Μετά από αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες να αποκτήσετε ένα παιδί σκέφτεστε την υιοθεσία…Τα ερωτήματα όμως που σας βασανίζουν είναι πολλά…Πότε θα του πείτε την αλήθεια; Τι θα αλλάξει; Κι αν ζητήσει να βρει τους βιολογικούς του γονείς; Πώς αισθάνεται ένα υιοθετημένο παιδί; Η ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος και συγγραφέας αρκετών βιβλίων μεταξύ των οποίων τα "Οι γονείς κάνουν τη διαφορά", "Μεγαλώστε ευτυχισμένα παιδιά", "Οι γονείς χωρίζουν" και "Παιδιά στην εφηβεία, γονείς σε κρίση", κυρία Αλεξάνδρα Καππάτου συμβουλεύει.
Από νωρίς οι θετοί γονείς αντιμετωπίζουν το δίλημμα σχετικά με το αν θα πρέπει να αποκαλύψουν την αλήθεια στο θετό παιδί τους, με ποιον τρόπο και πότε. Πολλοί αμφιταλαντεύονται. Σκέφτονται με πόση χαρά απέκτησαν το παιδάκι τους και το ενέταξαν στην οικογένειά τους. Έχουν δημιουργήσει μια στενή σχέση μαζί του, έχουν ξεχάσει την υιοθεσία, αλλά αυτή έρχεται ξανά στην επιφάνεια. Aν ήταν εύκολο να εξασφαλιστεί η άγνοια του παιδιού στο θέμα αυτό, πολλοί θα επέλεγαν να μην το ενημερώσουν ποτέ.
Πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι είναι υποχρέωση των θετών γονιών να ενημερώσουν το παιδί τους για την ιστορία της γέννησής του, όσο δυσάρεστη κι αν είναι αυτή. Oι περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν ότι η αποκάλυψη αυτή είναι απαραίτητη για το καλό του παιδιού. Εξάλλου, το παιδί συχνά πληροφορείται την αλήθεια από άτομο του περιβάλλοντός του και μπορεί ανά πάσα στιγμή να διαπιστώσει με ένα απλό DNA τεστ ότι οι γονείς του του έλεγαν επί χρόνια ψέματα. Αυτό θα το πληγώσει ανεπανόρθωτα.
Η ενημέρωσή του είναι προτιμότερο να γίνεται σε μικρή ηλικία, με απλό και ήρεμο τρόπο, προσαρμοσμένο στην ωριμότητα του κάθε παιδιού και στις ψυχικές του ανάγκες. Eάν το παιδί μεγαλώνει γνωρίζοντας για την ιστορία της υιοθεσίας του, καθ’ όλη τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας, εξοικειώνεται ομαλά με το ζήτημα. Παράλληλα, τολμά σταδιακά να θέτει και άλλα ερωτήματα στους γονείς του. Aν οι θετοί γονείς απαντούν κάθε φορά, έχοντας ως οδηγό το βαθμό της περιέργειας αλλά και την ωριμότητά του, η συνειδητοποίηση της υιοθεσίας από το παιδί δε γίνεται τραυματικά. Το παιδί, κάνοντας διάφορες συζητήσεις με τους γονείς του, θα έχει τη δυνατότητα να ενσωματώνεται στην οικογένεια καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάπτυξης της προσωπικότητάς του. Η ιστορία της γέννησής του δεν του αποκαλύπτεται απότομα και κάτω από τραυματικές συνθήκες.
Aν το παιδί ενημερωθεί μετά τα 10 χρόνια του είναι πολύ πιθανό να αντιδράσει, καθώς βρίσκεται στο κατώφλι της εφηβείας, κατά τη διάρκεια της οποίας προσπαθεί να αποκτήσει την ατομικότητα και την προσωπική του ταυτότητα.
Ένα άλλο θέμα που φοβούνται οι γονείς είναι η στιγμή που το παιδί θα αναζητήσει τις ρίζες του, θέλοντας να μάθει ποιοι είναι οι βιολογικοί του γονείς, γιατί το άφησαν, με τι ασχολούνται, αν έχει άλλα αδέλφια…Tι θα του απαντήσουν; Συχνά και οι ίδιοι οι θετοί γονείς αγνοούν τις αιτίες που έχουν συντελέσει στον αποχωρισμό του παιδιού από τους γεννήτορές του και έχουν ελάχιστη πληροφόρηση γι’ αυτούς. Mερικά παιδιά υποφέρουν όταν δεν γνωρίζουν τις ρίζες τους.
Το κενό της άγνοιας προκαλεί σε αυτά μια επώδυνη περιέργεια και δίνεται έτσι αφορμή για την ενεργοποίηση του οικογενειακού μύθου.
