Η τζιχαντιστική οργάνωση Μπόκο Χαράμ έχει απαγάγει τουλάχιστον 2.000 γυναίκες και κορίτσια στη Νιγηρία από την έναρξη της περασμένης χρονιάς ως σήμερα, υπογραμμίζει η Διεθνής Αμνηστία σε έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα σήμερα, την ημέρα της επετείου της απαγωγής 276 μαθητριών από το Τσίμποκ.
Η απαγωγή, την 14η Απριλίου 2014, 276 μαθητριών από ένα σχολείο στη μικρή αυτή πόλη της βορειοανατολικής Νιγηρίας—εκ των οποίων οι 219 εξακολουθούν μέχρι σήμερα να αγνοούνται—συγκλόνισε όλο τον κόσμο. Όμως, παρά την μεγάλη προβολή της από τα διεθνή ΜΜΕ, η υπόθεση αυτή κάθε άλλο παρά αποτελεί το μόνο έγκλημα του είδους που έχει διαπραχθεί από την Μπόκο Χαράμ, τονίζει η οργάνωση προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η Διεθνής Αμνηστία έχει καταγράψει 38 ομαδικές απαγωγές που έχουν διαπράξει μέλη της τζιχαντιστικής οργάνωσης, με βάση όσα είπαν σε μέλη της αυτόπτες μάρτυρες, ιδίως γυναίκες και νεαρά κορίτσια που κατάφεραν να δραπετεύσουν.
"Είναι δύσκολο να εκτιμηθεί πόσοι άνθρωποι έχουν απαχθεί από την Μπόκο Χαράμ", όμως "ο αριθμός των γυναικών και των κοριτσιών που έχουν απαχθεί είναι δίχως αμφιβολία μεγαλύτερος από 2.000", αναφέρει η ΜΚΟ σε έκθεσή της.
Η Διεθνής Αμνηστία επικαλούμενη έναν ανώτερο αξιωματικό των ενόπλων δυνάμεων της Νιγηρίας αναφέρει ότι οι όμηροι από το Τσιμπόκ χωρίστηκαν σε τρεις ή τέσσερις ομάδες και μεταφέρθηκαν σε διαφορετικά στρατόπεδα των ανταρτών της Μπόκο Χαράμ.
Ορισμένες εξ αυτών μεταφέρθηκαν στο δάσος Σαμπίσα, στην πολιτεία Μπόρνο· άλλες στη λίμνη Τσαντ και στην οροσειρά που αποτελεί το φυσικό σύνορο της Νιγηρίας και του Καμερούν, ενώ άλλες—περίπου 70—κατέληξαν στο γειτονικό Τσαντ.
Ο στρατός της Νιγηρίας είχε ανακοινώσει πρόσφατα πως γνωρίζει πού βρίσκονται οι μαθήτριες, αλλά πρόσθεσε πως μια επιχείρηση για τη διάσωσή τους θα ήταν πολύ επικίνδυνη.
Δεν υπάρχει καμιά απόδειξη ότι οι απαχθείσες βρίσκονται ακόμη στη ζωή έπειτα από ένα βίντεο που είχε δημοσιοποιήσει τον Μάιο του 2014 η Μπόκο Χαράμ, στο οποίο εικονίζονταν περίπου μια εκατοστή μαθήτριες, καλυμμένες με μπούρκες, να απαγγέλνουν αποσπάσματα του Κορανίου.
Ο ηγέτης της Μπόκο Χαράμ, ο Αμπουμπακάρ Σεκάου, είχε δηλώσει ότι προσηλύτισε όσες έφηβες δεν ήταν μουσουλμάνες και ότι όλες τους "παντρεύτηκαν" μαχητές της οργάνωσης, παρά τη θέλησή τους.
Γυναίκες και κορίτσια που απήχθησαν σε παρόμοιες ενέργειες της Μπόκο Χαράμ είπαν σε στελέχη της Διεθνούς Αμνηστίας ότι τις φυλάκισαν υπό φρικτές συνθήκες, σε φυλακές με μεγάλο υπερπληθυσμό. Είπαν ότι τις πάντρεψαν διά της βίας, ότι τις εξανάγκασαν να μαγειρεύουν, να κάνουν οικιακές εργασίες. Πολλές αποκάλυψαν ότι βιάστηκαν.
Σύμφωνα με μια ακτιβίστρια της οργάνωσης προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων η οποία συνάντησε 80 πρώην ομήρους, οι 23 εξ αυτών είπαν ότι άρχισαν να τις βιάζουν πριν καν μεταφερθούν σε στρατόπεδα της Μπόκο Χαράμ, και ότι οι βιασμοί συνεχίστηκαν μετά τους εξαναγκαστικούς "γάμους" τους.
