Οι ασθενείς με πρώιμο διαβήτη τύπου 1 ζουν κατά μέσο όρο 16 χρόνια λιγότερα σε σχέση με τους μη διαβητικούς
Οι άνθρωποι που διαγιγνώσκονται με διαβήτη τύπου 1 σε νεαρή ηλικία, αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο σοβαρών καρδιολογικών προβλημάτων και έχουν μικρότερο προσδόκιμο ζωής, σε σχέση με όσους έχουν ίδια διάγνωση αλλά σε μεγαλύτερη ηλικία, σύμφωνα με μια νέα βρετανο-σουηδική επιστημονική μελέτη.
Οι ασθενείς με πρώιμο διαβήτη τύπου 1 («παιδικό») ζουν κατά μέσο όρο 16 χρόνια λιγότερα σε σχέση με τους μη διαβητικούς και δέκα χρόνια λιγότερα έναντι όσων διαγιγνώσκονται με την πάθηση σε μεγαλύτερη ηλικία.
Όσοι διαβητικοί διαγιγνώσκονται πριν από την ηλικία των δέκα ετών, έχουν περίπου 30 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για σοβαρή καρδιοπάθεια και έμφραγμα σε σχέση με το γενικό πληθυσμό, ενώ αν η διάγνωση γίνει μεταξύ των 26 έως 30 ετών, ο καρδιαγγειακός κίνδυνος είναι αρκετά μικρότερος (περίπου εξαπλάσιος σε σχέση με τους μη διαβητικούς).
Εξάλλου, οι ασθενείς με πολύ πρώιμο διαβήτη τύπου 1 έχουν περίπου τετραπλάσια πιθανότητα να πεθάνουν πρόωρα από οποιαδήποτε αιτία και επταπλάσια να πεθάνουν από καρδιαγγειακή νόσο, σε σχέση με τους μη διαβητικούς. Ο αντίστοιχος κίνδυνος είναι μικρότερος (τριπλάσιος), αν η διάγνωση διαβήτη γίνει αργότερα, στην ηλικία των 26 έως 30 ετών.
Οι ερευνητές των πανεπιστημίων της Γλασκόβης και του Γκέτεμποργκ, με επικεφαλής τον καθηγητή Ναβίντ Σατάρ και τον δρα Αράζ Ρααουσανί, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet», ανέλυσαν σε βάθος δεκαετίας στοιχεία για πάνω από 27.000 άτομα με διαβήτη τύπου 1, καθώς και -για λόγους σύγκρισης- πάνω από 135.000 χωρίς διαβήτη.
Διαπιστώθηκε ότι το προσδόκιμο ζωής είναι μικρότερο για τις γυναίκες με πρώιμο διαβήτη σε σχέση με τους άνδρες: όσες εμφανίζουν την πάθηση πριν από την ηλικία των δέκα ετών, πεθαίνουν κατά μέσο όρο 18 χρόνια νωρίτερα από ό,τι οι μη διαβητικοί, ενώ οι άνδρες ασθενείς με εξίσου πρώιμο διαβήτη πεθαίνουν 14 χρόνια νωρίτερα. Για τους ασθενείς που εκδηλώνουν το διαβήτη τύπου 1 στην ηλικία των 26 έως 30 ετών, η μείωση του προσδόκιμου ζωής σε σχέση με τους μη διαβητικούς είναι κατά μέσο όρο δέκα χρόνια.
Οι καρδιαγγειακοί κίνδυνοι είναι επίσης μεγαλύτεροι στις γυναίκες: όταν η διάγνωση του διαβήτη γίνει πριν από την ηλικία των δέκα ετών, έχουν 60 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για καρδιοπάθεια και 90 φορές μεγαλύτερο για έμφραγμα σε σχέση με τους μη διαβητικούς. Ο κίνδυνος για τους άνδρες ασθενείς είναι αυξημένος κατά 17 και 15 φορές αντίστοιχα.
Ο διαβήτης τύπου 1 είναι η δεύτερη συχνότερη χρόνια πάθηση των παιδιών (περίπου το 85% όλων των περιστατικών διαβήτη έως την ηλικία των 20 ετών), αλλά δεν είναι ασυνήθιστο να διαγνωσθεί και σε ένα ενήλικο. Παγκοσμίως οι διαγνώσεις διαβήτη τύπου 1 σε ηλικίες κάτω των 14 ετών αυξάνονται με μέσο ετήσιο ρυθμό 3% μετά τη δεκαετία του 1980.
Περίπου οι μισές διαγνώσεις για διαβήτη τύπου 1 γίνονται πριν από την ηλικία των 14 ετών και για τους ανθρώπους αυτούς, σύμφωνα με τους επιστήμονες, υπάρχει ανάγκη για πιο έγκαιρη χορήγηση φαρμάκων όπως οι στατίνες και τα αντιυπερταστικά.