Φέρεται να έχει δωροδοκηθεί για να αποσιωπήσει παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Κατηγορίες για δωροληψία από την κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν αντιμετωπίζει η γερμανίδα βουλευτής των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) Κάριν Στρεντς, η οποία τις αρνείται, ενώ πολιτικοί αντίπαλοι ζητούν την παραίτησή της, όπως αναφέρει στην ιστοσελίδα της η Deutsche Welle.
Οι αιτιάσεις ανέκυψαν σε έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης, την οποία υπογράφουν έγκυροι νομικοί και δόθηκε στη δημοσιότητα. H έκθεση εκφράζει σοβαρές υποψίες, ότι η κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν έχει ουσιαστικά δωροδοκήσει με μετρητά ή ακριβά δώρα βουλευτές, που συμμετέχουν στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, προκειμένου να αποσιωπήσουν παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Στην έκθεση αναφέρονται μάλιστα τα ονόματα της Κάριν Στρεντς και του Έντουαρντ Λίτνερ, πρώην βουλευτή του Χριστιανοκοινωνικού Κόμματος της Βαυαρίας (CSU). Ο Λίτνερ χαρακτηρίζεται «βασικός λομπίστας» της κυβέρνησης του Αζερμπαϊτζάν και φέρεται να έχει εισπράξει για τον σκοπό αυτόν 819.500 ευρώ στην περίοδο 2012-2014 μέσω εικονικών επιχειρήσεων στη Μεγάλη Βρετανία. Ο ίδιος έχει δηλώσει, ότι τα χρήματα προέρχονταν από μία ΜΚΟ με έδρα το Αζερμπαϊτζάν, αφήνοντας να εννοηθεί, ότι δεν έλαβε εν γνώσει του αμοιβή από την κυβέρνηση της χώρας.
Η Κάριν Στρεντς φέρεται να έχει απασχοληθεί στην εταιρία συμβούλων Line M-Trade, την οποία είχε ιδρύσει ο συνάδελφός της Έντουαρντ Λίτνερ. Σύμφωνα με γερμανικά μέσα ενημέρωσης, έλαβε χρήματα από το Μπακού μέσω ανεπίσημων διαύλων και επιπλέον δεν αποκάλυψε αυτή τη «σύγκρουση συμφερόντων», όταν είχε επιλεγεί ως παρατηρητής για τις βουλευτικές εκλογές στο Αζερμπαϊτζάν το 2015. Ωστόσο, το πόρισμα του Συμβουλίου της Ευρώπης δεν κατηγορεί ευθέως την κ. Στρεντς για διαφθορά. Σε γραπτή δήλωση που έχει αναρτήσει στην ιστοσελίδα της, η βουλευτής αρνείται κάθε ευθύνη.
«Δεν γνώριζα» υποστηρίζει «ότι προέρχονται από το Αζερμπαϊτζάν τα χρήματα που προορίζονταν για τη δρομολόγηση επαφών με σκοπό την οικονομική συνεργασία σε χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Αυτό καθίσταται σαφές από το πόρισμα». Επιπλέον, η κ. Στρεντς αντικρούει την κατηγορία, ότι δεν θέλησε να συνεργαστεί με τους νομικούς του διεθνούς οργανισμού για τη διαλεύκανση της υπόθεσης και δηλώνει, ότι επιφυλάσσεται να ακολουθήσει τη νομική οδό, εφόσον συνεχιστούν οι κατηγορίες εις βάρος της. Πάντως ο βουλευτής των σοσιαλδημοκρατών (SPD) και αντιπρόεδρος της γερμανικής ανιτπροσωπείας στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης Φρανκ Σβάμπε ζητεί την παραίτηση της κ. Στρεντς από το βουλευτικό αξίωμα.
