Τον Ιανουάριο του 2011, η Αραβική Άνοιξη ξέσπασε στην Αίγυπτο και οδήγησε στην πτώση Χόσνι Μουμπάρακ, μετά από 2 μήνες. Κατά τις συμπλοκές διαδηλωτών- αστυνομίας σκοτώθηκαν από 300 ως 684 άτομα μέχρι που ο στρατός, σύμμαχος των αντικαθεστωτικών, ανέλαβε να σχηματίσει μεταβατική κυβέρνηση, με πρόεδρο τον Μοχάμεντ Μόρσι. Τότε Αιγύπτιοι και στρατιωτικοί πανηγύριζαν αγκαλιασμένοι για τη μεγάλη νίκη του λαού και την ελευθερία της Αιγύπτου.
Δυόμιση χρόνια μετά, η ιστορία επαναλαμβάνεται και η χώρα αιματοκυλίζεται, αυτή τη φορά με εντολή της στρατιωτικής κυβέρνησης και σχεδόν τους ίδιους νεκρούς, μέσα σε μία μόνο ημέρα . Ο στρατός ανέτρεψε τον Μόρσι στις 3 Ιουλίου και η Αίγυπτος βρέθηκε πάλι στο χείλος του εμφυλίου.
Το τελευταίο 24ωρο, περισσότεροι από 300 άνθρωποι- στην πλειοψηφία τους μουσουλμάνοι υποστηρικτές του ανατραπέντος προέδρου Μόρσι- έχουν σκοτωθεί στο Κάιρο και σε άλλες μεγάλες πόλεις από τα πυρά της αστυνομίας ενώ, οι ίδιοι οι διαδηλωτές κάνουν λόγο για περισσότερους από 2.200 νεκρούς και 10.000 τραυματίες – αριθμοί οι οποίοι είναι αδύνατο να επιβεβαιωθούν από ανεξάρτητες πηγές.
Τα νοσοκομεία της χώρας είναι γεμάτα από νεκρούς, οι περισσότεροι έχασαν τη ζωή τους από αστυνομικά πυρά, ενώ σοκαριστικές φωτογραφίες από διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία δείχνουν πτώματα στοιβαγμένα σε αυτοσχέδια νεκροτομεία(φωτ) και σωρούς να κείτονται απανθρακωμένες στους δρόμους.
Μεταξύ των νεκρών είναι η 17χρονη Άσμα ελ Μπεντάγκι, κόρη του ηγετικού πολιτικού στελέχους των Αδελφών Μουσουλμάνων, Μοχάμεντ ελ Μπεντάγκι. Ο ίδιος είχε συνελήφθη νωρίτερα από τις αιγυπτιακές αρχές και , μετά την ανακοίνωση του θανάτου της κόρης του, δήλωσε πως ο επικεφαλής του αιγυπτιακού στρατού Σίσι οδηγεί την χώρα σε εμφύλιο πόλεμο.
Μετά από ολοήμερη "εκκαθάριση" του στρατού και της αστυνομίας στις δύο πλατείες-προπύργια των Αδελφών Μουσουλμάνων στο Κάιρο, οι ένοπλες δυνάμεις ελέγχουν πλέον την περιοχή.
Η στρατιωτική κυβέρνηση κήρυξε την Αίγυπτο σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και διέταξε τη νυχτερινή απαγόρευση κυκλοφορίας στο Κάιρο και 10 επαρχίες, προειδοποιώντας ότι όποιος δεν συμμορφωθεί με το μέτρο, θα συλλαμβάνεται.
Επίσης, απαγορεύτηκαν τα δρομολόγια σε όλο το σιδηροδρομικό δίκτυο της Αιγύπτου, για να αποφευχθούν οι μετακινήσεις οπαδών του Μόρσι στα καλέσματα των Αδελφών Μουσουλμάνων.
Την ίδια ώρα, ο αντιπρόεδρος της αιγυπτιακής κυβέρνησης, βρεβευμνενος με Νόμπελ Ειρήνης και πρωτεργάτης της Αραβικής Άνοιξης, Μοχάμεντ Ελ Μπαραντέι, υπέβαλλε την παραίτηση του . "Μου είναι δύσκολο να συνεχίσω να αναλαμβάνω την ευθύνη για αποφάσεις με τις οποίες δεν συμφωνώ και τις συνέπειες των οποίων φοβάμαι" αναφέρει στην επιστολή του προς τον πρόεδρο Άντλι Μανσούρ. "Δεν μπορώ να φέρω την ευθύνη ούτε για μια σταγόνα αίμα", τονίζει o Μπαραντέι, ο οποίος ανέλαβε καθήκοντα στις 14 Ιουλίου, λίγες μέρες μετά την ανατροπή του ισλαμιστή Μόρσι από τον στρατό.
Εκτός από τους εκατοντάδες νεκρούς, η στρατιωτική κυβέρνηση έχει προχωρήσει και σε μαζικές συλλήψεις ηγετικών στελεχών των Αδελφών Μουσουλμάνων, το κόμμα από όπου προέρχεται ο Μοχάμεντ Μόρσι.
Εν τούτοις, οι ίδιοι οι διαδηλωτές δηλώνουν αποφασισμένοι να συνεχίσουν τον αγώνα τους και "να δώσουν το αίμα τους" για την απελευθέρωση του προέδρου τους.
Διεθνείς αντιδράσεις
Η διεθνής κοινότητα, η οποία είχε αποπειραθεί να διαμεσολαβήσει για να αποφευχθεί μια δραματική κλιμάκωση των υποστηρικτών του Μόρσι και της νέας κυβέρνησης, καταδίκασε με τον πιο έντονο τρόπο τη σφαγή στην Αίγυπτο και τη χρήση βίας εναντίον των διαδηλωτών.
Ο Λευκός Οίκος καταδίκασε με τον εντονότερο τρόπο την προσφυγή του αιγυπτιακού στρατού στη βία εναντίον των διαδηλωτών και διακήρυξε ότι διαφωνεί με την επιβολή κατάστασης έκτακτης ανάγκης στη χώρα, λέγοντας ότι το μόνο που θα επιτευχθεί με τη βία είναι να καταστεί πιο δύσκολη η επιστροφή στο δρόμο για την ειρήνη και τη δημοκρατία.
Ο γγ του ΟΗΕ, Μπαν Κι Μουν, καταδίκασε την επέμβαση ενώ, η επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Κάθριν Άστον, δήλωσε πως η σύγκρουση και η βία δεν είναι η λύση για τις πολιτικές διαφορές.
Η Γερμανία κάλεσε τις δύο πλευρές να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση. Η Βρετανία καταδίκασε την επέμβαση, όπως και η Γαλλία και η Ιταλία.
Ο Τούρκος πρωθυπουργός, Ταγίπ Ερντογάν, ζήτησε την επέμβαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και του Αραβικού Συνδέσμου ενώ την σημερινή επέμβαση καταδίκασαν τόσο το Κατάρ όσο και το Ιράν. Η Τεχεράνη μάλιστα - αν και έχει διακόψει τις διπλωματικές σχέσεις με την Αίγυπτο-εξέφρασε ανησυχία για το ενδεχόμενο να ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος στη χώρα.