Τι ανέφερε σε παλιότερο άρθρο του
Ποια είναι άραγε η σχέση του νεοεκλεγέντος υπερεθνικιστή προέδρου της Καταλωνίας Κιμ Τόρα με την Ελλάδα, και ιδιαίτερα με την Αθήνα; Για να απαντήσει κανείς στην ερώτηση τούτη θα πρέπει να αναδιφήσει τόσο στην προσωπική ιστορία του πολιτικού, που διακρίνεται για τις ακραίες θέσεις του περί «υπεροχής», σε όλα τα επίπεδα, του καταλανικού έθνους, αλλά και στις σελίδες της βυζαντινής ιστορίας, αναφορικά με τη δράση της Καταλανικής Εταιρείας και το Δουκάτο των Αθηνών.
Ο Κιμ Τόρα είναι φανατικός αναγνώστης της καταλανικής ιστορίας και ως ζηλωτής της ανεξαρτησίας προτιμά, φυσικά, ιδιαίτερα εκείνες τις περιόδους και επεισόδια που συνέβαλαν ώστε να οικοδομηθούν οι εθνικοί μύθοι. Ειδικά ως επικεφαλής της πρωτοβουλίας Οmnium Cultural, του Πολιτιστικού Κέντρου Μπορν, λίκνο του καταλανισμού, αλλά και ως ιδρυτής του εκδοτικού οίκου A Contra Vent (Με κόντρα άνεμο) φρόντιζε πάντοτε να ανασύρει από τη λήθη σελίδες της καταλανικής δημοσιογραφίας και ιδεολογίας που ταυτιζόταν με προσωπικότητες της ανεξαρτησίας, που εν γένει θεωρούνται αμφιλεγόμενες για τις υπερβολικές, συχνά ρατσιστικές, ξενοφοβικές, υπεροπτικές και έως φιλο-φρανκικές τους θέσεις (όπως οι δεδηλωμένα «αγαπημένοι» του Τζουζέπ Ντενκάνς, Ντανιέλ Καρδόνα, και οι «ούλτρας» αδελφοί Μικέλ και Τζουζέπ Μπαδία).
Όμως πέρα από τις αδιαμφισβήτητης αξίας για τους Καταλανούς ιστορικές σελίδες του εθνικού του έπους, που σχετίζονται με τα γεγονότα στην Ιβηρική Χερσόνησο, ο Τόρα πάντοτε εξέφραζε την αγανάκτησή του, που το ιστορικό ενδιαφέρον των συμπατριωτών του δεν στρέφεται και προς τα «ανδραγαθήματα» των προγόνων τους και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ιδίως σε μία περίοδο που έχει παραμείνει εν γένει παραγνωρισμένη, όπως αυτή που αναφέρεται στην πολυαίμακτη και καταστροφική επέλαση των Αλμογαβάρων της «Καταλανικής Εταιρείας» του Ρογήρου του Ανθηρού στην κεντρική Ελλάδα και την Αθήνα, τον 14ο αιώνα. Μία εκστρατεία, που κατέληξε στην κατάληψη του Δουκάτου των Αθηνών, και που στην ελληνική παράδοση κληροδότησε την επονομασία του «Καταλανού» ως ισότιμη του κατακτητή, του σφαγέα, του βαρβάρου όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Βέβαια για τον Τόρα, το ιστορικό τούτο επεισόδιο έχει άλλο βάρος κι άλλη σημασία. Ο ίδιος σε άρθρο του, δημοσιευμένο το 2011 στο περιοδικό «Ara» («Τώρα»), θριαμβολογούσε πως «Η Αθήνα ήταν δική μας», για να δηλώσει την (και ιστορικά τεκμηριωμένη) εθνική υπεροχή των Καταλανών.
Όπως τονίζει ο Τόρα στο άρθρο του, είναι λυπηρό που οι συμπατριώτες του δεν σχεδίαζαν εκείνο το έτος μία εορταστική επέτειο για τα 700 χρόνια από τη νίκη στη μάχη του Αλμυρού (1311), που σήμανε και την ολοκληρωτική επικράτηση των Καταλανών στην κεντρική Ελλάδα, στην εκστρατεία που είχε ξεκινήσει ύστερα από την πρόσκλησή τους από τον διεκδικητή του θρόνου της Κωνσταντινούπολης Ανδρόνικο, το 1304. Και αφού εξαπλώθηκε ως «καταλανική εκδίκηση» μετά τη δολοφονία του Ρογήρου, έχοντας δηώσει στο διάβα της τη Θράκη, τη Μακεδονία και τον ίδιο τον Άθω (όπως καταμαρτυρούν στα χρονικά τους οι Νικηφόρος Γρηγοράς και Ραμόν Μουντανέρ), αλλά όχι και τη Θεσσαλονίκη, κατέληξε στην κατάληψη της Βοιωτίας, καθώς και του Δουκάτου των Αθηνών και της Θεσσαλίας (Νέαι Πάτραι) τις οποίες κατείχαν οι Γάλλοι του Γκοτιέ ντε Μπριέν. Τα εδάφη αυτά εκηρύχθησαν υπό την επικυριαρχία του βασιλέα της Αραγωνίας, γι’ αυτό μέχρι και σήμερα οι διάδοχοι φέρουν και τους τίτλους «Δουξ των Αθηνών και των Νέων Πατρών».
