Μεγαλώνοντας, το Σάββατο ήταν η αγαπημένη μέρα της βδομάδας για τη μικρή Renne. Φεύγοντας κρυφά από το σχολείο της ήδη από το απόγευμα της Παρασκευής, η Renee McBryde ήξερε ότι τα Σαββατοκύριακα θα άκουγε δια τηλεφώνου, τον λατρεμένο της πατέρα.
Ο πατέρας της Renee, Michael ήταν «πολύ σημαντικός και ένας εξαιρετικά απασχολημένος άνθρωπος» που ποτέ η κόρη του δεν είχε δει αυτοπροσώπως. Από πολύ μικρή ηλικία της είχαν πει, η μητέρα και η γιαγιά της, ότι ο πατέρας της ήταν CEO σε μεγαλοεταιρεία της Αυστραλίας και «ήταν τόσο απασχολημένος που δε μπορούσε να φύγει από το χώρο εργασίας»... Οπότε, εκείνη μιλούσε μαζί του μόνο στο τηλέφωνο κάθε Σαββατοκύριακο όταν έμενε στο σπίτι της γιαγιάς της. Αφού έτρωγε το βραδινό της και έκανε το μπάνιο της, περίμενε υπομονετικά για να χτυπήσει το τηλέφωνο. Αν και δεν την άφηναν να σηκώσει εκείνη το ακουστικό, ήξερε ότι στην άλλη γραμμή ήταν ο πατέρας της.
Στις σύντομες συνομιλίες τους, μιλούσαν για το σχολείο, τα παιχνίδια, τους παππούδες της- ο πατέρας της συχνά έδινε το ακουστικό και σε φίλους και συναδέλφους του να μιλήσουν στην κόρη του όπου άκουγε από εκείνους το πόσο φοβερός τύπος ήταν. Η ζωή της θα άλλαζε ένα Σάββατο βράδυ- ήταν έξι ετών και όταν η γιαγιά της σήκωσε το ακουστικό, τίποτα δε θα ήταν το ίδιο. Έπειτα από ένα βιαστικό «γεια», ο πατέρας της αποφάσισε να της πει την αλήθεια. «Αποφάσισε ότι ήταν καιρός να μου πει την αλήθεια, για το ποιος ήταν», λέει η 34χρονη σήμερα McBryde στο news.com.au. «Μου είπε ότι δεν εργαζόταν στην Cottees και πως ήθελε να βρεθούμε πρόσωπο με πρόσωπο αλλά αυτό δε θα γινόταν αν δε μάθαινα την αλήθεια».
Ο Michael Caldwell, καλούσε κάθε βδομάδα την κόρη του από τις φυλακές όπου κρατείτο. Είχε καταδικαστεί σε ισόβια για ανθρωποκτονία, για το φόνο δυο αντρών στο Σίδνεϊ, το 1981. Σε ηλικία 19 ετών τότε, ο Caldwell- ζούσε ως ζιγκολό- μαζί με έναν 16χρονο, αφαίρεσαν τη ζωή του έλληνα ομογενή Constantine Giannaris και του δασκάλου και γκέι ακτιβιστή, Peter Parkes.
«Το πιο έντονο συναίσθημα ήταν η απογοήτευση που δεν εργαζόταν στην Cottees. Δεν καταλάβαινα τη βαρύτητα των λόγων του. Ήξερα τι ήταν η φυλακή, αλλά όχι με τον τρόπο που το γνωρίζει ένας ενήλικος«, λέει η 34χρονη που εργάζεται ως κοινωνική λειτουργός. «Μου είχαν πει ψέματα και αυτό ήταν πολύ έντονο, αλλά τότε δεν καταλάβαινα τη φύση του εγκλήματος. Μεγαλώνοντας, ήξερα ότι αυτό που είχε κάνει ήταν πολύ σοβαρό».
Η μητέρα της Renee, Gemma -έμεινε έγκυος όταν ήταν μόλις 15 ετών-, δε γνώριζε ότι η κόρη της μιλούσε κάθε Σάββατο με τον πατέρα της. Η γιαγιά τελικά αναγκάστηκε και αποκάλυψε στην κόρη της τι συνέβαινε όταν ο γαμπρός της είπε όλη την αλήθεια. «Προτίμησαν να μου πουν ότι δούλευε, όταν άρχισα να κάνω ερωτήσεις. Η αλήθεια επηρέασε τη μετέπειτα ζωή μου. Δε μπορούσα να πω τίποτα και σε κανέναν για εμένα». Τελικά, η πρόσωπο με πρόσωπο συνάντηση έγινε όταν έκλεισε τα 8. «Υπήρχαν παντού φρουροί.. ήθελα έναν φυσιολογικό μπαμπά. Όταν τελικά τον είδα, τότε έπαθα το σοκ- δεν ήταν όπως οι άλλοι πατεράδες και η φυλακή δεν είναι μέρος για παιδιά...».
Η εμπειρία της Renee, έχει αποτυπωθεί στο βιβλίο της, The House of Lies.