Θα γίνει ο πρώτος πρωθυπουργός στην ιστορία της χώρας που θα αντιμετωπίσει ποινικές κατηγορίες
Μια νέα σελίδα ανοίγει σήμερα στο Ισραήλ με την έναρξη της δίκης του Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος θα γίνει ο πρώτος πρωθυπουργός στην ιστορία της χώρας που θα αντιμετωπίσει ποινικές κατηγορίες για διαφθορά στη διάρκεια της θητείας του.
Έπειτα από 17 μήνες εκλογικής κρίσης, στη διάρκεια της οποίας έπαιξε την «πολιτική επιβίωσή» του, ο Νετανιάχου αναμένεται στο περιφερειακό δικαστήριο της Ιερουσαλήμ για μια νέα μάχη, δικαστική αυτή τη φορά, για να αποφύγει τη φυλακή και να προστατεύσει τη φήμη του.
Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου είναι συνηθισμένος στις πρωτιές. Είναι ο πρώτος επικεφαλής κυβέρνησης στην ιστορία του Ισραήλ που έχει γεννηθεί μετά τη δημιουργία της χώρας, ο ισραηλινός πολιτικός που έχει παραμείνει τα περισσότερα χρόνια στην πρωθυπουργία, ο σφοδρότερος αντίπάλος του Ιράν... Όμως την τωρινή πρωτιά του, θα προτιμούσε να μην την είχε.
Πριν απ' αυτόν, κατηγορίες για διαφθορά είχαν απαγγελθεί σε βάρος του Εχούντ Ολμέρτ, πρώην σταρ του Λικούντ, του κόμματός του, αλλά αφού είχε παραιτηθεί από την πρωθυπουργία. Ο Ολμέρτ κρίθηκε ένοχος ότι δωροδοκήθηκε και φυλακίσθηκε για 16 μήνες.
Είναι το σενάριο που ο 70χρονος Μπενιαμίν Νετανιάχου προσπαθεί να αποφύγει. Κατηγορείται ότι δέχθηκε πούρα, σαμπάνιες και κοσμήματα αξίας 700.000 σεκέλ (180.000 ευρώ) από πλουσίους με αντάλλαγμα οικονομικές ή προσωπικές χάρες.
Περίπτωση «χωρίς προηγούμενο»
Σύμφωνα με τους ερευνητές της υπόθεσης, ο Νετανιάχου είχε επίσης επιχειρήσει να εξασφαλίσει ευνοϊκή κάλυψη από τη μεγαλύτερη επί πληρωμή εφημερίδα του Ισραήλ, την Γεντιότ Αχρονότ.
Και κυρίως η δικαιοσύνη υποψιάζεται τον Νετανιάχου ότι έκανε κυβερνητικές χάρες, που μπορεί να απέφεραν εκατομμύρια δολάρια στον επικεφαλής της ισραηλινής εταιρείας τηλεπικοινωνιών Bezeq, ως αντάλλαγμα για την ευνοϊκή κάλυψή του από ένα από τα μέσα ενημέρωσης του ομίλου, τον ιστότοπο Walla.
Από τις τρεις υποθέσεις για τις οποίες θα δικασθεί ο Νετανιάχου, αυτή η τελευταία είναι η πιο εκρηκτική, αλλά ίσως και η πιο περίπλοκη.
«Στις κλασικές υποθέσεις διαφθοράς, όλα γυρίζουν γύρω από το χρήμα (...) όμως εδώ πρόκειται για διαφθορά για να επιτύχεις ευνοϊκή δημοσιογραφική κάλυψη. Αυτό είναι χωρίς προηγούμενο», σημειώνει ο Αμίρ Φουκς, ερευνητής στο Δημοκρατικό Ινστιτούτο του Ισραήλ, ένα κέντρο έρευνας στην Ιερουσαλήμ.
Πώς αποδεικνύονται δημοσιογραφικές χάρες; «Δεν είναι απλώς να προσφέρεις ευνοϊκή κάλυψη (στον Νετανιάχου), να λες καλά πράγματα γι' αυτόν (...), είναι να του παραχωρείς τον πλήρη συντακτικό έλεγχο στα συγκεκριμένα κείμενα και τις φωτογραφίες», προσθέτει.
