Πρόκειται για το μεγαθήριο των 13,7 δισ. δολαρίων της Amazon
Whole Foods τη λένε και είναι σήμερα το «πράσινο» μεγαθήριο της Amazon, μια εταιρία που έχει διανύσει τη δική της περιπετειώδη διαδρομή ως την επιτυχία και τη δικαίωση.
Σε μια πορεία 39 ετών, ο συνιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος John Mackey πήρε τη Whole Foods του από το χέρι και τη μετέτρεψε από ένα εναλλακτικό μαγαζάκι βιολογικών προϊόντων για τους χίπις του Όστιν σε έναν διεθνή κολοσσό.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, όταν η Whole Foods δεν ήταν παρά μερικές αποθήκες και 19 υπάλληλοι. Σε εποχές δηλαδή που οι οργανικές τροφές ήταν ακόμα στα σπάργανα. Μόνο που ο Mackey φύτεψε νωρίς τον βιολογικό σπόρο και ήταν εκεί για να θερίσει πριν από όλους!
Μέσω εξαγορών άλλων αλυσίδων οργανικών προϊόντων στα μήκη και τα πλάτη των ΗΠΑ, η Whole Foods γιγαντώθηκε τελικά πέρα από κάθε φαντασία. Έτσι γίγαντα τη βρήκε η Amazon το 2017 και την εξαγόρασε έναντι 13,7 δισ. δολαρίων, μόνο που η ιστορία της ήταν συχνά-πυκνά τρικυμιώδης.
Όλα ξεκινούν λοιπόν το 1978 στο Όστιν του Τέξας, όταν κάποιος John Mackey ανοίγει ένα μαγαζάκι με βιολογικά τρόφιμα. Safer Way Natural Foods το λέει και μέχρι το 1980 είχε συγχωνευτεί με άλλο ένα μαγαζάκι οργανικών προϊόντων (Clarksville Natural Grocery), δίνοντας υπόσταση στο πρώτο κατάστημα Whole Foods Market.
Το οποίο δεν έμελλε να μακροημερεύσει, καθώς καταστράφηκε από την πλημμύρα της επόμενης χρονιάς. Το ξανάστησαν όμως σε χρόνο-ρεκόρ, ανοίγοντας τις νέες πύλες του μέσα σε 28 ημέρες.
O Mackey διείδε νωρίς την αποτελεσματικότητα του μοντέλου των συγχωνεύσεων/απορροφήσεων και έτσι πορεύτηκε από την αρχή. Με αυτόν τον τρόπο έμπαινε σε νέες αγορές, αποκτώντας μικρά τοπικά μαγαζιά με οργανικά προϊόντα και μεταμορφώνοντάς τα σε καταστήματα της Whole Foods.
Μέχρι το 1984 η εταιρία του είχε επεκταθεί στο γειτονικό Χιούστον και απασχολούσε πια 600 ανθρώπους. Τον Ιανουάριο του 1992, ο Mackey κατέβασε τη φίρμα του στο χρηματιστήριο, αριθμώντας 12 καταστήματα σε Τέξας, Καλιφόρνια, Βόρεια Καρολίνα και Λουιζιάνα.
Η επέκταση συνεχιζόταν σταθερά και το 1997 τα ετήσια έσοδα της Whole Foods ξεπέρασαν για πρώτη φορά το 1 δισ. δολάρια, μετρώντας πια 70 καταστήματα σε 16 πολιτείες. Το 2002 βγήκε για πρώτη φορά εκτός ΗΠΑ, ανοίγοντας ένα κατάστημα στο Τορόντο του Καναδά.
Το 2005 η εταιρία μετακόμισε στο τεραστίων διαστάσεων στρατηγείο της στο Όστιν, που καταλαμβάνει ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο και φιλοξενεί το μεγαλύτερο σουπερμάρκετ βιολογικών προϊόντων του κόσμου. Μέχρι το 2007 ήταν πλέον τόσο μεγάλο μέγεθος που η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ είχε πρόβλημα με την εξαγορά της Wild Oats από τη Whole Foods, καθώς πια θα μιλούσαμε για σωστό μονοπώλιο στα οργανικά προϊόντα.
Ο Mackey απάντησε ανοίγοντας ένα κατάστημα-ναυαρχίδα στο Λονδίνο, εξαγοράζοντας μια βρετανική αλυσίδα βιολογικών προϊόντων (Fresh & Wild). Κι εκεί που πήγαιναν όλα καλά, το 2008 λίγο έλειψε να βάλει λουκέτο! Η μετοχή της καταποντίστηκε κατά 76% σε έναν μόλις χρόνο και ο Mackey αναγκάστηκε να πουλήσει το 17% της εταιρίας του για να την κρατήσει ζωντανή. Η επενδυτική φίρμα Leonard Green & Partners επέστρεψε το ποσοστό της στη Whole Foods το 2011, βγάζοντας κέρδος 1 δισ. δολαρίων.
Άλλη μια μεγάλη περιπέτεια είχε το 2015, όταν τα οργανικά προϊόντα έγιναν μόδα και πολλοί μεγάλοι παίκτες εισέβαλλαν με φόρα στην αγορά. Ο λυσσαλέος ανταγωνισμός έστεψε τελικά νικητή τη Walmart ως τον μεγαλύτερο προμηθευτή βιολογικών προϊόντων στην Αμερική και οι επενδυτές φαινόταν πως γύριζαν την πλάτη στη Whole Foods.
Η οποία ανέκαμψε σταδιακά μέσα σε δύο χρόνια και ήταν πανέτοιμη για την εξαγορά-μαμούθ της από την Amazon τον Αύγουστο του 2017. Κάτω από την ηγεσία του γίγαντα του ηλεκτρονικού εμπορίου, έχει επεκτείνει πλέον τις δραστηριότητές της και δεν φοβάται κανέναν ανταγωνισμό...