Η εισαγγελία της Κολομβίας ανακοίνωσε χθες Τετάρτη ότι έδωσε εντολή να συλληφθούν 22 αξιωματικοί και υπαξιωματικοί του στρατού, εν ενεργεία και εν αποστρατεία, καθώς και δύο πολίτες, στο πλαίσιο των ερευνών για την φερόμενη εμπλοκή τους σε 18 εξωδικαστικές εκτελέσεις από το 2004 ως το 2007.
Ένας πρώτος φάκελος αφορά «14 στρατιωτικούς, συμπεριλαμβανομένων ενός συνταγματάρχη εν αποστρατεία, έναν αντισυνταγματάρχη (...), πέντε έχουν ήδη συλληφθεί» για τις δολοφονίες 16 χωρικών το 2007 στην επαρχία Σέζαρ (βορειοανατολική Κολομβία), τις οποίες παρουσίασαν ως θανάτους ανταρτών σε μάχες.
Ένας άλλος φάκελος αφορά οκτώ στρατιωτικούς, ανάμεσά τους δύο αντισυνταγματάρχες, οι οποίοι φέρονται να είναι οι δράστες «μιας ανθρωποκτονίας και μιας βίαιης εξαφάνισης», σύμφωνα με την ανακοίνωση της εισαγγελίας.
Η υπόθεση αυτή αφορά τις δολοφονίες δύο χωρικών στην επαρχία Αντιόκια (βορειοδυτική Κολομβία) την 29η Σεπτεμβρίου 2004, που επίσης είχαν καταγραφεί επίσημα ως θάνατοι ανταρτών της οργάνωσης Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC).
Εκατοντάδες Κολομβιανοί στρατιωτικοί έχουν καταδικαστεί, ενώ 22 στρατηγοί αντιμετωπίζουν έρευνα για την εμπλοκή τους σε τέτοιες εξωδικαστικές εκτελέσεις που παρουσίαζαν ως θανάτους ανταρτών σε μάχες για να εξασφαλίζουν άδειες και προβιβασμούς. Αυτού του είδους οι δολοφονίες είναι γνωστές στην Κολομβία ως falsos positivos («ψευδώς θετικές»).
Σύμφωνα με την μη κυβερνητική οργάνωση Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch, HRW), η οποία εδρεύει στην Ουάσινγκτον, πάνω από 4.000 πολίτες έχουν δολοφονηθεί στο πλαίσιο αυτής της μεθόδου δράσης στελεχών των ενόπλων δυνάμεων της Κολομβίας.
Ο εμφύλιος πόλεμος στην Κολομβία, που διαρκεί μισό αιώνα, έχει στοιχίσει κατά τα επίσημα στοιχεία τη ζωή 220.000 ανθρώπων και έχει εκτοπίσει έξι εκατομμύρια άλλους.