Συνέντευξη στη Μαρία Θανοπούλου
Στην Ελλάδα της κρίσης, σε μια εποχή που οι αποκαλύψεις για σκάνδαλα σε δημόσιες υπηρεσίες διαδέχονται η μία την άλλη, η ταλαντούχα φωτογράφος Ζωή Χατζηγιαννάκη στρέφει το φακό της στα δημόσια κτίρια της Αθήνας, θέλοντας να εκφράσει τη σύγχυση και την αμφισβήτηση που νιώθουμε σήμερα. Η δουλειά της μάλιστα με τίτλο "Μυστικά και Κρίσεις" "ταξίδεψε" στο διεθνές φεστιβάλ φωτογραφίας Noorderlicht που πραγματοποιείται στην Ολλανδία αποσπώντας εξαιρετικές κριτικές.
Το έργο σας "Μυστικά και Κρίσεις" πριν από λίγες ημέρες "ταξίδεψε" στο φεστιβάλ φωτογραφίας στην Ολλανδία. Αφενός θα ήθελα να μοιραστείτε μαζί μας τα συναισθήματά σας κι αφετέρου να μας μεταφέρετε τα μηνύματα που εισπράξατε.
Το φεστιβάλ αυτό ήταν για μένα μία σπουδαία εμπειρία από όλες τις απόψεις: είχα καταρχήν την ευκαιρία να δείξω τη δουλειά μου μαζί με άλλους διεθνείς καλλιτέχνες με τους οποίους έχουμε και κοινές αναζητήσεις γύρω από ένα τόσο ενδιαφέρον και πολύπλευρο θέμα όπως η κρίση. Ο καθένας είχε εκφραστεί με διαφορετικό τρόπο έχοντας διαφορετικά βιώματα και απόψεις. Το γεγονός όμως ότι αυτές παρουσιάστηκαν σε μία ομαδική έκθεση επηρέαζε και μετασχημάτιζε λίγο ή πολύ όλα τα έργα. Αυτό είναι μία ανεκτίμητη εμπειρία για τη δουλειά του καθένα, να τη δει δηλαδή ο ίδιος σε ένα άλλο πλαίσιο, πόσο μάλλον όταν στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν και ο ίδιος ο χώρος πολύ επιβλητικός όπως είναι το παλιό εργοστάσιο ζάχαρης που έλαβε χώρα το φετινό Noorderlicht festival. Τα μηνύματα ήταν σίγουρα θετικά και λόγω ακριβώς αυτού που περιέγραψα παραπάνω αισθάνθηκα να υπάρχει περισσότερο μία θετική αντίδραση γύρω από την όλη έκθεση σαν σύνολο και ότι η κρίση είναι ένα θέμα οικουμενικό–με διαφορετικές μεν εκφάνσεις, αιτίες κλπ-. Είναι περίεργο αλλά δεν ένιωσα να διαχωρίζουν το θέμα της Ελλάδας ιδιαίτερα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αντιλαμβανόντουσαν τη δουλειά μου.
Πότε και πώς σας ήρθε η ιδέα να φωτογραφήσετε δημόσια κτίρια;
Το 2010 όποτε βρισκόμουν στο κέντρο της Αθήνας είχα την αίσθηση ότι σίγουρα κάτι δεν πάει καλά ούτε ότι θα πάει. Η ατμόσφαιρα ήταν πολύ αρνητική. Θέλοντας λοιπόν να εκφράσω αυτό το συναίσθημα και επειδή η δουλειά μου και οι σπουδές μου γενικότερα έχουν σχέση με το χώρο και την κοινωνία και πώς αυτά μεταξύ άλλων μεταβάλλονται, ένιωσα ότι τα δημόσια κτίρια έπαιζαν σημαντικό ρόλο σε αυτή τη συναισθηματική "κατάπτωση". Ένας άλλος λόγος ήταν βέβαια ότι τα ίδια αυτά κτίρια πρωταγωνιστούσαν στα ρεπορτάζ για την κρίση στο ίντερνετ, στην τηλεόραση, στις εφημερίδες κλπ και βρισκόντουσαν στο στόχαστρο των θυμωμένων πολιτών (καταλήψεις, βανδαλισμοί κλπ).
Με ποια κριτήρια τα επιλέξατε;
Τα επέλεξα με τα κριτήρια του πόσο εμπλέκονται σε αυτή την κρίση από άποψη κυρίως ψυχολογικής. Δηλαδή πόσο μας επηρεάζουν συναισθηματικά ανεξάρτητα από το πόσο άμεσο ρόλο παίζουν τώρα -όπως π.χ. το υπουργείο οικονομικών ή η Βουλή. Το πρώην χρηματιστήριο όμως ή το πρώην υπουργείο παιδείας ή το νυν υπουργείο πολιτισμού που δείχνουν σαν να μην έχουν τωρινή και άμεση πρακτική ανάμιξη στην κρίση σίγουρα έχουν μεγάλο μερίδιο στην τωρινή ψυχολογία των πολιτών λόγω της ιστορίας τους και βεβαίως της παρουσίας τους στην πόλη.
