Εισαγγελείς της Νέας Υόρκης άσκησαν διώξεις κατά της τουρκικής τράπεζας για απάτη και ξέπλυμα χρήματος
Η τράπεζα Halkbank της Τουρκίας δήλωσε σήμερα, πως οι κατηγορίες που απήγγειλαν οι ΗΠΑ σε βάρος της, ισοδυναμούν με κλιμάκωση των κυρώσεων, που επέβαλε η Ουάσινγκτον στην Άγκυρα για τη στρατιωτική εισβολή της στη Συρία, ενώ ο Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν τις χαρακτήρισε ένα «παράνομο, άσχημο βήμα».
Αμερικανοί εισαγγελείς απήγγειλαν κατηγορίες χθες Τρίτη, σε βάρος της κρατικής ιδιοκτησίας τράπεζας για συμμετοχή σε κύκλωμα αποφυγής των κυρώσεων των ΗΠΑ στο Ιράν. Ως αποτέλεσμα, η μετοχή της Halkbank σημείωσε πτώση έως 7% σήμερα, παρά μια νέα απαγόρευση των ανοικτών πωλήσεων. Η κίνηση αυτή έγινε μία ημέρα μετά την επιβολή κυρώσεων από την Ουάσινγκτον σε Τούρκους αξιωματούχους, την αύξηση των δασμών και τη διακοπή εμπορικών συνομιλιών, σε μια προσπάθεια να πιεσθεί η Άγκυρα, για να σταματήσει τις επιθέσεις εναντίον της κουρδικής πολιτοφυλακής YPG στη βορειοανατολική Συρία.
Σύμφωνα με τις κατηγορίες που απαγγέλθηκαν από δικαστήριο της Νέας Υόρκης, η δεύτερη μεγαλύτερη κρατική τράπεζα της Τουρκίας διενήργησε απάτη, ξέπλυμα χρήματος και άλλα αδικήματα που σχετίζονται με τις κυρώσεις. «Οι κατηγορίες απαγγέλθηκαν στο πλαίσιο των κυρώσεων που επιβλήθηκαν εναντίον της χώρας μας από την κυβέρνηση των ΗΠΑ σε απάντηση για την Επιχείρηση Πηγή Ειρήνης, η οποία ξεκίνησε ηρωικά από τον τουρκικό στρατό προκειμένου να ασφαλίσει τα σύνορά μας και να εγκαθιδρύσει την ειρήνη στην περιοχή», ανέφερε η τράπεζα για την εισβολή που εισήλθε σήμερα στην όγδοη μέρα της.
Η Halkbank είπε, ότι δεν έχει εμπλακεί σε παραβίαση των κυρώσεων, όπως κατηγορείται και δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία του υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, αφού δεν έχει παραρτήματα, ούτε υπαλλήλους στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Ως εκ τούτου, η απόφαση να απαγγελθούν κατηγορίες, είναι μία χωρίς προηγούμενο νομική υπερβολή», ανέφερε. Η απαγγελία κατηγοριών σε βάρος της Halkbank ακολουθεί μια προηγούμενη υπόθεση, που ήρθε στο φως το 2016 εναντίον του Τουρκοϊρανού εμπόρου χρυσού, Ρεζά Ζαράμπ, ο οποίος κατηγορείτο, ότι είχε κεντρικό ρόλο στο κύκλωμα αποφυγής των κυρώσεων.
Ο Μεχμέτ Χακάν Ατίλα, πρώην αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Halkbank, συνελήφθη στη Νέα Υόρκη τον επόμενο χρόνο και αργότερα καταδικάστηκε σε φυλάκιση 32 μηνών. Ο Ζαράμπ δήλωσε ένοχος και έδωσε κατάθεση στους εισαγγελείς των ΗΠΑ. Είπε πως το Ιράν, με τη βοήθεια της Halkbank και αξιωματούχων της τουρκικής κυβέρνησης, περιλαμβανομένου του Τούρκου Προέδρου, Ταγίπ Ερντογάν, χρησιμοποίησε έναν περίπλοκο ιστό εταιριών-βιτρινών και ψεύτικων συναλλαγών σε χρυσό, τρόφιμα και φάρμακα για να αποφύγει τις κυρώσεις των ΗΠΑ.
Η Τουρκία χαρακτήρισε την υπόθεση πολιτική συνωμοσία εναντίον της κυβέρνησης του Ερντογάν και είπε, ότι είναι προέκταση μιας εγχώριας έρευνας για διαφθορά το 2013, η οποία σύμφωνα με την Άγκυρα είχε αφετηρία το δίκτυο του Φετουλάχ Γκιουλέν, ενός μουσουλμάνου ιερωμένου που ζει στις ΗΠΑ. Ο Ερντογάν δήλωσε στους δημοσιογράφους στην Άγκυρα, πως η υπόθεση της Halkbank είχε «θεωρητικά κλείσει. Αλλά τώρα έχουν κάνει ένα παράνομο, άσχημο βήμα με τους εισαγγελείς της βόρειας Νέας Υόρκης ανοίγοντάς την και πάλι». «Θα δούμε την απόφαση που θα λάβουν, και θα (απαντήσουμε) αναλόγως», προσέθεσε.