Έπειτα από σασπένς που διήρκεσε μήνες, τον Νοέμβριο 2019 ο γενικός εισαγγελέας Αβισάι Μάντελμπλιτ απήγγειλε κατηγορίες σε βάρος του Νετανιάχου, κάτι που είχε θεωρηθεί τότε από τους επικριτές του «καταδίκη σε πολιτικό θάνατο».
Όμως ο «Μπίμπι», όπως τον επονομάζουν οι Ισραηλινοί, κατάφερε να παραμείνει επικεφαλής στο κόμμα του, να κερδίσει την πρώτη θέση στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, να διαπραγματευθεί μια συμφωνία μοιράσματος της εξουσίας με τον αντίπαλό του Μπένι Γκαντς και έτσι να παραμείνει πρωθυπουργός.
«Σύγκρουση συμφερόντων»
Η δίκη του επρόκειτο να αρχίσει στα μέσα Μαρτίου, όμως η πανδημία της Covid-19 την έκανε να αναβληθεί μέχρι τις 24 Μαΐου.
Οι συνήγοροι του Νετανιάχου είχαν ζητήσει να μην χρειαστεί να εμφανισθεί ο πελάτης τους στην έναρξη της δίκης σήμερα το απόγευμα (15:00 τοπική ώρα και ώρα Ελλάδας), καθώς αυτή μπορεί να διαρκέσει μήνες, ακόμη και χρόνια αν συμπεριλάβει κανείς τις δυνατές εφέσεις.
Όμως το δικαστήριο επιβεβαίωσε τις τελευταίες ημέρες πως ο πρωθυπουργός οφείλει να είναι παρών στην ακροαματική συνεδρίαση, κατά την οποια θα αναγνωσθούν οι κατηγορίες. «Δεν μπορεί να δικάζεται κάποιος για ποινικές κατηγορίες παρά μόνο εφόσον είναι παρών», επέμειναν οι δικαστές.
Στο Ισραήλ ο πρωθπουργός δεν διαθέτει δικαστική ασυλία, όμως, αντίθετα από τους άλλους αιρετούς αξιωματούχους και τους δημόσιους λειτουργούς, δεν χρειάζεται να παραιτηθεί ούτε να αποχωρήσει από την πρωθυπουργία στη διάρκεια της δίκης του.
Για τον Γιουβάλ Σάνι, καθηγητή του δικαίου στο εβραϊκό πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου θα έχει «σύγκρουση συμφερόντων» διότι είναι «επικεφαλής της κυβέρνησης και συνεπώς υπεύθυνος για σημαντικό αριθμό αποφάσεων που μπορούν να επεηρεάσουν τη ζωή των ανθρώπων» και ταυτόχρονα «κατηγορούμενος που δίνει μάχη εναντίον των κυβερνητικών θεσμών που τον διώκουν».
Θα βρεθεί συνεπώς στη θέση να ηγείται μιας κυβέρνησης, αλλά και να την εξασθενεί, εξ ου και τίθεται για τον πληθυσμό το ερώτημα αν οι αποφάσεις θα λαμβάνονται προς το συμφέρον της χώρας ή προς το συμφέρον ενός κατηγορούμενου πρωθυπουργού, υπογραμμίζει ο Σάνι.
Μετά την πρώτη ημέρα της δίκης του, οι τρεις δικαστές του δικαστηρίου της Ιερουσαλήμ που επελέγησαν από το Ανώτατο Δικαστήριο γι' αυτή την πρωτοφανή υπόθεση θα μπορούν να ζητούν από τον πρωθυπουργό να παρευρίσκεται σε διάφορες ακροαματικές συνεδριάσεις.
Ο ενδιαφερόμενος διακηρύσσει την αθωότητά του, καταγγέλλει μια συνωμοσία που εξυφάνθηκε εναντίον του από τη δικαιοσύνη, αλλά θα μπορούσε επίσης, ανά πάσα στιγμή μέχρι την ετυμηγορία, «να διαπραγματευθεί μια ποινή» με τον εισαγγελέα, όπως του επιτρέπει το ισραηλινό δίκαιο.