Μετέτρεψαν κύτταρα του δέρματος απευθείας σε κύτταρα του ματιού
Επιστήμονες στις ΗΠΑ ανακάλυψαν μία νέα τεχνική απευθείας επαναπρογραμματισμού των κυττάρων του δέρματος και μετατροπής τους σε φωτοευαίσθητα κύτταρα του ματιού, καταφέρνοντας έτσι να αποκαταστήσουν την όραση σε τυφλά πειραματόζωα (ποντίκια), τουλάχιστον σε έναν βαθμό, έτσι ώστε τα ζώα να μη βλέπουν πια γύρω τους μόνο σκοτάδι.
Η δημιουργία στο εργαστήριο των κυτταρικών φωτοϋποδοχέων (ραβδίων) και η εμφύτευσή τους στο πίσω μέρος των ματιών των τρωκτικών επέτρεψε στα τελευταία να ανιχνεύουν πλέον το φως. Οι ερευνητές του Εθνικού Οφθαλμολογικού Ινστιτούτου (ΝΕΙ), μέρους των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας των ΗΠΑ, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature».
Μέχρι σήμερα οι επιστήμονες είχαν αντικαταστήσει τα φωτοευαίσθητα κύτταρα στα μάτια ζώων καταφεύγοντας πρώτα σε ένα ενδιάμεσο στάδιο, στη δημιουργία βλαστικών κυττάρων από κύτταρα δέρματος ή αίματος και στη συνέχεια τα βλαστοκύτταρα αναπρογραμματίζονταν για να γίνουν ραβδία. Τώρα, για πρώτη φορά, κατέστη εφικτό να παραλειφθεί η ενδιάμεση διαδικασία και να μετατραπούν άμεσα -μέσω χημικού αναπρογραμματισμού με ένα «κοκτέιλ» πέντε ουσιών- τα δερματικά κύτταρα (ινοβλάστες) σε κύτταρα του ματιού.
«Η νέα τεχνική μάς δίνει μία ταχύτερη στρατηγική για την ανάπτυξη θεραπειών για την ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας και άλλων διαταραχών του αμφιβληστροειδούς, όπως η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, που προκαλούνται από την απώλεια φωτοϋποδοχέων», δήλωσε ο ερευνητής Ανάντ Σουαρούπ του Εργαστηρίου Νευροβιολογίας και Νευροεκφύλισης του ΝΕΙ όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η αξιοποίηση πολυδύναμων βλαστικών κυττάρων που έχουν προκύψει από αναπρογραμματισμό ενήλικων σωματικών κυττάρων (όχι εμβρυικών) μπορεί να είναι χρονοβόρα και να απαιτήσει έως έξι μήνες, μέχρι τα νέα κύτταρα ή οι ιστοί να είναι έτοιμοι για μεταμόσχευση. Αντίθετα, ο απευθείας αναπρογραμματισμός από δερματικά κύτταρα σε κύτταρα του ματιού δεν χρειάζεται περισσότερες από δέκα ημέρες, σύμφωνα με τους ερευνητές, οι οποίοι σχεδιάζουν ήδη μία κλινική δοκιμή σε ανθρώπους, ενώ παράλληλα δημιούργησαν τη νεοφυή εταιρεία (start-up) CIRC για να αξιοποιήσουν εμπορικά τη μέθοδό τους.