Όταν ένας άνδρας αυτοϊκανοποιείται, ποιες σκέψεις περνούν από το μυαλό της συντρόφου του; Η αυτοϊκανοποίηση μέσα σε μια σχέση είναι απαγορευτική και τι μπορεί να σημαίνει για τη σεξουαλική ζωή του ζευγαριού; Η κλινική θεραπεύτρια σεξουαλικών διαταραχών κ. Ελεάνα Ελευθερίου αναλύει.
Με το βλέμμα των ειδικών από τους κόλπους της ιατρικής, της ψυχολογίας, της ψυχανάλυσης αλλά και των εκπροσώπων της θρησκείας και της ανατολικής φιλοσοφίας, η αυτοϊκανοποίηση ίσως να αποτελεί την πιο πολυσυζητημένη και συνάμα αμφιλεγόμενη μορφή σεξουαλικής πρακτικής. Ταυτισμένη με τις ορμές της νεότητας και τον αυτοερωτισμό, η ιστορία της ξεκινά από τα βάθη των αιώνων και καταλήγει στη σύγχρονη δυτική κοινωνία ως ένα πια απενοχοποιημένο ζήτημα με πολλές όμως κρυφές πτυχές και ακόμα περισσότερες απόρροιες ειδικά όταν η θέση της βρίσκεται μέσα στην ερωτική σχέση. Θα μπορούσαμε να πούμε πως βρίσκεται σε "ανταγωνιστική σχέση" με τη χρήση πορνογραφικού υλικού σε ό,τι αφορά τις εντάσεις και τις διαστρεβλώσεις που προκαλεί σε μια σχέση όπως επίσης και τις αρνητικές προεκτάσεις που έχει.
Ξεπερνώντας τους σκοπέλους που υπαγόρευαν τη δαιμονοποίηση του αυνανισμού και τη καταδίκη του στο πυρ το εξώτερον ακόμα και κατά την περίοδο της εφηβείας, εμφυσώντας το φόβο της τιμωρίας λόγω της υπόστασης της αμαρτωλής, ακάθαρτης και μιαρής πράξης, ο αυνανισμός στο συλλογικό νου έχει απενοχοποιηθεί. Παρόλο λοιπόν που ο σύγχρονος άνθρωπος κατάφερε να απεγκλωβιστεί από το φόβο των απειλών που ελλόχευε η αυνανιστική πρακτική ακόμα και για την υγεία του, σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες που ανακοινώνονταν κατά καιρούς, συνεχίζει στο συλλογικό νου η αυτοϊκανοποίηση να αποτελεί εν μέρει μια εφηβική πρακτική ή μια λύση ανάγκης όταν δεν υπάρχει ερωτικός σύντροφος.
Υπάρχουν αρκετά ζευγάρια όπου και για τους δυο συντρόφους είναι σχεδόν αδιανόητο να αυτοϊκανοποιούνται ενώ βρίσκονται στη σχέση. Τι γίνεται όμως στη περίπτωση που ο ένας εκ των δύο πέραν της ικανοποίησης που λαμβάνει από τη σεξουαλική πράξη, νιώθει την ανάγκη να αυτοϊκανοποιείται;
Συχνά μια τέτοια συνθήκη ισχύει για τον άνδρα, με τη γυναίκα-σύντροφο του αρχικά να απορεί, στη συνέχεια να αμύνεται, να δυσφορεί και τελικά να επιτίθεται μπροστά στην απειλή που λέγεται "ανδρικός αυνανισμός". "Δεν του αρκώ εγώ;", "νιώθω σαν να απιστεί…", "μήπως δεν του αρέσω πια;", "μήπως φαντασιώνεται κάποια άλλη;", "μήπως είναι άρρωστος;", είναι μόνο μερικά από τα ερωτήματα-διατυπώσεις που αποτυπώνουν τη θέση της γυναίκας απέναντι στον αυνανισμό του συντρόφου τους.
Η γυναίκα μπορεί να έχει μια ιδιαιτέρως επικριτική και αρνητική στάση προς την αυτοϊκανοποίηση, εφόσον η ίδια δεν αυτοϊκανοποιείται, ειδικά στην περίπτωση που ο αυνανισμός δεν αποτελούσε μια πράξη ικανοποίησης για εκείνην ούτε καν όταν δεν είχε κάποια ερωτική σχέση. Υπό αυτές τις συνθήκες μοιάζει ο αυνανισμός του άνδρα να επιφέρει ένα ρήγμα στην "κανονικότητα της σχέσης", σαν να εισβάλλει ένας αόρατος τρίτος που δεν είναι άλλος από το ίδιο το σώμα του άνδρα, που στην προκειμένη περίπτωση για τη γυναίκα μετατρέπεται σε ένα άλλο ερωτικό αντικείμενο πέραν της ιδίας.
Η γυναίκα αντιδρά, θυμώνει, θλίβεται, υποτιμά, τιμωρεί. Αναρωτιόμαστε αν οι προκαταλήψεις, οι προσωπικές πεποιθήσεις και οι αναστολές γύρω από τη σεξουαλικότητα είναι τόσο ισχυρές ώστε να προκαλούν τέτοια συναισθήματα και συμπεριφορές. Είναι άραγε ο αυνανισμός τόσο ισχυρός ανταγωνιστής ή η ερμηνεία αγγίζει κάτι κρυφό, ασυνείδητες δομές που διεγείρονται και μέσω των οποίων εκδηλώνονται φόβοι ανομολόγητοι και απωθημένες επιθυμίες.
