Σε ισχύ και πάλι η θανατική ποινή στο Πακιστάν μετά την άρση του μορατόριουμ στην θανατική καταδίκη. Τον περασμένο Δεκέμβριο, η κυβέρνηση είχε ανακοινώσει ότι θα εκτελούνται μόνο όσοι έχουν καταδικαστεί για εγκλήματα που σχετίζονται με την τρομοκρατία.
Ωστόσο μετά την άρση του μορατόριουμ, θα εκτελούνται και πάλι όλοι οι καταδικασθέντες στην εσχάτη των ποινών, ανεξάρτητα από τη φύση του εγκλήματος που έχουν διαπράξει
Υπολογίζεται ότι τουλάχιστον 8.000 Πακιστανοί έχουν καταδικαστεί στην εσχάτη των ποινών. Ωστόσο, το 2008 η χώρα εφάρμοζε μορατόριουμ στις εκτελέσεις, μια απόφαση που ήρθη τον Δεκέμβριο, μετά την αιματηρή επίθεση των Ταλιμπάν σε σχολείο της Πεσάβαρ, όταν σφαγίασαν 134 παιδιά και 19 ενήλικους.
Αρκετοί πολιτικοί υποστηρίζουν ότι οι εκτελέσεις με γρήγορες διαδικασίες είναι ζωτικής σημασίας ώστε το Πακιστάν να αποτρέπει τις επιθέσεις των ανταρτών. Για το λόγο αυτό, οι βουλευτές ψήφισαν υπέρ νομοσχεδίου που προβλέπει ότι στρατοδικεία θα δικάζουν υποθέσεις τρομοκρατίας και σοβαρά εγκλήματα και ο στρατός θα εκτελεί πολίτες, υποστηρίζοντας ότι τα πολιτικά δικαστήρια της χώρας εκφοβίζονται και δεν είναι σε θέση να καταδικάζουν εξτρεμιστές και δολοφόνους.
Οργανώσεις προάσπισης των ανθρώπινων δικαιωμάτων ωστόσο κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, τονίζοντας πως οι καταδικαστικές αποφάσεις είναι εντελώς αναξιόπιστες και ότι το σύστημα απονομής δικαιοσύνης στο Πακιστάν μετά βίας λειτουργεί. Από τη δική της πλευρά η κυβέρνηση υποσχόταν ότι θα θανατώνονται μόνο όσοι έχουν καταδικαστεί για τρομοκρατικές επιθέσεις.
Σύμφωνα με μια ομάδα νομικής βοήθειας, την οργάνωση Σχέδιο για τη Δικαιοσύνη στο Πακιστάν, από τον Δεκέμβριο έχουν εκτελεστεί 24 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων δύο άνδρες οι οποίοι δεν εμπλέκονταν σε τρομοκρατικές επιθέσεις. Βάσει έρευνας που διεξήγαγε η οργάνωση αυτή σε συνεργασία με το αμερικανικό Πανεπιστήμιο νομικών σπουδών Γέιλ, στην περιφέρεια Φαϊζαλαμπάντ έχουν καταγραφεί περίπου 2.000 περιπτώσεις βασανιστηρίων. Η πλειονότητα των ερωτηθέντων ανέφερε ότι είναι σύνηθες η αστυνομία να κατασκευάζει αποδεικτικά στοιχεία, να βασανίζει υπόπτους και να διενεργεί αναξιόπιστες έρευνες. Η έρευνα επισήμανε ακόμη ότι επειδή τα βασανιστήρια αποτελούν τόσο διαδεδομένο φαινόμενο, οι ομολογίες που κάνουν οι ύποπτοι στην αστυνομία δεν αναγνωρίζονται από το δικαστήριο ως αποδεικτικά στοιχεία. Αναφέρεται επιπλέον ότι υπάρχει μεγάλη διαφθορά ανάμεσα στους δικηγορικούς κύκλους, οι μάρτυρες συχνά δωροδοκούνται ή δολοφονούνται, ενώ δικαστές δέχονται απειλές για τη ζωή τους.
Πολλοί από τους θανατοποινίτες είχαν καταδικαστεί στην εσχάτη των ποινών όταν ήταν ακόμα ανήλικοι και έχουν καταγγείλει ότι βασανίστηκαν προκειμένου να ομολογήσουν, αναφέρει η ομάδα επικαλούμενη για παράδειγμα τη μαρτυρία ενός άνδρα που είχε καταδικαστεί σε ηλικία 14 ετών.