Πολύ συχνά οι γονείς διερωτώνται αν το φαινομενικά αθώο παιχνίδι του γιου τους με την κούκλα της αδερφής του κρύβει κάτι που ενδεχομένως υποδηλώνει ομοφυλοφιλική τάση...
Τα παιδιά αρχίζουν να νιώθουν τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα μεταξύ 9 και 12 ετών. Ωστόσο, από την προσχολική κιόλας ηλικία, αρχίζουν να δείχνουν περιέργεια για το σώμα τους, για τις διαφορές των δύο φύλων, κάνοντας ακόμα και τα πρώτα προ-ερωτικά πειράματα, προσποιούμενα ότι φιλιούνται "όπως οι μεγάλοι". Σύμφωνα με την καθηγήτρια ψυχολογίας του Πανεπιστημίου της Ατλάντα, Erika Pluhar, πρόκειται για απολύτως φυσιολογική συμπεριφορά. Φθάνοντας στην ηλικία των 9 ετών, και σε συνδυασμό με μια σειρά ψυχολογικών, περιβαλλοντικών και βιολογικών παραγόντων, αρχίζουν να πειραματίζονται πιο συστηματικά με τη σεξουαλικότητά τους, υπό ετεροφυλοφιλικό ή ομοφυλοφιλικό πρίσμα.
Από αυτήν την ηλικία και μετά είναι δυνατόν οι γονείς να εξάγουν συμπεράσματα για τις μελλοντικές σεξουαλικές προτιμήσεις του παιδιού τους, παρατηρώντας συγκεκριμένες συμπεριφορές όπως:
- Προτίμηση στο ροζ χρώμα και στο θηλυπρεπές ντύσιμο (στα αγόρια).
- Θεατρικό παιχνίδι κατά το οποίο το παιδί προσποιείται συχνά ότι ανήκει στο αντίθετο φύλο.
- Προτίμηση για παιχνίδι με παιδιά του αντίθετου φύλου.
- Τάση για κλασικά παιχνίδια που αρέσουν στο αντίθετο φύλο (π.χ. κορίτσι που προτιμά να παίζει πόλεμο ή πάλη, αντί με κούκλες).
- Επιλογές που παραπέμπουν στο αντίθετο φύλο (π.χ. αγόρι που ασχολείται με τα μανό της μητέρας του).
Μπορεί κανείς με βεβαιότητα να προβλέψει ότι ένα παιδί με τέτοιου είδους συνήθειες θα έχει ομοφυλοφιλική σεξουαλική συμπεριφορά μεγαλώνοντας; Σύμφωνα με το Michael Bailey, καθηγητή ψυχολογίας στο Northwestern University, ενδεχομένως ναι. Αν τα ανωτέρω λαμβάνουν χώρα συστηματικά, σχεδόν καθημερινά, με επίμονο και, σε ορισμένες περιπτώσεις, παθιασμένο τρόπο, τότε είναι πολύ πιθανόν το παιδί να είναι ομοφυλόφιλο (εάν πρόκειται για αγόρι οι πιθανότητες αυξάνουν), δίχως αυτό να αποκλείει την πιθανότητα ενός περιστασιακού φαινομένου, που οφείλεται σε άλλους παράγοντες (π.χ. μορφή αντίδρασης ή προσπάθεια έλκυσης προσοχής).
Σε κάθε περίπτωση, η ομοφυλοφιλία είναι ένα ζήτημα με μεγάλη σημασία που απασχολεί πολλούς γονείς. Έρευνα που διεξήγαγε το περιοδικό Pediatrics, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ομοφυλόφιλοι που προέρχονται από ένα συντηρητικό οικογενειακό περιβάλλον, κάθετα αντίθετο και αρνητικά προσκείμενο απέναντι στην ομοφυλοφιλία, έχουν έξι φορές περισσότερες πιθανότητες να υποφέρουν από βαριά κατάθλιψη και έως πέντε φορές περισσότερες να κάνουν χρήση ναρκωτικών.
Αυτό που πρέπει να κατανοήσουν οι γονείς, ανεξάρτητα από τις απόψεις τους σχετικά με το θέμα, είναι ότι η ευτυχία του παιδιού τους δεν προσδιορίζεται από τις σεξουαλικές του επιλογές. Τα παιδιά νιώθουν ασφάλεια, αυτοπεποίθηση και ευτυχία όταν αντιλαμβάνονται ότι τα αγαπούν για αυτό που είναι, όταν βιώνουν την άνευ όρων αποδοχή και εκτίμηση των γονέων τους, όταν ξέρουν ότι οι γονείς θα σεβαστούν την ελευθερία των επιλογών τους. Ο Bailey τονίζει ότι δεν υπάρχει επιστημονική τεκμηρίωση που να αποδεικνύει ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός είναι αναστρέψιμος. Ζητά από τους γονείς να καταλάβουν ότι δε μπορούν να "μεταπείσουν" το ομοφυλόφιλο παιδί τους. Αυτό που με βεβαιότητα μπορούν να κάνουν είναι να το οδηγήσουν στη δυστυχία, γυρνώντας του την πλάτη ή να συμβάλλουν στην ευτυχία του, αποδεχόμενοι την επιλογή του, ασχέτως αν συμφωνούν ή όχι.