«Οι πινακίδες δεν αφαιρέθηκαν γιατί είχαν σχέση με τη μειονότητα, αλλά διότι ήταν εκτός των προδιαγραφών»
Λόγω της αφαίρεσης των δίγλωσσων πινακίδων στα μειονοτικά χωριά του δήμου Φοινίκης υπήρξαν αντιδράσεις στην ελληνική ομογένεια της Αλβανίας. Σε κοινή δήλωσή τους η πολιτική οργάνωση της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας στη γειτονική χώρα, Ομόνοια, καθώς και το Κόμμα Ένωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατήγγειλαν τη διαδικασία και έκαναν λόγο για «αυταρχικά χαρακτηριστικά» της κυβέρνησης Ράμα.
Λίγα 24ωρα αργότερα, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στην εκδήλωση «Ευρωπαϊκή Εβδομάδα», όπου παρευρίσκονταν και οι πρεσβευτές των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα Τίρανα, ο Έντι Ράμα αναφέρθηκε στο θέμα και διαβεβαίωσε πως οι πινακίδες δεν αφαιρέθηκαν επειδή είχαν ως πρώτη γλώσσα την ελληνική, αλλά διότι δεν είχε ληφθεί η σχετική άδεια και δεν τηρούνταν οι προδιαγραφές της οδικής ασφάλειας.
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα himara.gr, ο Αλβανός πρωθυπουργός προσέθεσε πως, αρχίζοντας από αύριο, θα επανατοποθετηθούν επί τη βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας αναφορικά με το «δίγλωσσο» και τις τεχνικές προδιαγραφές για την οδική ασφάλεια. Η αλλαγή που θα έχουν, αφορά το γεγονός ότι πρώτα θα εμφανίζεται η αλβανική γλώσσα και στη συνέχεια η ελληνική.
«Και τι δεν λέγεται από εδώ, και τι μεταφέρεται εκεί (στην Ελλάδα) κάθε φορά από φωνές και πήγες που αναζητούν διενέξεις. Αλλά, είναι πολύ απλό: οι πινακίδες δεν αφαιρέθηκαν γιατί είχαν σχέση με τη μειονότητα, αλλά διότι ήταν εκτός των προδιαγραφών και χωρίς να έχουν ληφθεί υπόψη τα κριτήρια ασφαλείας, έχοντας παραβλέψει την ανάγκη (λήψεως) μίας άδειας. Αύριο θα τοποθετηθούν και μέχρι την Πέμπτη θα έχουν τοποθετηθεί όλες, βάσει νόμου και τεχνικών προδιαγραφών», σημείωσε ο Έντι Ράμα.
Και πρόσθεσε: «Προς όλους εκείνους που παριστάνουν τον πατριώτη ή τον υπερπατριώτη, επειδή σε μια περιοχή που ζει η μειονότητα υπάρχουν πινακίδες γραμμένες και στα ελληνικά, τους λέω ότι εμείς είμαστε χώρα ευρωπαϊκή και όταν αναφερόμαστε στην Ευρώπη, μιλάμε και γι’ αυτό. Εκτός από την παράδοση μας, του σεβασμού και της ίσης μεταχείρισης του καθενός, ανεξαρτήτως εθνικότητας, που ζει σε αυτή τη χώρα…».