Ο πρώην αντιπρόεδρος Μπούντεστακ τονίζει την άσχημη οικονομική κατάσταση της Τουρκίας
Η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ δεν είναι εφικτή, αλλά οι σχέσεις μπορούν να συνεχιστούν, κατά τον πρώην αντιπρόεδρο της γερμανικής Βουλής και βουλευτή του Χριστιανοκοινωνικού Κόμματος της Βαυαρίας (CSU), Γιοχάνες Ζιγκχάμερ. Τομείς της μελλοντικής σχέσης της ΕΕ με την Τουρκία είναι η ενίσχυση της Tελωνειακής Eνωσης, της συμφωνίας για το μεταναστευτικό, της καταπολέμησης της διεθνούς τρομοκρατίας και οι επενδύσεις στις υποδομές. Σε καμία περίπτωση η ΕΕ δεν πρέπει όμως να υποχωρήσει σε θέματα κράτους δικαίου, ελευθερίας της έκφρασης και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
«Υπάρχουν δύο χώρες στην Ευρώπη οι οποίες συνδέονται πολύ στενά με την Τουρκία. Η Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής της εγγύτητας και η Γερμανία λόγω της ιδιάζουσας σχέσης με τα 3 εκατ. πολίτες τουρκικής καταγωγής που ζουν στη χώρα μου και του γεγονότος ότι είναι ο δεύτερος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας. Και οι δύο χώρες μας προφανώς ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας» είπε ο πρώην αντιπρόεδρος της γερμανικής Βουλής και βουλευτής του Χριστιανοκοινωνικού Κόμματος της Βαυαρίας (CSU), Γιοχάνες Ζιγκχάμερ στην ομιλία του πριν τη συζήτηση με θέμα «Οι σχέσεις ΕΕ - Τουρκίας, αδιέξοδο ή προοπτική», την οποία διοργάνωσε χτες το βράδυ στο Ινστιτούτο Γκαίτε της Αθήνας το -προσκείμενο στο κόμμα του- Ιδρυμα Χανς Ζάιντελ.
«Ο τίτλος της συζήτησης τα λέει όλα. Πολλά πράγματα έρχονται στον νου με την λέξη αδιέξοδο. Ένα από αυτά είναι η τελευταία ταξιδιωτική οδηγία του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών προς τους Γερμανούς πολίτες που θέλουν να ταξιδέψουν στην Τουρκία, στην οποία αναφέρεται ότι τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι Γερμανοί πολίτες συλλαμβάνονται στην Τουρκία. Αιτία είναι η ελεύθερη έκφραση για θέματα τα οποία στην Τουρκία αποτελούν αφορμή για σύλληψη λ.χ. όποιος ασκεί κριτική στον κ. Ερντογάν μέσω τουίτερ. Ας το σκεφτεί καλύτερα αν θέλει να ταξιδέψει στην Τουρκία» τόνισε ο κ. Ζιγκχάμερ όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Ο πρώην αντιπρόεδρος της Μπούντεστακ υπενθύμισε ότι τόσο ο Ευρωπαίος Επίτροπος για τη διεύρυνση, ο αυστριακός Γιοχάνες Χαν, όσο και ο επικεφαλής του ψηφοδελτίου τους Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (CSU), Μάνφρεντ Βέμπερ, εξέφρασαν πρόσφατα την αντίθεσή τους στην συνέχιση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας, ενώ η τελευταίες εκθέσεις της ΕΕ για την εξέλιξή τους διαπιστώνουν πολλά προβλήματα, ενώ πρόοδο δεν έχουμε σχεδόν καμία. Η οικονομία της Τουρκίας βρίσκεται σε άσχημη κατάσταση, ο πληθωρισμός καλπάζει και ένα σημαντικό μέρος των χρεών της πρέπει να αποπληρωθεί σε ξένο νόμισμα και όχι με λίρες. Ελευθερία έκφρασης δεν υπάρχει, όπως επίσης δεν γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα των εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων, των Χριστιανών, το τελευταίο τα γνωρίζετε πολύ καλύτερα εσείς οι Ελληνες. Πληθαίνουν, επίσης, και οι αιτήσεις Τούρκων πολιτών που ζητούν πολιτικό άσυλο στην Γερμανία, αυξάνονται ραγδαία. Εισάγονται επίσης εσωτερικά προβλήματα της Τουρκίας στη χώρα μου τα τελευταία χρόνια. Η δε πρόσφατη επίσκεψη του κ. Ερντογάν στη Γερμανία ήταν μεν σημαντική, αλλά δεν είχε ιδιαίτερη επιτυχία. Ούτε όμως και στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας δεν έχουμε δει κάποια πρόοδο. Εν τούτοις δεν μπορούμε να μείνουμε στην περιγραφή της κατάστασης, θέλουμε να δούμε τι θα γίνει στο μέλλον, ποιές προοπτικές βλέπουμε σε αυτήν την δύσκολη κατάσταση. Η Τουρκία είναι ένα κράτος υπερήφανο, μεγάλο, έχει 80 εκ κατοίκους, βρίσκεται σε ένα κεντρικό σημείο της παγκόσμιας πολιτικής, οπότε είναι προς το συμφέρον της Ευρώπης να μπορούμε να έχουμε μια καλή συνεργασία με αυτό το κράτος», συνέχισε.