Τι θέλουν να "πουν" οι φωτογραφίες σας; Τι μυστικά θέλουν να αποκαλύψουν;
Θέλουν να εκφράσουν απλώς αυτή τη σύγχυση και την αμφισβήτηση που υπάρχει σχετικά με το ό,τι συμβαίνει και γιατί συνέβη. Δε θέλουν να αποκαλύψουν κανένα μυστικό απλώς την απόλυτα κατανοητή ανάγκη του κόσμου να ξεκαθαρίσει την αμφιβολία και τη "θολούρα" που υπάρχει, να ανακαλύψει τι έγινε, ποιος έφταιξε.
Δίπλα σε κάθε φωτογραφία υπάρχει μία λεπτομέρειά της μεγεθυμένη που δίνει την αίσθηση αποδεικτικού στοιχείου. Πώς την επιλέξατε;
Την επέλεξα τελείως τυχαία και ίσως με μόνο αισθητικά στοιχεία. Ουσιαστικά αυτή η λεπτομέρεια ενώ δίνει ακριβώς την αίσθηση ότι "κάτι μάλλον έχουμε εδώ" τελικά δεν αποκαλύπτει τίποτα, το μόνο κριτήριο για την επιλογή ήταν να δίνει αυτή την αίσθηση.
Ποιο δημόσιο κτίριο ξεχωρίζετε και γιατί;
Σίγουρα της ΔΕΗ γιατί θεωρώ ότι είναι αρκετά αντιπροσωπευτικό, όντας διφορούμενο και ίσως με επηρέασε και ένας περαστικός κύριος που όταν έβγαζα φωτογραφίες μου είπε: “μην τους βλέπεις έτσι αυτούς, αυτοί έχουν πισίνα στην ταράτσα”. Όπως και το υπουργείο πολιτισμού που στεγάζεται στο κτίριο της οδού Μπουμπουλίνας λόγω της ιστορίας του αλλά και της γελοίας γραφειοκρατικής περιπέτειας που είχα για να φωτογραφίσω την όψη του.
Την τελευταία φορά που βρεθήκατε ως πολίτης σε ένα δημόσιο κτίριο, ποια ήταν τα συναισθήματά σας;
Νομίζω ότι αυτό που νιώθω τις περισσότερες φορές είναι ότι είμαι ένα σκουπίδι που δεν αξίζει κανείς να ασχοληθεί μαζί του και ότι οι υπάλληλοι που βρίσκονται εκεί είναι σαφώς εναντίον μου. Με λίγα λόγια δυσφορία, αγανάκτηση και καχυποψία.
Πιστεύετε ότι στο μέλλον υπάρχει περίπτωση να "κοιτάμε" αυτά τα κτίρια χωρίς καχυποψία;
Δε νομίζω, σίγουρα θα τα κοιτάμε με λιγότερη ή περισσότερη, αλλά χωρίς καθόλου όχι. Πιστεύω ότι σε οποιοδήποτε μέρος ακόμη και υπό τις πιο δημοκρατικές και διαφανείς συνθήκες, η σχέση μεταξύ πολιτών και Κράτους είναι πάντοτε γεμάτη αμφιβολίες –πόσο μάλλον στην Ελλάδα.
Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη φωτογραφία; Ήταν παιδικό όνειρό;
Δε θα το έλεγα παιδικό όνειρο απλώς είχα την ευκαιρία να τη γνωρίσω μέσα από τις σπουδές μου που είχαν να κάνουν γενικότερα με την τέχνη και ανακάλυψα ότι είναι ένα μέσο που μου δίνει τη δυνατότητα να εκφραστώ όπως θα ήθελα και επίσης με ευχαριστεί πάρα πολύ.
Από που αντλείτε έμπνευση;
Κυρίως από την πόλη, τις εκάστοτε κοινωνικοπολιτικές συνθήκες και τις ψυχολογικές αλλαγές που επιφέρουν σε συλλογικό επίπεδο.
Τι να περιμένουμε από το φακό σας στο μέλλον, τι ετοιμάζετε;
Ετοιμάζω μία δουλειά που και πάλι έχει σχέση με την Αθήνα και την ψυχογεωγραφία της. Αυτή τη φορά ξεκινάω με τόπους που μας κάνουν να αισθανόμαστε χαρούμενοι και περήφανοι με το ιδεώδες.