Η στρατιωτική κυβέρνηση της Αιγύπτου - η οποία διοικεί τη χώρα μετά την ανατροπή και σύλληψη του προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι στις 3 Ιουλίου- διέταξε σήμερα την αστυνομία να τερματίσει τις διαδηλώσεις και τις καθιστικές διαμαρτυρίες των υποστηρικτών του Μόρσι στο Κάιρο, οι οποίες διοργανώνονται από την Μουσουλμανική Αδελφότητα.
"Το υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπιση αυτών των κινδύνων και να θέσει τέλος σε αυτές", δήλωσε κυβερνητικός αξιωματούχος σε τηλεοπτικό του διάγγελμα.
"Η συνέχιση της επικίνδυνης κατάστασης των διαδηλώσεων στις πλατείες Rabaa al-Adawiya και Nahda , και η επακόλουθη τρομοκρατία και κλεισίμο των δρόμων δεν είναι πλέον αποδεκτά" είπε ο υπουργός Πληροφοριών Dorreya Sharaf el-Din.
Ο ίδιος χαρακτήρισε τις συνεχιζόμενες διαδηλώσεις " απειλή για την εθνική ασφάλεια" και τόνισε ότι η αστυνομία θα χρησιμοποιήσει κάθε μέσο για να τις καταστείλει, σύμφωνα όμως με "το νόμο και το Σύνταγμα".
Επιπλέον, τρεις κορυφαίοι μουσουλμάνοι ηγέτες της Αδελφότητας έχουν συλληφθεί και θα δικαστούν με την κατηγορία της υποκίνησης βίας.
Ο πνευματικός ηγέτης των Αδελφών Μουσουλμάνων Μοχάμεντ Μπάντι, που καταζητείται ακόμη από τις αρχές, καθώς και άλλα δύο ανώτερα στελέχη της ισλαμιστικής οργάνωσης, θα δικασθούν για "υποκίνηση σε ανθρωποκτονίες" διαδηλωτών, ανακοίνωσαν σήμερα δικαστικές πηγές.
Οι ηγέτες των ισλαμιστών κατηγορούνται ότι υποκίνησαν τις δολοφονίες ανθρώπων που διαδήλωναν μπροστά από τα κεντρικά γραφεία της Αδελφότητάς τους στο Κάιρο στις 30 Ιουνίου, τρεις ημέρες πριν την ανατροπή από τον στρατό του προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι, που προέρχεται από τις τάξεις της ισλαμιστικής παράταξης.
Από την πλευρά τους, οι ισλαμιστές αψηφούν τις απειλές της κυβέρνησης για άμεση καταστολή των διαδηλώσεων υπέρ του Μόρσι και απηύθυναν σήμερα κάλεσμα για νέες κινητοποιήσεις στους δρόμους της χώρας.
Από τις 3 Ιουλίου, δεκάδες άνθρωποι έχουν σκοτωθεί στην Αίγυπτο, σε συγκρούσεις μεταξύ οπαδών και αντιπάλων του προέδρου Μόρσι - άλλα και από την αστυνομική βία- και η σημερινή ανακοίνωση εγείρει φόβους για ακόμα περισσότερη αιματοχυσία, στην ήδη ταλαιπωρημένη χώρα.