Μια 19χρονη η οποία απήχθη τον Σεπτέμβριο του 2014 αφηγήθηκε: "Με βίασαν πολλές φορές όσο ήμουν στο στρατόπεδο. Μερικές φορές ήταν πέντε. Μερικές φορές τρεις. Μερικές φορές έξι".
"Αυτό συνεχίστηκε όλο το διάστημα που ήμουν εκεί. Γινόταν πάντα τη νύχτα (...). Ορισμένοι (από τους άνδρες της Μπόκο Χαράμ που την βίαζαν) ήταν πρώην συμμαθητές μου από το χωριό μου. Αυτοί που με γνώριζαν συνήθως ήταν οι πιο βίαιοι απέναντί μου".
Άλλες πρώην όμηροι είπαν ότι εξαναγκάστηκαν να φέρουν όπλα και να κατασκευάζουν αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς.
Η μία ανέφερε ότι την έστειλαν στο μέτωπο, για να πάρει μέρος σε μια έφοδο εναντίον του ίδιου της του χωριού.
Η Αΐσα, 19 ετών, εξήγησε πως απήχθη κατά τη διάρκεια της γαμήλιας γιορτής μιας φίλης της, τον περασμένο Σεπτέμβριο, μαζί με την αδελφή της, τη νύφη και την αδελφή της νύφης. Βιάστηκε ομαδικά επανειλημμένα, εκπαιδεύτηκε στη χρήση όπλων και εξαναγκάστηκε να πάρει μέρος σε μια επίθεση εναντίον του χωριού όπου γεννήθηκε.
Είδε τα μέλη της Μπόκο Χαράμ να δολοφονούν την αδελφή της και άλλους 50 ανθρώπους.
"Ορισμένοι από αυτούς αρνήθηκαν να αλλαξοπιστήσουν, ορισμένοι αρνήθηκαν να μάθουν πώς να σκοτώνουν άλλους", εξήγησε η Αΐσα.
Σύμφωνα με την Διεθνή Αμνηστία—κατά την οποία η Μπόκο Χαράμ πρέπει να διωχθεί για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας—πάνω από 4.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί από ενέργειες της ισλαμιστικής οργάνωσης από την περασμένη χρονιά, ενώ τουλάχιστον 1.500 άνθρωποι σκοτώθηκαν μόνο μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2015.
Ο Σαλίλ Σέτι, γενικός γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστίας, εκτίμησε ότι "οι πρόσφατες στρατιωτικές επιτυχίες" των δυνάμεων χωρών της περιοχής που πολεμούν εναντίον της ισλαμιστικής οργάνωσης "ενδέχεται να σηματοδοτήσουν την αρχή του τέλους για την Μπόκο Χαράμ, αλλά χρειάζεται να γίνουν πάρα πολλά ακόμη για να προστατευθούν οι άμαχοι, να επιλυθεί η ανθρωπιστική κρίση και να αρχίσει η διαδικασία επούλωσης των πληγών" που έχει προκαλέσει η δράση της οργάνωσης.
"Οι φρικιαστικές εκτελέσεις, η σεξουαλική βία, η αναγκαστική στρατολόγηση παιδιών—αυτά είναι εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας τα οποία πρέπει να ερευνηθούν" από τις αρχές της Νιγηρίας, τόνισε ο Ντάνιελ Άιρ, ο συγγραφέας της έκθεσης της Διεθνούς Αμνηστίας.
"Είναι ξεκάθαρο ότι η έκταση της καταστροφής από τη δράση της Μπόκο Χαράμ και ο απολογισμός των νεκρών μεταξύ των αμάχων έχουν προσλάβει τεράστιες διαστάσεις, επομένως οι επενδύσεις που απαιτείται να γίνουν για την αποκατάσταση των κοινοτήτων είναι γιγαντιαίες", πρόσθεσε ο ίδιος.
Πάνω από 3,5 εκατ. άνθρωποι στη Νιγηρία, στο Καμερούν, στον Νίγηρα και στο Τσαντ έχουν πληγεί από την εξέγερση και αντιμετωπίζουν ελλείψεις τροφίμων επί μήνες, προειδοποίησε τον περασμένο μήνα το Δίκτυο Έγκαιρης Προειδοποίησης για την Αποτροπή Λιμών.
Εξάλλου περίπου 800.000 παιδιά έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τις εστίες τους για να γλιτώσουν από τον πόλεμο, σύμφωνα με το Ταμείο του ΟΗΕ για την Παιδική Ηλικία (UNICEF).