Πώς αισθάνεται το υιοθετημένο παιδί
Έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση γιατί νιώθει ότι ήταν ανεπιθύμητο ή και αντιπαθές στη βιολογική του μητέρα-αυτός θεωρεί ότι ήταν ο λόγος που το απέρριψε και το εγκατέλειψε. Η αίσθηση της απόρριψης προκαλεί θλίψη και απώλεια. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη ηλικία που αυτά τα συναισθήματα έρχονται στην επιφάνεια, ωστόσο ένα είναι σίγουρο: αργά ή γρήγορα θα εμφανιστούν.
Έχει ερωτηματικά και ανασφάλεια. Το παιδί βασανίζεται από τη σκέψη ότι κάτι έχει γίνει με λανθασμένο τρόπο- δε μπορεί να είναι μακριά από τους βιολογικούς γονείς του, δεν είναι σωστό. Αυτό δεν έχει καμία σχέση με το πόση αγάπη και στήριξη έχει πάρει από τους θετούς γονείς.
Αισθάνεται ενοχή καθώς προβληματίζεται για τους βιολογικούς γονείς του γιατί πιστεύει ότι έτσι προδίδει τους θετούς, κάτι που δε θα ήθελε ποτέ να κάνει. Η ενοχή αποτρέπει το παιδί από το να θέσει ερωτήσεις στους θετούς γονείς του για το πώς ήρθε στη ζωή και για την ιστορία της γέννησής του.
Η εφηβεία περιλαμβάνει την αναζήτηση και δόμηση της προσωπικής ταυτότητας του εφήβου. Για το υιοθετημένο παιδί, όμως, αυτή η διαδικασία είναι ιδιαίτερα δύσκολη, αφού γνωρίζει ότι ποτέ δε συναντήθηκε με τους βιολογικούς γονείς του και δεν έχει ιδέα πώς είναι. Έχει μείνει μέσα του ένα τεράστιο κενό και βασανίζεται από ερωτήματα: "ποιος είμαι…πώς είναι αυτοί που με γέννησαν, τι να κάνουν τώρα, είναι ζωντανοί, έχω αδέρφια, είναι πλούσιοι, με σκέφτονται καθόλου;".
Το παιδί προβληματίζεται, διότι δε μπορεί να βρει στοιχεία για το ιατρικό ιστορικό της οικογένειας του.
Βιώνει φόβο για τις στενές σχέσεις, νιώθει ότι δεν έχει τον έλεγχο, αισθάνεται θυμό και δείχνει ανωριμότητα. Όλα αυτά προκαλούν προβλήματα στη συμπεριφορά του.
Οι θετοί γονείς καλό είναι να γνωρίζουν ότι…
Θα πρέπει να αποδεχτούν ότι το παιδί έχει δικαίωμα σταδιακά να ενημερώνεται για την υιοθεσία του και από νωρίς.
Δε χρειάζεται να ανησυχούν ότι, αν μάθει την αλήθεια, θα σταματήσει να τους αγαπά.
Στην πραγματικότητα, όταν το παιδί έχει μεγαλώσει και αγαπηθεί στους κόλπους ενός ενωμένου ζευγαριού και έχει πάρει απαντήσεις σε διάφορα ερωτήματα που θέτει, τότε η υιοθεσία μπορεί να του κινεί παροδικά την περιέργεια, αλλά αυτό δε θα αλλάξει το συναισθηματικό δεσμό που το ενώνει με τους θετούς γονείς του.
Όταν έχει ενημερωθεί από μικρό, η αλήθεια δεν ξεπετάγεται σαν μια μοναδική αποκάλυψη και δε δημιουργεί στο παιδί βαθύ τραύμα, όπως πιθανόν θα προκαλούσε η ξαφνική ενημέρωσή του κατά τη διάρκεια της εφηβείας.
Τα παιδιά, παρά τις τυχόν ερωτήσεις για τους βιολογικούς τους γονείς, σπάνια καταλήγουν σε ενεργητική αναζήτηση. Μόνο κατά τη διάρκεια της εφηβείας τα ίχνη του οικογενειακού μύθου μπορεί να επιμείνουν για την ανακάλυψη ενός γονιού εξιδανικευμένου και κοινωνικά δυνατού.
Η αλήθεια είναι ότι τα υιοθετημένα παιδιά, που ψάχνουν για τους βιολογικούς γονείς τους, δεν έχουν κανένα λόγο να μετατοπίσουν τα συναισθήματα τους από τη θετή οικογένεια. Μια βαθιά εσωτερική ανάγκη τους ωθεί να αναζητήσουν όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες για την προσωπική ιστορία τους.
Η ζωή μιας οικογένειας βασίζεται στην αλήθεια, τον ανοιχτό διάλογο και την αμοιβαία εμπιστοσύνη.
Μερικές φορές πρέπει, αν κρίνεται σκόπιμο, να λαμβάνουν βοήθεια από κάποιον ειδικό.