Σαράντα "ταραχοποιοί" σκοτώθηκαν την Κυριακή έπειτα από μια σειρά συντονισμένων εκρήξεων στην κυρίως μουσουλμανική κινεζική περιφέρεια του Σιντζιάνγκ (δυτική Κίνα), όπου εκδηλώνονται έντονες εθνοτικές εντάσεις, έγινε γνωστό από ένα κρατικό μέσο ενημέρωσης.
Έξι πολίτες, δύο αστυνομικοί και δύο βοηθητικοί της αστυνομίας βρήκαν επίσης το θάνατο σ' αυτά τα βίαια επεισόδια --τα πιο αιματηρά εδώ και πολλούς μήνες-- τα οποία σημειώθηκαν στο καντόνι Λουντάι, σύμφωνα με τον επίσημο ιστότοπο της περιφέρειας.
Εξάλλου 54 πολίτες, 32 μέλη της τουρκόφωνης και κυρίως μουσουλμανικής μειονότητας των Ουιγούρων, και 22 Χαν, μέλη της εθνότητας που αποτελεί τη συντριπτική πλειονότητα του κινεζικού πληθυσμού, τραυματίσθηκαν, πρόσθεσε ο ιστότοπος Τιανσάν, σύμφωνα με το ΑΠΕ.
Το επεισόδιο αυτό, το οποίο έγινε γνωστό στη διάρκεια της χθεσινής νύκτας --πέντε ημέρες μετά τα γεγονότα--, είχε σημειωθεί δύο ημέρες πριν καταδικασθεί, την Τρίτη, σε ισόβια κάθειρξη ο Ουιγούρος διανοούμενος Ιλάμ Τότι από δικαστήριο του Ουρούμκι, της πρωτεύουσας της Σιντζιάνγκ.
Το Πεκίνο βρίσκεται αντιμέτωπο με την πρόσφατη ριζοσπαστικοποίηση μιας μειονότητας των Ουιγούρων. Αυτοί οι τελευταίοι έχουν πολλαπλασιάσει τις φονικές επιθέσεις --πολλές από τις οποίες είναι επιθέσεις καμικάζι-- στη Σιντζιάνγκ, "αυτόνομη περιφέρεια" στα όρια της κεντρικής Ασίας, και στην υπόλοιπη Κίνα.
Δύο "ταραχοποιοί" συνελήφθησαν, σύμφωνα με τον Τιανσάν, ενώ ο κύριος ύποπτος, το όνομα του οποίου ανακοινώθηκε ως Μαμάτ Τουρσούν, σκοτώθηκε.
Οι 40 "ταραχοποιοί" που σκοτώθηκαν είτε ανατίναξαν οι ίδιοι εκρηκτικά τα οποία έφεραν είτε σκοτώθηκαν από την αστυνομία, υποστήριξε ο επίσημος κινεζικός ιστότοπος.
Τη Δευτέρα ο επίσημος Τύπος είχε κάνει λόγο για μια σειρά εκρήξεων και δύο νεκρούς στο Λουντάι.
Οι κομμουνιστικές αρχές περιορίζουν αυστηρά την πρόσβαση στη Σιντζιάνγκ και οι πληροφορίες δύσκολα μπορούν να επαληθευθούν από ανεξάρτητη πηγή.
Εργαζόμενοι σε ξενοδοχεία του Λουντάι, με τους οποίους ήρθε σε επαφή σήμερα το Γαλλικό Πρακτορείο από το Πεκίνο, αφηγήθηκαν ότι η πόλη ελέγχεται πλήρως από την κινεζική Χωροφυλακή.
"Οι δυνάμεις ασφαλείας βρίσκονται ακόμη στους δρόμους", δήλωσε ένας από τους εργαζομένους αυτούς, ενώ ένας άλλος μίλησε για απομόνωση της πόλης: "Πολύς κόσμος δεν έρχεται πια εδώ", είπε.
Σύμφωνα με τον Τιανσάν, τέσσερις εκρήξεις σημειώθηκαν την Κυριακή σε δύο αστυνομικά τμήματα, μια αγορά κι ένα κατάστημα στη διάρκεια αυτής της "οργανωμένης και εκτεταμένης" επίθεσης.
Ο άνθρωπος που κατηγορείται ως επικεφαλής των ταραχών, ο Μαμάτ Τουρσούν, ο οποίος εργαζόταν στις οικοδομές, από το 2003 "είχε διολισθήσει σταδιακά στον εξτρεμισμό" και "καλούσε άλλους ανθρώπους να ενταχθούν στην τρομοκρατική ομάδα του", υποστήριξε από την πλευρά του το επίσημο πρακτορείο ειδήσεων "Νέα Κίνα".
Στο τέλος μιας δίκης που προκάλεσε αντιδράσεις στο εξωτερικό, ο Ιλάμ Τότι, ένας μετριοπαθής ουιγούρος πανεπιστημιακός, κρίθηκε ένοχος για "αποσχιστικές δραστηριότητες", κατηγορία την οποία απορρίπτει.
Ο Τενγκ Μπιάο, ένας φημισμένος κινέζος δικηγόρος που υπερασπίζεται διαφωνούντες, έγραψε για την υπόθεση αυτή στη βρετανική εφημερίδα "Γκάρντιαν" αυτή την εβδομάδα πως "οι κινεζικές αρχές, προχωρώντας σε υπερβολική χρήση βίας, έσπειραν εχθρότητα, διαίρεση και απελπισία στο Σιντζιάνγκ και το Θιβέτ".
Σε σχόλιό της, η επίσημη εφημερίδα "Γκλόμπαλ Τάιμς" είχε αντιθέτως υποστηρίξει πως η ισόβια κάθειρξη που επιβλήθηκε στον διανοούμενο θα πρέπει "να χρησιμεύσει ως δίδαγμα" σ' αυτούς που επιδιώκουν την "απόσχιση" και να τους "κάνει να συνειδητοποιήσουν το τίμημα που πρέπει να πληρώσουν".