Δίωξη για εμπορία ανθρώπων σε βάρος μια γυναίκας η οποία κατηγορείται ότι πούλησε το παιδί της έναντι 6.000 ευρώ με συνεργό έναν μαιευτήρα, άσκησαν την Κυριακή οι Αρχές της Κίνας.
Η πεθερά της γυναίκας ήταν εκείνη η οποία επέστησε την προσοχή των αρχών στην υπόθεση, αναφέροντας στην αστυνομία της επαρχίας Χενάν (κεντρική Κίνα) πως φοβόταν ότι το νεογέννητο, ένα αγόρι, πουλήθηκε, σύμφωνα με το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Νέα Κίνα, το οποίο επικαλέστηκε τις εισαγγελικές αρχές.
Η γυναίκα, το μόνο στοιχείο της οποίας το οποίο δόθηκε στη δημοσιότητα είναι το επώνυμό της, Χουάνγκ, είχε πει στους οικείους της ότι το βρέφος απεβίωσε λίγο μετά την γέννησή του. Η ύποπτη, ήδη μητέρα ενός αγοριού από προηγούμενο γάμο της, «καβγάδιζε» συχνά με τον νέο σύζυγό της.
«Φοβόταν ότι η έλευση του νέου μωρού θα επηρέαζε το πρώτο της παιδί» αρνητικά, διευκρίνισε το Νέα Κίνα.
Ένα ζευγάρι δέχθηκε να πληρώσει 42.000 γιούαν για να αγοράσει το μωρό, τα 7.000 εκ των οποίων δόθηκαν στον μαιευτήρα που είχε αναλάβει να βρει τους αγοραστές, πρόσθεσε το πρακτορείο.
Άλλα κινεζικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν επίσης ότι η γυναίκα αντιμετωπίζει δίωξη για εμπορία ανθρώπων, όπως και ο γιατρός.
Οι κινεζικές αρχές πασχίζουν τα τελευταία χρόνια να καταστείλουν την —ιδιαίτερα προσοδοφόρα— αγορά νεογέννητων, η οποία τροφοδοτείται ιδίως από την παραδοσιακή προτίμηση των Κινέζων στα αγόρια και τη λεγόμενη πολιτική «του ενός παιδιού», η οποία συνεχίζει να περιορίζει δραστικά τον αριθμό των παιδιών ανά ζευγάρι, παρά τη χαλάρωσή της τα τελευταία χρόνια.
Η κινεζική αστυνομία νωρίτερα αυτόν τον μήνα εξάρθρωσε ένα δίκτυο εμπορίας βρεφών και 37 παιδιά σώθηκαν σε μια ευρεία επιχείρηση στο ανατολικό τμήμα της χώρας. Πάνω από 100 πρόσωπα συνελήφθησαν.