Τελευταία πράξη πριν από την θεωρούμενη ως βέβαιη καθαίρεση της προέδρου Ρουσέφ
Η διαδικασία της δίκης της προέδρου της Βραζιλίας Ντίλμας Ρουσέφ φθάνει στο τέλος της σήμερα με την καταληκτική συζήτηση στη Γερουσία και κατόπιν μιας ιστορικής ψηφοφορίας η οποία, εκτός απροόπτου, θα τερματίσει τη διακυβέρνηση της κεντροαριστεράς στη μεγαλύτερη χώρα της Λατινικής Αμερικής.
Οκτώ ημέρες μετά την τελετή λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων, η Βραζιλία επανέρχεται στη θλιβερή πραγματικότητα της χειρότερης ύφεσης των τελευταίων δεκαετιών και μιας δίχως προηγούμενο πολιτικής κρίσης που επιδεινώνουν τα σκάνδαλα διαφθοράς.
Από τις 09:00 (15:00 ώρα Ελλάδας) οι 81 γερουσιαστές, υπό τον συντονισμό του προέδρου του Ομοσπονδιακού Ανώτατου Δικαστηρίου Ρικάρντο Λεβαντόφσκι, θα ακούσουν για τελευταία φορά τα επιχειρήματα των δύο πλευρών, που θα έχουν πολλές ώρες στη διάθεσή τους για να εκφραστούν και να συζητήσουν.
Για τους υποστηρικτές της καθαίρεσης της Ρουσέφ, η πρώτη γυναίκα η οποία εξελέγη στην προεδρία της Βραζιλίας, το 2010, διέπραξε εγκλήματα που δικαιολογούν την καταδίκη της, καθώς παραποίησε τα στοιχεία για το δημόσιο έλλειμμα και ενέκρινε με διατάγματα δαπάνες του δημοσίου χωρίς το πράσινο φως του Κογκρέσου.
Οι συνήγοροί της αντιτείνουν πως όλοι οι προκάτοχοί της είχαν ακολουθήσει τις ίδιες πρακτικές και καταγγέλλουν ένα θεσμικό «πραξικόπημα» ενορχηστρωμένο από τον πρώην αντιπρόεδρό της και νυν σκληρότερο πολιτικό αντίπαλό της, τον Μισέλ Τέμερ, 75 ετών.
Ο Τέμερ, ήδη προσωρινός πρόεδρος αφότου η Ρουσέφ παύθηκε προσωρινά τον Μάιο, θα την αντικαταστήσει στο αξίωμα ως τις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές οι οποίες θα διεξαχθούν στη Βραζιλία στα τέλη του 2018 εάν καθαιρεθεί. Σε αυτή την περίπτωση, η Ρουσέφ δεν θα μπορεί να αναλάβει ή να διεκδικήσει κανένα αξίωμα για οκτώ χρόνια.
Χθες ο Τέμερ δήλωσε «απόλυτα ήρεμος» καθώς υποδεχόταν στο προεδρικό μέγαρο 60 αθλητές που εκπροσώπησαν τη Βραζιλία στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Εξίσου αντιδημοφιλής με την αντίπαλό του, περιμένει την καθαίρεσή της για να αναχωρήσει, σήμερα ή αύριο, για την Κίνα για να εκπροσωπήσει τη χώρα στη σύνοδο κορυφής της Ομάδας των Είκοσι (G20).
Μερικά χιλιόμετρα από εκεί, στη Γερουσία, η Ντίλμα Ρουσέφ εκφράστηκε σε πολύ πιο υψηλούς τόνους: «Βρισκόμαστε ένα βήμα πριν από μια σοβαρή παραβίαση του Συντάγματος, από την υλοποίηση ενός αληθινού πραξικοπήματος», είπε στο βήμα. Προβάλλοντας ένα αποφασιστικό αλλά και ανθρώπινο πρόσωπο, αναφέρθηκε στα πέτρινα χρόνια της στρατιωτικής δικτατορίας (1964-1985), κατά τη διάρκεια της οποίας είχε φυλακιστεί και βασανιστεί.
«Φοβόμουν τον θάνατο, τις συνέπειες των βασανιστηρίων στο σώμα μου και στην ψυχή μου (...) αλλά δεν ενέδωσα. Αντιστάθηκα. Σήμερα, αυτό που φοβάμαι είναι ο θάνατος της δημοκρατίας», ανέφερε χαρακτηριστικά, πριν κλείσει την ομιλία της με την έκκληση: «Ψηφίστε κατά της καθαίρεσης, ψηφίστε υπέρ της δημοκρατίας».
Κατόπιν η 68χρονη πρώην αντάρτισσα δέχθηκε έναν καταιγισμό ερωτήσεων από τους γερουσιαστές. Οι αντίπαλοί της, γερουσιαστές της κεντροδεξιάς και άλλοι, την κατηγόρησαν ότι είπε ψέματα και απέκρυψε το μέγεθος της οικονομικής κρίσης, που προκάλεσε κυρίως η πτώση των τιμών των πρώτων υλών.
«Αυτή η οποία δικάζεται δεν είναι η γυναίκα που εναντιώθηκε στη δικτατορία με πολύ θάρρος. Αυτή που δικάζεται εδώ είναι η πρόεδρος της Δημοκρατίας Ντίλμα Ρουσέφ», ανέφερε ο γερουσιαστής της αντιπολίτευσης Τάσο Ζερεσάτσι, κατηγορώντας την ότι προσπαθεί να «υποβαθμίσει τη βαρύτητα των πράξεών της».
Υπομονετικά και ήρεμα, η Ρουσέφ απάντησε σε όλους, επιλέγοντας να πάρει μέρος στη διαδικασία, αντίθετα με αυτό που είχε συμβεί το 1992, όταν ο τότε πρόεδρος Φερνάντου Κολόρ είχε παραιτηθεί μία ημέρα πριν από την ψηφοφορία στη Γερουσία.
Μετά τη σημερινή συζήτηση των δικηγόρων των δύο πλευρών οι 81 γερουσιαστές – τους μισούς και πλέον εκ των οποίων βαρύνουν υποψίες για διαφθορά ή βρίσκονται σε εξέλιξη έρευνες σε βάρος τους – θα έχουν δικαίωμα να μιλήσουν για δέκα λεπτά ο καθένας, κάτι που μπορεί να σημάνει ότι η ψηφοφορία θα γίνει το βράδυ ή τις πρώτες πρωινές ώρες της Τετάρτης.
Τα προγνωστικά προεξοφλούν την ήττα της Ρουσέφ: σύμφωνα με υπολογισμούς των βραζιλιάνικων ΜΜΕ, πάνω από τα δύο τρίτα θα ταχθούν υπέρ της καθαίρεσής της στην ψηφοφορία.