Τα αντικείμενα είχαν εξαχθεί παράνομα στις ΗΠΑ με την ένδειξη στη συσκευασία τους «δείγματα πλακιδίων»
Περίπου 3.800 αρχαία αντικείμενα και έργα τέχνης, μεταξύ των οποίων και πινακίδες των Σουμερίων με σφηνοειδή γραφή που χρονολογούνται από το 2100 π.Χ., θα παραδοθούν σήμερα σε Ιρακινούς αξιωματούχους στην Ουάσινγκτον.
Τα αντικείμενα αυτά είχαν εξαχθεί παρανόμως από το Ιράκ και είχαν ως προορισμό την εταιρεία λιανικού εμπορίου Hobby Lobby Stores Inc.
Στην τελετή παραλαβής θα δώσουν το παρών ο πρεσβευτής του Ιράκ στις ΗΠΑ Φαρίντ Γιασίν και ο υφυπουργός Εξωτερικών Ναζάρ αλ Χαϊρουλάχ.
Η εταιρεία, που εδρεύει στην Οκλαχόμα Σίτι, συμφώνησε τον περασμένο Ιούλιο να επιστρέψει τις αρχαιότητες και να καταβάλει το ποσό των 3 εκατομμυρίων δολαρίων για να τερματιστεί η δίωξη σε βάρος της από το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ. Τα αντικείμενα είχαν εξαχθεί στις ΗΠΑ με την ένδειξη, στη συσκευασία τους, ότι επρόκειτο για "δείγματα πλακιδίων".
Σύμφωνα με τις εισαγγελικές αρχές η εταιρεία άρχισε να συγκεντρώνει μια συλλογή ιστορικά σημαντικών χειρογράφων και άλλων αρχαιοτήτων το 2009. Ο πρόεδρός της Hobby Lobby Stores, Στιβ Γκριν, είναι ο ιδρυτής του Μουσείου της Βίβλου που εγκαινιάστηκε στην Ουάσινγκτον το 2016. Η εταιρεία υποστηρίζει ότι τα αντικείμενα που κατασχέθηκαν δεν προορίζονταν για το μουσείο, όμως δεν έχει διευκρινίσει τι σκόπευε να κάνει με αυτά.
Αξιωματούχοι του υπουργείου Δικαιοσύνης ανέφεραν ότι η αγορά, το 2010, έναντι 1,6 εκατομμυρίου δολαρίων, διαφόρων αρχαιοτήτων από εμπόρους στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Ισραήλ ήταν ύποπτη και ότι η εταιρεία αγνόησε τις προειδοποιήσεις ότι τα αντικείμενα αυτά μπορεί να προέρχονταν από λεηλατημένους αρχαιολογικούς χώρους στο Ιράκ.
Η Hobby Lobby και η οικογένεια Γκριν είχαν βρεθεί στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και το 2014. Τότε, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι η εταιρεία αυτή, καθώς και η Conestoga Wood Specialities από την Πενσιλβάνια δικαιούνταν να αρνηθούν στους υπαλλήλους τους ασφαλιστική κάλυψη που να περιλαμβάνει αντισυλληπτικά, λόγω των θρησκευτικών πεποιθήσεων των ιδιοκτητών τους.
Φωτογραφία αρχείου