Μόνο πέρσι έγιναν εισαγωγές 3.000 δειγμάτων σπέρματος από τη Δανία και 4.000 από τις ΗΠΑ
Ένα «σκληρό» Brexit, δηλαδή αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ χωρίς συμφωνία, θα έφερνε σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση τα ζευγάρια που βασίζονται σε δωρεές σπέρματος για να τεκνοποιήσουν, αφού δεν θα μπορούν πλέον να απευθύνονται στις ευρωπαϊκές τράπεζες σπέρματος, προειδοποίησε σήμερα η κυβέρνηση.
Σε μια τεχνική έκθεση που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα και είχε ως στόχο να προετοιμάσει τις εταιρείες και τους Βρετανούς για τις συνέπειες ενός διαζυγίου της χώρας με την ΕΕ χωρίς συμφωνία, η βρετανική κυβέρνηση υπογραμμίζει, ότι μόνο πέρσι έγιναν εισαγωγές 3.000 δειγμάτων σπέρματος από τη Δανία και 4.000 από τις ΗΠΑ. Το Λονδίνο εισήγαγε επίσης περίπου 500 ωάρια και έμβρυα από ευρωπαϊκές χώρες.
Στην περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Λονδίνου και Βρυξελλών δεν καταλήξουν πουθενά, η ευρωπαϊκή νομοθεσία για το αίμα, τους ιστούς και τα ανθρώπινα κύτταρα δεν θα μπορεί πλέον να εφαρμοστεί στη Βρετανία. Κατά συνέπεια, οι βρετανικές τράπεζες σπέρματος θα πρέπει να συνάψουν «νέες συμφωνίες με αντίστοιχα ιδρύματα».
Το υπουργείο Υγείας διευκρίνισε, ότι οι αδειοδοτημένες εταιρείες θα μπορούν να εισάγουν σπέρμα και ωάρια από τρίτες χώρες. Αυτό πάντως φαίνεται ότι δεν καθησυχάζει τους Βρετανούς, σε μια χώρα όπου οι δωρεές σπέρματος μειώθηκαν δραστικά από το 2005, όταν εφαρμόστηκε ένας νόμος, που ορίζει ότι οι δωρητές δεν επιτρέπεται να είναι ανώνυμοι.
Σύμφωνα με την Γκίτα Βένκατ, τη διευθύντρια μιας κλινικής γονιμότητας στη Χάρλεϊ Στριτ, τα ζευγάρια που χρειάζονται σπέρμα για να τεκνοποιήσουν, έχουν αρχίσει να πανικοβάλλονται, καθώς ένας άλλος νόμος που ψηφίστηκε πρόσφατα στις ΗΠΑ, σημαίνει ότι για να γίνει εισαγωγή από τη χώρα αυτή, μπορεί να περάσουν έως και 3 μήνες, ενώ από τη Δανία μέχρι σήμερα αρκούσε μόνο μία εβδομάδα. Η Βένκατ σημείωσε επίσης, ότι ενδέχεται να αυξηθεί και το κόστος για τις εταιρείες, το οποίο θα μετακυλισθεί στους επίδοξους γονείς.