Εν τω μεταξύ, η οργάνωση LobbyControl με έδρα την Κολωνία η οποία παρακολουθεί συστηματικά και με κριτική διάθεση δραστηριότητες lobbying και δημοσίων σχέσεων ανά τον κόσμο, επικρίνει τόσο την κ. Στρεντς προσωπικά, όσο και το κόμμα της. Ο εκπρόσωπος της οργάνωσης Ούλριχ Μύλερ υποστηρίζει, ότι το πόρισμα του Συμβουλίου της Ευρώπης «αντικρούει τις υπεκφυγές της κ. Στρεντς και καθιστά σαφές, ότι έχει παραβιάσει τους κανόνες δεοντολογίας του Συμβουλίου της Ευρώπης», γι αυτό και τα αποτελέσματα της έρευνας θα πρέπει να συζητηθούν εκτενώς στη γερμανική Βουλή. Η βουλευτής «ούτε αντιλαμβάνεται, ούτε θέλει να συνειδητοποιήσει τις ευθύνες της», υποστηρίζει ο Ούλριχ Μύλερ. Η Lobby Control ζητεί ένα «μητρώο διαφάνειας», στο οποίο θα καταγράφονται υποχρεωτικά όλοι όσοι ασκούν δραστηριότητες λόμπι «για αυταρχικά καθεστώτα».
Αίσθηση προκαλεί πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας Süddeutsche Zeitung του Μονάχου για πιθανές διασυνδέσεις υψηλά ισταμένων προσώπων στο Αζερμπαϊτζάν με την τράπεζα Pilatus στη Μάλτα. Η εφημερίδα επικαλείται σχετικές πληροφορίες του διεθνούς ερευνητικού δικτύου δημοσιογράφων, που επιχειρεί να ερευνήσει μέχρι τέλους το αποκαλούμενο Daphne Project. Πρόκειται για την ερευνητική εργασία της μαλτέζας δημοσιογράφου Ντάφνι Γκαρουάνα Γκαλιζία, η οποία δολοφονήθηκε υπο μυστηριώδες συνθήκες τον Οκτώβριο του 2017, αφού κατήγγειλε κρούσματα διαφθοράς.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, μία πρώην συνεργάτης της τράπεζας Pilatus είχε απευθυνθεί στη μαλτέζα δημοσιογράφο, αποκαλύπτοντας πληροφορίες για αδιαφανή εμβάσματα εκατομμυρίων από το Αζερμπαϊτζάν. Πάντως, οι αναφορές της Süddeutsche Zeitung δεν σχετίζονται ρητώς με τις αιτιάσεις περί δωροδοκίας στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Σε παλαιότερο ρεπορτάζ τον Ιούνιο του 2017, το πρώτο κανάλι της γερμανικής τηλεόρασης (ARD) επικαλούμενο μαρτυρίες πρώην βουλευτών, είχε επιχειρήσει να εξηγήσει τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν επιδίδεται στην αποκαλούμενη «διπλωματία του χαβιαριού».
Η Ελβετίδα Ντόρις Φιάλα δηλώνει στο ρεπορτάζ ότι στα πλαίσια του ταξιδιού κοινοβουλευτικής αντιπροσωπείας από το Συμβούλιο της Ευρώπης στο Μπακού συμμετείχε σε γεύμα, στο τέλος του οποίου μοιράστηκαν «μικρά δώρα». Η ίδια θεωρούσε, ότι της έδωσαν γλυκά, αλλά όταν άνοιξε το δωράκι της στο ξενοδοχείο, διαπίστωσε έκπληκτη ότι η συσκευασία περιείχε μία χρυσή αλυσίδα με πολύτιμους λίθους. Αποφάσισε να επιστρέψει το δώρο και από τότε, υποστηρίζει, οι συνάδελφοι από το Αζερμπαϊτζάν διέκοψαν τις επαφές μαζί της. Προκειμένου να αποφευχθούν παρεξηγήσεις, ο κώδικας δεοντολογίας στο Συμβούλιο της Ευρώπης προβλέπει, ότι τα δώρα στα πλαίσια της εθιμοτυπίας δεν επιτρέπεται να έχουν αξία μεγαλύτερη των 200 ευρώ.