Ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας είναι η τέταρτη πιο συχνή μορφή καρκίνου παγκοσμίως
Δείγματα ούρων ή κολπικών υγρών μπορεί να είναι το ίδιο αποτελεσματικά με το τεστ Παπανικολάου στον εντοπισμό των γυναικών που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, σύμφωνα με νέα έρευνα.
Ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας είναι η τέταρτη πιο συχνή μορφή καρκίνου παγκοσμίως.
Τα ευρήματα της συγκεκριμένης μελέτης, που παρουσιάστηκαν χτες στο φετινό Συνέδριο του Βρετανικού Ινστιτούτου Έρευνας για τον Καρκίνο, έδειξαν ότι η διαδικασία συλλογής δείγματος ούρων και κολπικών εκκριμάτων και η εν συνεχεία εργαστηριακή τους εξέταση ταυτοποίησε σωστά το 80% των γυναικών με «προ-καρκινικές» ενδείξεις, όταν χρησιμοποιήθηκε δείγμα 600 γυναικών που ήταν γνωστό πως έχουν τέτοιου τύπου αλλοιώσεις.
Αν και η εξέταση για τον καρκίνο του τράχηλου της μήτρας μπορεί να σώσει ζωές, δεν είναι λίγες οι γυναίκες που θεωρούν τη διαδικασία πολύ δυσάρεστη, ντροπιαστική ή ανησυχούν ότι θα πονέσουν, με αποτέλεσμα, σύμφωνα με βρετανικά στατιστικά δεδομένα μία στις τέσσερις γυναίκες να μην κλείνει εντέλει ραντεβού. Οι βρετανοί ερευνητές που διεξήγαγαν αυτή την έρευνα ελπίζουν ότι αυτός ο ευκολότερος τρόπος εξετάσων θα γίνει ρουτίνα για τις γυναίκες μέσα στα επόμενα τρία με πέντε χρόνια.
Αυτή τη στιγμή, δείγματα από τον κόλπο λαμβάνονται από γυναικολόγους για την ανίχνευση μη φυσιολογικών αλλοιώσεων στον τράχηλο της μήτρας. Μη φυσιολογικά ευρήματα συνήθως οδηγούν στην πραγματοποίηση περισσότερο ευαίσθητων διαγνωστικών διαδικασιών. Ορισμένες φορές, αν τα ευρήματα των εξετάσεων είναι οριακά, το δείγμα αναλύεται για πιθανή ύπαρξη κάποιο τύπου του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων που μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του τράχηλου της μήτρας.
Ο κρατικός φορέας δημόσιας υγείας της Αγγλίας (Public Health England) έχει ήδη ξεκινήσει τις έρευνες για μια εξέταση σαν το τεστ Παπανικολάου που θα διεξάγεται στο σπίτι, ενώ υπάρχουν μελέτες που έχουν δείξει ότι ο ιός των ανθρώπινων θηλωμάτων μπορεί να εντοπιστεί και στα ούρα, κάτι που σημαίνει ότι μια λιγότερο επεμβατική μέθοδος μπορεί να καταστεί δυνατή.
Μελετητές από το Πανεπιστήμιο «Queen Mary» του Λονδίνου δημιούργησαν ένα είδος εξετάσεων, που βασίζεται στην διερεύνηση της ύπαρξης χημικών αλλαγών στο DNA των φορέων του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων και αποτελεί έναν αξιόπιστο τρόπο οι γυναίκες που φέρουν τον ιό να γνωρίζουν εάν έχουν αυξημένες πιθανότητες εμφάνισης καρκινικών ή προκαρκινικών κυττάρων. Αυτοί εξήγησαν ότι οι γυναίκες θα στέλνουν τα δείγματα ούρων και αυτά που έχουν συλλέξει από τον κόλπο για εργαστηριακή ανάλυση.
Ο εν λόγω τρόπος εξέτασης διερευνά κατά πόσον τέσσερις τύποι του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων που συνδέονται με αυξημένες πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου του τράχηλου της μήτρας έχουν υποστεί μετάλλαξη μέσω μιας διαδικασίας που ονομάζεται μεθυλίωση.
Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι τα υψηλά επίπεδα μεθυλίωσης σε ορισμένες περιοχές του DNA συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο ορισμένα κύτταρα να γίνουν καρκινικά ή και με την ίδια την ύπαρξη καρκινικών κυττάρων.
«Ορισμένες μορφές του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων θα εξαφανισθούν μόνες τους, αυτές όμως οι λοιμώξεις που έχουν υποστεί μεθυλίωση είναι λιγότερο πιθανό να το κάνουν», δήλωσε ο καθηγητής Τζακ Κιούζικ του Πανεπιστημίου «Queen Mary».
Η ερευνητική ομάδα ανέλυσε δεδομένα από 600 γυναίκες που είχαν υποβληθεί σε κολποσκόπηση για να εξετάσουν τον τράχηλό τους. Κάθε γυναίκα εξετάστηκε για τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV). Παράλληλα οι γυναίκες έδιναν για εξέταση δείγμα κολπικών εκκριμάτων που είχαν συλλέξει μόνες τους, ενώ οι 500 από αυτές παρείχαν και δείγματα ούρων. Οι ερευνητές διερεύνησαν μέσω αυτών των δειγμάτων τα επίπεδα μεθυλίωσης του DNA.
Διαπιστώθηκε ότι αυτός ο τρόπος εξέτασης, που ονομάζεται S5 είχε 73% πιθανότητα να εντοπίσει σωστά τις γυναίκες που είχαν μη φυσιολογικές κυτταρικές αλλοιώσεις σε προχωρημένο στάδιο, όπως φάνηκε και από την κολποσκόπηση και η αποτελεσματικότητα του έφτασε το 96% όταν εφαρμόστηκε σε γυναίκες - φορείς του ιού HPV.
«Είναι η πρώτη φορά που η εξέταση μεθυλίωσης μπορεί να γίνει με ένα δείγμα που γυναίκες έχουν συλλέξει μόνες τους», δήλωσε ο Κιούζικ.
Η Μπελίντα Νεντάι, μέλος της ερευνητικής ομάδας, εξήγησε ότι τα δείγματα που λαμβάνονται στο σπίτι μπορούν να χρησιμοποιηθούν τόσο για τη διερεύνηση της ύπαρξης ή μη καρκινικών ή προκαρκινικών κυττάρων, που θα οδηγήσουν σε περαιτέρω εξετάσεις και κολποσκόπηση όσο και για την διερεύνηση της μόλυνσης από τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων. Αυτό, κατά την ίδια, ενδέχεται να σημαίνει ότι βρισκόμαστε μπροστά στην αντικατάσταση του τεστ Παπανικολάου από μια πολύ πιο απλή διαδικασία συλλογής δείγματος ούρων και κολπικών εκκριμάτων από το σπίτι. Τονίζει, βέβαια, ότι αυτός ο τρόπος θα πρέπει να αφορά κατά κύριο λόγο τις γυναίκες που δεν κλείνουν τακτικά ραντεβού για διαγνωστικές εξετάσεις.