«Στην οικογένεια υπήρχε μία ηρεμία, σχεδόν ευσεβής αποδοχή, γι’ αυτό που ήξεραν ότι ερχόταν...»
Τα ξημερώματα της 17ης Ιουλίου του 1918, οι μπολσεβίκοι εκτέλεσαν την τελευταία τσαρική οικογένεια της Ρωσίας. Έναν αιώνα μετά τις δολοφονίες του Τσάρου Νικολάου Β’ της Ρωσίας, της συζύγου του Αλεξάνδρας και των πέντε παιδιών τους (Όλγας, Τατιάνας, Μαρίας, Αναστασίας και Αλεξέι), η ιστορία έχει ακόμα τη δύναμη να συγκινεί το κοινό και να σοκάρει.
Το 1991 τα πτώματα ξεφάφτηκαν και τους έγινε κρατική κηδεία υπό την δημοκρατία της μετά-Σοβιετικής Ρωσίας. λίγα χρόνια αργότερα έγιναν εξετάσεις DNA και ερευνήθηκαν διάφορα εγκληματολογικά στοιχεία από τους Ρώσους και άλλους διεθνούς επιστήμονες ώστε να γίνει η ταυτοποίηση τους.
Το 2007 βρέθηκαν και τα οστά των δύο τελευταίων παιδιών της οικογένειας, Μαρία και Αλεξέι.
Το 2000, η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία ανακοίνωσε την αγιοποίηση της οικογένειας για την «ταπεινότητα, την καρτερία και την πραότητα» τους. Ανακηρύχθηκαν ως παθοφόροι και όχι ως μάρτυρες.
Τις τελευταίες ώρες πριν την εκτέλεσή τους περιγράφει στο νέο βιβλίο η Helen Rappaport, «The Race to Save the Romanovs». Απόσπασμα του βιβλίου δημοσιεύθηκε σε ξένες ιστοσελίδες και ακολουθεί ένα μέρος αυτού, παρακάτω.
«Η Τρίτη 16 Ιουλίου στο Εκατερίνγκμπουργκ ήταν σαν οποιαδήποτε άλλη μέρα. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριών μηνών, οι ζωές τους είχαν καταστραφεί από τους ακραίες πιέσεις που ασκήθηκαν και από την πλήρη έλλειψη επαφής με τον έξω κόσμο. Αυτό, που τους κρατούσε, ήταν το γεγονός ότι ήταν ακόμα μαζί, αλλά και η βαθιά θρησκευτική τους πίστη και απόλυτη εμπιστοσύνη στο Θεό.
Από τότε που ήρθαν εδώ, έμαθαν να αγαπούν τις μικρότερες και πιο απλές απολαύσεις: όπως τον ήλιο να λάμπει. Ο Αλεξέι ανέκαμψε από την πρόσφατη ασθένεια (έπασχε από αιμορροφιλία) και οι μοναχές είχαν τη δυνατότητα να του φέρουν αυγά.
Στην οικογένεια υπήρχε μία ηρεμία, σχεδόν ευσεβής αποδοχή, γι’ αυτό που ήξεραν ότι ερχόταν. Περισσότερο, για την Τσαρίνα Αλεξάνδρα η πίστη ήταν το μοναδικό της καταφύγιο.
Κανένα από τα παιδιά δε διαμαρτυρήθηκε για τον περιορισμό τους. Δεν είχαν καμία επαφή με τον έξω κόσμο και οι όποιες συνομιλίες τους με τους ανθρώπους της φρουράς, τον τελευταίο καιρό, είχαν περιοριστεί αρκετά.
Το χρονικό της εκτέλεσης
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, ο γιατρός της πρώην Αυτοκρατορικής οικογένειας, Γιουτζίν Μπότκιν, μπήκε στα δωμάτιά τους για να τους ξυπνήσει. Τους είπε να ετοιμαστούν γρήγορα, γιατί θα μεταφέρονταν σε μια πιο ασφαλή τοποθεσία. Η ξαφνική εντολή δεν τους παραξένεψε. Σηκώθηκαν, ετοιμάστηκαν και κατέβηκαν ήρεμα τις σκάλες, συνοδευόμενοι από τους πιο πιστούς υπηρέτες τους.
Οι στρατιώτες τους οδήγησαν σε ένα μικρό δωμάτιο στο υπόγειο και τους ζήτησαν να ποζάρουν για μία οικογενειακή φωτογραφία. Ο Τσάρος Νικόλαος Β’, η σύζυγός του Αλεξάνδρα και ο μικρός τους γιος Αλεξέι ήταν καθιστοί και πίσω τους στέκονταν οι τέσσερις κόρες τους: Όλγα, Τατιάνα, Μαρία και Αναστασία. Τα τέσσερα κορίτσια είχαν ράψει στους κορσέδες τους τα διαμάντια της οικογένειας για να τα κρύψουν.
Ο εκτελεστής διάβασε την ανακοίνωση και σήκωσε το πιστόλι. Η Τσαρίνα Αλεξάνδρα σήκωσε το χέρι της για να κάνει το σταυρό της, αλλά την πρόλαβε η σφαίρα. Η ίδια και ο σύζυγός της σκοτώθηκαν ακαριαία. Δε συνέβη, όμως, το ίδιο με τα πέντε παιδιά τους. Ο Αλεξέι ζούσε ακόμη, όταν οι εκτελεστές τον πυροβόλησαν άλλες δύο φορές, μέχρι να σιγουρευτούν ότι ήταν νεκρός.
Οι αδερφές του βρήκαν φρικτό θάνατο. Τα βαρύτιμα κοσμήματα που είχαν ράψει στους κορσέδες, τις προστάτευσαν από τις σφαίρες, ενώ και οι λόγχες με τις οποίες προσπάθησαν στη συνέχεια να τις σκοτώσουν οι Μπολσεβίκοι, δεν κατάφεραν να τα διαπεράσουν. Τελικά, τις πυροβόλησαν στο κεφάλι.
Τα άψυχα κορμιά των Ρομανώφ περιλούστηκαν με οξύ και θάφτηκαν σε άγνωστη τοποθεσία. Για πολλά χρόνια, κυκλοφορούσαν διάφορες εικασίες για το που ήταν θαμμένοι.
Μέχρι που το 1991, τα οστά του τελευταίου Τσάρου, της συζύγου και των τριών θυγατέρων τους εντοπίστηκαν σε έναν ομαδικό τάφο κοντά στο Εκατερίνενμπουργκ.
.