Στη συνέχεια, ο κ. Ζιγκχάμερ αφού απέκλεισε την ένταξη της γειτονικής χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση περιέγραψε το πλαίσιο, τους τέσσερις τομείς της μελλοντικής συνεργασίας με την Τουρκία: «Η ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. δεν είναι εφικτή, αλλά οι σχέσεις μπορούν να συνεχιστούν σε διάφορες τομείς. Πρώτος είναι η διεύρυνση της Τελωνειακής Ενωσης, από την οποία η Τουρκία έχει όφελος στην παρούσα δύσκολη οικονομική κατάσταση, δεύτερος είναι η συνεργασία στο προσφυγικό, η οποία παρά τις όποιες δυσκολίες έχει περιθώρια να διευρυνθεί, τρίτος η επίσης διευρυμένη συνεργασία για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, όχι όπως την εννοεί όμως η Τουρκία, όπου όποιος διαφωνεί με τον ηγέτη της θεωρείται τρομοκράτης, αλλά τη διεθνούς τρομοκρατίας. Έχουμε κοινό συμφέρον να καταπολεμήσουμε την διεθνή τρομοκρατία η οποία εξακολουθεί να απειλεί την ευρωπαϊκή σταθερότητα. Τέταρτος τομέας είναι οι επενδύσεις στις υποδομές της Τουρκίας λ.χ. στο σιδηροδρομικό της δίκτυο. Υπάρχει δηλαδή μια σειρά βημάτων που μπορούν αν γίνουν ώστε να υπάρξει μια αλληλοπροσέγγιση», όπως υπογράμμισε.
Πάντως, ο κ. Ζιγκχάμερ ήταν σαφής ότι και η συνεργασία σε αυτό το πλαίσιο προϋποθέτει τον εκδημοκρατισμό της Τουρκίας: «Εκείνο το οποίο όμως δεν πρέπει να κάνουμε είναι να στείλουμε λανθασμένα μηνύματα. Για την Ευρώπη η ελευθερία της έκφρασης, το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα, είναι βασικές αρχές οι οποίες δεν είναι ένα απλό κενό γράμμα του νόμου αλλά καθημερινή πραγματικότητα η οποία βιώνεται από τους πολίτες. Παραχωρήσεις σε αυτά τα θέματα δεν μπορούν να γίνουν», όπως είπε και κατέληξε: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί και δεν πρέπει να το προσπαθήσει καν να τα επιβάλει στην Tουρκία. Από την άλλη πλευρά η Τουρκία έχει μια πολιτική, την οποία έχει εκφράσει και υφίσταται. Βασικό είναι για μας τους Ευρωπαίους να συνεχίσουμε να της προτείνουμε το χέρι μας, να μην το τραβήξουμε, να προσπαθούμε να προσφέρουμε συνεργασία, όμως η Ευρώπη ό,τι και να κάνει δεν θα πρέπει να προδώσει ποτέ τις αξίες της.