Ο υπουργός Μεταφορών της Μαλαισίας υποσχέθηκε σήμερα ότι θα συνεχιστούν οι έρευνες για τον εντοπισμό "πιθανών επιζώντων" από τη συντριβή της πτήσης ΜΗ370, τρεις εβδομάδες μετά την εξαφάνιση του αεροσκάφους Boeing 777 της Malaysia Airlines στον Ινδικό Ωκεανό.
"Δεν θέλω να δώσω μάταιες ελπίδες. Το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να προσευχόμαστε και να εκφράζουμε τη συμπαράστασή μας αφού, όσο υπάρχει και η παραμικρή ελπίδα να βρούμε επιζώντες, θα προσευχόμαστε και θα κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο", δήλωσε στους δημοσιογράφους ο Χισαμουντίν Χουσέιν, εκφράζοντας τα συλλυπητήριά του στις οικογένειες των επιβατών και των μελών του πληρώματος του αεροσκάφους.
Στις 25 Μαρτίου η Μαλαισία ανακοίνωσε επισήμως ότι το αεροπλάνο κατέληξε στο νότιο Ινδικό Ωκεανό, μολονότι μέχρι τώρα δεν υπάρχει καμία υλική απόδειξη που να επιβεβαιώνει αυτό το σενάριο.
Έντεκα αεροσκάφη από έξι χώρες (Αυστραλία, Κίνα, Ιαπωνία, Νέα Ζηλανδία, Νότια Κορέα και ΗΠΑ) ξεκίνησαν την Παρασκευή να ερευνούν μια ζώνη που απέχει 1.100 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της περιοχής όπου έψαχναν επί μία εβδομάδα, στα ανοιχτά των αυστραλιανών ακτών, για να βρουν κάποιο ίχνος του Μπόινγκ. Έχουν εντοπιστεί μέχρι σήμερα διάφορα αντικείμενα να επιπλέουν στη θάλασσα όμως δεν έχει επιβεβαιωθεί ότι κάποιο από αυτά προέρχεται από το εξαφανισμένο αεροσκάφος.
Μάλιστα, ένα κινεζικό αεροσκάφος που συμμετέχει στις έρευνες εντόπισε τρία αντικείμενα που πιθανολογείτο ότι ήταν συντρίμμια του μοιραίου Boeing. Ωστόσο, επιπλέοντα αντικείμενα που περισυνελέγησαν από πλοία σήμερα αποδείχθηκε πως δεν είχαν τελικά σχέση με το χαμένο αεροσκάφος.
Πάντως, οι ειδικοί εξηγούν ότι ακόμη και αν βρεθούν κομμάτια και διαπιστωθεί ότι είναι του αεροσκάφους, το ίδιο το μοιραίο Boeing είναι πιθανό να βρεθεί μετά από μήνες, χρόνια ή και ποτέ, αφού ο πυθμένας του Ινδικού Ωκεανού, και ειδικά στο συγκεκριμένο σημείο που φέρεται να έχει συντριβεί το αεροσκάφος, είναι παντελώς άγνωστος.
"Γνωρίζουμε περισσότερα για την επιφάνεια της Σελήνης παρά για τον πυθμένα στο συγκεκριμένο σημείο", ανέφερε χαρακτηριστικά ο Ντέιβιντ Φερέιρα του πανεπιστημίου του Ρέντινγκ, μιλώντας στο BBC.