Ο σχεδιαστής Michael Kors έχει πει για εκείνη ότι άλλαξε την αντίληψη για το πώς πρέπει να είναι η sexy γυναίκα, κι από ξανθιά με μπλε μάτια έγινε μελαχρινή με μυαλό και γοητεία. Είναι η γυναίκα που έδωσε νόημα στον όρο top model και παρά το γεγονός ότι από το 2000 απέχει από τις πασαρέλες παραμένει ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα πρόσωπα στο χώρο της μόδας και του modeling. Η Cindy Crawford με τη χαρακτηριστική ελιά πάνω από τα χείλη της σήμερα στα 47 της χρόνια βρίσκεται στη λίστα του περιοδικού Men's Health με τις 100 πιο όμορφες γυναίκες του πλανήτη.
Η Cynthia Ann Crawford γεννήθηκε το Φεβρουάριο του 1966 στο DeKalb του Illinois. Ανακαλύφθηκε σε ηλικία 16 χρόνων από ένα φωτογράφο και κατάφερε να κερδίσει την αναγνώριση στο σκληρό και ιδιαίτερα ανταγωνιστικό χώρο του modeling όταν το 1982 διακρίθηκε στο διαγωνισμό Look of the year που πραγματοποιήθηκε από το πρακτορείο μοντέλων Elite. Μέσα σε λίγους μήνες το όνομα της ακουγόταν παντού ενώ εμφανίστηκε στο εξώφυλλο της Vogue.
Η Cindy ήταν πολύ καλή μαθήτρια και όταν αποφοίτησε το 1984 κέρδισε μια υποτροφία για να σπουδάσει Χημικός Μηχανικός στο Northwestern University, ωστόσο παρακολούθησε τα μαθήματα μόλις τρεις μήνες καθώς αποφάσισε να κυνηγήσει μια καριέρα στο modeling. Αφού συνεργάστηκε με αρκετούς γνωστούς φωτογράφους, το 1986 μετακόμισε στο Manhattan οπότε και υπέγραψε συμβόλαιο με το διάσημο πρακτορείο μοντέλων Elite.
Τις δεκαετίες του '80 και του '90, η Cindy ήταν το πιο διάσημο μοντέλο στην Αμερική κι ένα από τα πιο γνωστά στον κόσμο. Παρά το γεγονός ότι στο παρελθόν υπήρξαν διάσημα μοντέλα όπως για παράδειγμα η Twiggy τη δεκαετία του ’60 ή οι Lauren Hutton και Cheryl Tiegs τη δεκαετία του ’70 δεν είχαν καταφέρει να αγαπηθούν τόσο πολύ και να διατηρήσουν τη φήμη τους. Η Cindy δεν ήταν απλά ένα όμορφο μοντέλο που πρωταγωνιστούσε στα εξώφυλλα των περιοδικών και στις πασαρέλες, έγινε celebrity και έφθασε στο σημείο να συναγωνίζεται τη φήμη των αστέρων του κινηματογράφου και των rock stars. Το διάσημο μοντέλο άρχισε να δίνει συνεντεύξεις και να μιλά για την παιδική της ηλικία, το διαζύγιο των γονιών της αλλά και το θάνατο του μικρότερου αδερφού της από λευχαιμία όταν εκείνη ήταν 10 χρόνων. Μάλιστα από τότε που ασχολήθηκε με το modeling όλα τα έσοδα από τα ημερολόγια τα πρόσφερε στην ιατρική έρευνα για την παιδική λευχαιμία ενώ μέχρι σήμερα είναι υποστηρίκτρια του προγράμματος παιδιατρικής ογκολογίας του University of Wisconsin-Madison. Οι εξομολογήσεις της την έκαναν ιδιαίτερα προσιτή και αγαπητή τόσο στους άνδρες, όσο και στις γυναίκες οι οποίες για έναν ανεξήγητο λόγο δεν ένιωθαν να "απειλούνται" από την απίστευτη ομορφιά της.
Από το 1989 έως 1995 η Cindy παρουσίαζε το talk show "House of Style" στο MTV, ενώ η καριέρα της συνεχίστηκε με τη συμμετοχή της σε video γυμναστικής, τηλεοπτικές εκπομπές, διαφημιστικά αλλά και εμφανίσεις στον κινηματογράφο, όπως για παράδειγμα το 1995 στην ταινία "Fair Game", όπου παρά το γεγονός ότι δε δέχθηκε καθόλου καλές κριτικές δεν επηρεάστηκε καθόλου η δημοτικότητά της, η οποία εν τω μεταξύ, είχε αυξηθεί όταν το 1991 παντρεύτηκε σε ηλικία 25 χρόνων τον 42χρονο τότε ηθοποιό Richard Gere.
Το πανέμορφο ζευγάρι τελικά χώρισε το 1995 και η Cindy μετά από τους σύντομους δεσμούς της με το Robert De Niro και το Val Kilmer, το 1998 παντρεύτηκε το πρώην μοντέλο και επιχειρηματία Rande Gerber με τον οποίο απόκτησε δύο παιδιά τον Presley το 1999 και την Kaia το 2001.
Μέχρι το 2000 που αποσύρθηκε από τις πασαρέλες, η Cindy είχε υπογράψει συμβόλαια πολλών εκατομμυρίων με εταιρείες, μεταξύ των οποίων η Pepsi και η Revlon ενώ το 1998 το ABC της έδωσε την εκπομπή "Sex with Cindy Crawford", στην οποία παρουσιάζονταν θέματα που αφορούσαν το sex στην εφηβεία. Το 2005 δημιούργησε τη σειρά καλλυντικών Meaningful Beauty και λάνσαρε μία νέα σειρά επίπλων ενώ το Μάιο του 2011 έκανε ένα come back ποζάροντας για την μεξικανική έκδοση της Vogue.