Ο Τόρα στο άρθρο του τονίζει πως «δεν θα ήταν παράξενο που οι Άγγλοι, εάν μία τέτοια (ένδοξη) οδύσσεια περιλαμβανόταν στην ιστορία τους, κατά πάσα πιθανότητα θα είχαν πραγματοποιήσει 54 ταινίες, 256 ντοκυμαντέρ, και δεκάδες σειρές στο BBC. Η περιπέτεια των Καταλανών στην Ελλάδα τα έχει όλα: πάθος, θανάτους, καταστροφές, εκδίκηση, πολιτική, τέχνη, ωμότητες, δολοφονίες, προδοσίες, κάλλος, έπος, μίση, αίμα, κατακτήσεις. Και σεξ. Ένα πραγματικό “χιτ“ σε ώρα τηλεθέασης prime time».
Ο νυν πρόεδρος υποστηρίζει στο ίδιο κείμενο πως το θέμα αυτό θα πρέπει να λάβει μεγαλύτερη έκταση στο σχολικό πρόγραμμα και τα εγχειρίδια διδασκαλίας.«Αποτελεί μία ιδιαίτερη ευκαιρία για να εξηγήσουμε στα παιδιά μας ένα κομμάτι της ιστορίας μας, ίσως μοναδικής στο είδος της, που βασίζεται σε νίκες και επικές περιπέτειες και που θα μπορούσε να συμβάλει τα μέγιστα στο εθνικό συλλογικό μας ασυνείδητο. Χωρίς μύθους τι είμαστε;».
Βέβαια, μέσα στο εθνικιστικό του παραλήρημα ο Τόρα δεν αποφεύγει τις ιστορικές παραποιήσεις: πολιτογραφεί ως Καταλανό και τον Σικελό ναύαρχο Ρότζερ ντε Λάουρια, ναύαρχο του Πέδρο Γ’ της Αραγώνας, για του οποίου τη νίκη γράφει πως επέτρεψε «στους Καταλανούς να ανοίξουν τις πύλες του πιο όμορφου κοσμήματος στον κόσμο», αναφερόμενος στην Ακρόπολη. Βέβαια, τότε η Αθήνα δεν είχε την παλαιά της λάμψη, αλλά επίσης δεν ήταν όπως έγραφε ο Τόρα «η Ακρόπολη, το κάστρο των Αθηνών, καταλανικό για 80 χρόνια», καθώς η Αθήνα βρισκόταν στην επικυριαρχία του βασιλείου της Αραγώνας (στο οποίο υπαγόταν τότε η κομητεία της Καταλωνίας) που διήρκεσε έναν αιώνα.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Τόρα επισημαίνει πως οι Καταλανοί «είμαστε τόσο εθισμένοι στις ήττες και στις αποτυχίες, που για μία φορά επιτέλους έχουμε να προσφέρουμε (στα παιδιά μας) δόξα και θριάμβους, και να τα μάθουμε πως ονόματα όπως Λιούρια (του Ρότζερ ντε Λάουρια, καταλανιστί), Ροκαφόρτ, ή Εστένσα, είναι κάτι παραπάνω από απλές ονομασίες δρόμων –και να προσπαθήσουμε να τους διδάξουμε πως τούτες οι τέσσερις επαρχίες ήταν κάποτε αυτοκρατορία. Και ας βγούνε να μας ψέξουνε ορισμένοι καλοθελητές προοδευτικοί πως αυτή η κατάκτηση δεν ήταν παρά καρπός μίας κατακτητικής πράξης και μίας εκδίκησης. Όμως όπως μου έλεγε προ ημερών ο Φραντσέσκ Πουτζπελάτ “θα δεις που κάτι θα γίνει την 700ή επέτειο από την κατάκτηση της Αθήνας”. Είχε πέρα για πέρα δίκαιο, βάσει των όσων έχουμε δει να γίνονται ως σήμερα», τόνιζε το πλούσιο σε εξελίξεις και για την Καταλωνία έτος 2011 και την τοτινή μετεξέλιξη του κυβερνώντος CiU σε διάτορο κήρυκα της ανεξαρτησίας.