολύ καλά στην υγεία του, εισήχθη στα τέλη Απριλίου σε νοσοκομείο, αφού έχασε τις αισθήσεις του, ενώ βρισκόταν στον βρεφονηπιακό σταθμό στο Βίρζεν στη δυτική Γερμανία. Στις 4 Μαΐου άφησε την τελευταία του πνοή. Από τις ιατρικές εξετάσεις που έγιναν στη μικρή, δεν διαπιστώθηκε να έπασχε από κάποιο νόσημα. Όμως το νοσηλευτικό προσωπικό παρατήρησε, ότι τα μάτια του παιδιού έφεραν αιματώματα, κάτι που υποδηλώνει ότι προηγήθηκε κάποια βίαιη ενέργεια σε βάρος του.
Οι υποψίες στράφηκαν γρήγορα στην 25χρονη δασκάλα του παιδιού, η οποία εργαζόταν στον σταθμό από τον Ιανουάριο και παραιτήθηκε από τη θέση της μία ημέρα μετά την εισαγωγή του παιδιού στο νοσοκομείο, όπως εξήγησαν οι εισαγγελείς στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν. Η ύποπτη βρισκόταν μέσα στο δωμάτιο, όπου κοιμούνταν τα παιδιά και ήταν εκείνη που ανέφερε, ότι η μικρή λιποθύμησε, διαβεβαιώνοντας ότι ανάσαινε κανονικά όσο κοιμόταν. Προσπάθησε μάλιστα να της κάνει και καρδιοαναπνευστικές μαλάξεις.
Η γυναίκα συνελήφθη στις 19 Μαΐου και σύμφωνα με την αστυνομία, έκτοτε τηρεί σιγή για το θέμα. Ωστόσο, από τις έρευνες που έγιναν σε τρεις άλλους βρεφονηπιακούς σταθμούς, όπου είχε εργαστεί, διαπιστώθηκε ότι είχαν συμβεί «παρόμοια συμβάντα», που ευτυχώς δεν οδήγησαν στον θάνατο παιδιών, όπως είπε ο επικεφαλής της έρευνας, Γκουίντο Ρόσκαμπ.
Μια πρώτη επίθεση πιθανολογείται ότι έγινε τον Νοέμβριο του 2017 σε βάρος ενός αγοριού 3 ετών. Τότε, η ύποπτη είχε αναφέρει στους συναδέλφους της ότι υπήρχε κάποιο πρόβλημα με το παιδί. Τόσο σε αυτήν την υπόθεση όσο και στις υπόλοιπες, τα παιδιά είχαν βρεθεί αναίσθητα.
Η νεαρή γυναίκα, που σύμφωνα με τους πρώην συναδέλφους της καθόταν στη γωνιά της και δεν παρενέβαινε, όταν τα παιδιά τσακώνονταν μεταξύ τους, ήταν ήδη γνωστή στην αστυνομία, επειδή είχε καταγγείλει ψευδώς, ότι έπεσε θύμα επίθεσης πριν από μερικά χρόνια. Φέρεται ότι τότε είχε αυτοτραυματιστεί στο πρόσωπο με μαχαίρι και στη συνέχεια είπε, ότι δέχτηκε επίθεση σε ένα δάσος. Ως αποτέλεσμα, είχε λάβει ψυχιατρική θεραπεία.
Ο δήμος του Βίρζεν δικαιολόγησε την πρόσληψή της στον παιδικό σταθμό επισημαίνοντας ότι δεν είχε γίνει καμία καταγγελία σε βάρος της μέχρι τώρα.