Επιχειρώντας μια βαθύτερη ανάλυση θα μπορούσαμε να πούμε ότι ίσως η γυναίκα νιώθει πως σε αυτή τη "δυαδική σχέση" που δημιουργεί ο άνδρας με τον εαυτό του, επιτυγχάνοντας έναν τοπικό προσπορισμό ικανοποίησης, χωρίς να περιλαμβάνεται εκείνη, δεν έχει θέση. Βιώνει έναν αποκλεισμό του ονόματός της, σαν μην έχει ρόλο, για την ακρίβεια σαν κάποιος να της αφαίρεσε το όνομά της.
Η θέση στην οποία αναφερόμαστε ίσως τελικά να μην είναι μόνο η θέση του ερωτικού αντικειμένου που έχει η γυναίκα, το οποίο ο άνδρας ποθεί και διεκδικεί, στο οποίο ο άνδρας επενδύει, αλλά και η θέση της επιθυμίας του φαλλού, με τις όποιες υπολανθάνουσες φαντασιώσεις. Ο φαλλός δηλαδή, που τελικά εκείνη δεν είχε ποτέ, ούτε απέκτησε ποτέ και που μέσα από την ανδρική αυτόϊκανοποίηση, αποδεικνύεται περίτρανα η αποτυχία της όχι μόνο ως προς το να κάνει το φαλλό δικό της, αλλά ούτε καν να τον κρατήσει μέσα της.
Θα μπορούσαμε εδώ να προσθέσουμε και άλλον έναν συμβολισμό που ενδεχομένως να έχει η αυτοϊκανοποίηση του άνδρα στο ασυνείδητο της γυναίκας. Η αυτοϊκανοποίηση ως σεξουαλική πρακτική προάγει άλλον έναν αποκλεισμό, αυτόν του ονόματος του πατέρα και του ονόματος της μητέρας, γιατί το υπόκωφο μήνυμα του είτε λέει "δεν σου προσφέρω το σπέρμα μου, άρα δεν σου προσφέρω ένα παιδί", είτε είναι αντεστραμμένο και δηλώνει "δεν είμαι άξιος πατέρας". Όποια και να είναι η ερμηνεία, είτε αναφερόμαστε σε ασυνείδητες δομές, είτε σε αντιλήψεις, προσωπικά ταμπού και ανταγωνισμούς, με τη γυναίκα να βλέπει τον αυνανισμό του άνδρα σαν μια πλήρως ναρκισσιστική πράξη, συχνά καταλήγει η αυτοϊκανοποίηση να είναι το μήλον της έριδος και μύρια κακά να εκδηλωθούν στη σχέση του ζευγαριού, με τον άνδρα να νιώθει και εδώ ότι ευνουχίζεται αφού η γυναίκα προτίθεται να του απαγορεύσει μια από τις ικανοποιήσεις του και τη γυναίκα να υποφέρει μέσα στο πληγωμένο δικό της ναρκισσισμό.
Η αυτοϊκανοποίηση μέσα σε μια σχέση δεν είναι απαγορευτική εφόσον δεν υποκαθιστά τη σεξουαλική επαφή των συντρόφων ή δεν αναπληρώνει τα κενά που αφήνει ακάλυπτα ή δημιουργεί το σεξ. Σε μια τέτοια περίπτωση πιθανόν θα σήμαινε ότι το ζευγάρι αντιμετωπίζει μια δυσλειτουργία ή ότι η σεξουαλική πράξη δεν είναι ικανοποιητική ή επαρκής ως προς τη συχνότητα και τη ποιότητα της, αλλά αυτό δεν επικοινωνείτε μεταξύ των συντρόφων.
Επίσης, η αυτοϊκανοποίηση μπορεί χρησιμοποιείται ως ένα σεξουαλικό παιχνίδι, μπορεί να συμβάλλει στην απενοχοποίηση του σώματος όπως και των φαντασιώσεων, μπορεί να είναι μέρος του ερωτικού παιχνιδιού που θα εντείνει τον κανονικό οργασμό και τη διέγερση των φαντασιώσεων. Αντίστοιχα μπορεί να αποτελεί ένα πολύ μικρό μέρος της σχέσης ενός ατόμου με το σώμα του και περαιτέρω με τον εαυτό του, να είναι μέσο χαλάρωσης και εκτόνωσης της σεξουαλικής έντασης σε στιγμές που το σεξ δεν είναι εφικτό. Για να γίνουν όμως όλα τα παραπάνω αντιληπτά και ακόμα περισσότερο κατανοητά και αποδεκτά, χρειάζεται ο κάθε άνθρωπος που βιώνει μια κατάσταση ως ενοχλητική, υποτιμητική ή απειλητική να αναζητά πρωτίστως τους λόγους που νιώθει κατ’αυτό τον τρόπο και ύστερα να επικοινωνήσει με το σύντροφό του. Χρειάζεται επίσης να είναι και οι δύο σύντροφοι διατεθειμένοι για αμφότερες μετακινήσεις που πιθανόν θα χρειαστεί να συντελεστούν, ώστε η υποτίμηση, ο εξευτελισμός, η καταπίεση και ο ευνουχισμός να είναι αυτά τα οποία τελικά θα εξοστρακιστούν από τη σχέση.