Σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης ποιος από τους δύο συζύγους δικαιούται να μείνει στην οικογενειακή στέγη; Ποια διαδικασία πρέπει να ακολουθηθεί; Ο δικηγόρος Βαγγέλης Κραμβουσάνος από το δικηγορικό γραφείο KT LEGAL εξηγεί.
Σύμφωνα με το άρθρο 1393 εδ. α ΑΚ, σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης, το δικαστήριο (ακόμα και προσωρινά, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 735 ΚΠολΔ) μπορεί, εφόσον το επιβάλλουν λόγοι επιείκειας, ενόψει των ειδικών συνθηκών του καθενός από τους συζύγους και του συμφέροντος των τέκνων, να παραχωρήσει στον ένα σύζυγο την αποκλειστική χρήση ολοκλήρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει για την κύρια διαμονή των ιδίων (οικογενειακή στέγη), ανεξάρτητα από το ποιος από αυτούς είναι κύριος του ακινήτου ή έχει απέναντι στον κύριο το δικαίωμα της χρήσης του. Αυτό σημαίνει ότι το δικαστήριο στο πλαίσιο της εξουσίας του για την προστασία της οικογένειας σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, προβαίνει σε αυτή την παραχώρηση λαμβάνοντας υπ' όψιν του τις ειδικές συνθήκες του καθενός συζύγου χωριστά, το συμφέρον των τέκνων και τις αρχές της επιείκειας, οι οποίες είναι δυνατόν να επιβάλλουν, κατά περίπτωση, η παραχώρηση αυτή να γίνεται και προς εκείνον το σύζυγο που δεν έχει εμπράγματο ή ενοχικό δικαίωμα στο ακίνητο. Στην τελευταία δε αυτή περίπτωση η νομολογία δέχεται, ότι μπορεί να ορισθεί από το δικαστήριο αντάλλαγμα από τον χρήστη σύζυγο προς τον μη χρήστη, αλλά κύριο ή μισθωτή του ακινήτου σύζυγο, που είναι δυνατόν να συνυπολογισθεί κατά τον καθορισμό της οφειλόμενης μεταξύ των συζύγων διατροφής.
Για την παραχώρηση της χρήσης της οικογενειακής στέγης, στη σχετική αγωγή ή αίτηση ασφαλιστικών μέτρων πρέπει να αναφέρονται τα εξής: α) η σύναψη γάμου μεταξύ των διάδικων-συζύγων β) η διακοπή της έγγαμης συμβίωσης τους γ) τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν τις ειδικές συνθήκες καθενός από τους διαδίκους-συζύγους κατά το άρθρο 1393 ΑΚ και στηρίζουν τους λόγους επιείκειας για αποκλειστική χρήση ολοκλήρου ή τμήματος της -μέχρι τότε- οικογενειακής στέγης και δ) αν υπάρχουν ανήλικα τέκνα, τα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το συμφέρον των τέκνων αυτών (π.χ. αλλαγή σχολείου, και γενικότερα περιβάλλοντος που θα μπορούσε να έχει δυσμενή επίδραση στην ψυχική τους υγεία).
Ο νόμος δεν ορίζει ποιες είναι οι ειδικές συνθήκες που αν υπάρχουν συντρέχει η επιείκεια ώστε να επιβληθεί η παραχώρηση της χρήσης της οικογενειακής στέγης. Οι ειδικές συνθήκες αυτές, που θα κριθούν από το δικαστήριο, προσδιορίζονται από τους όρους ζωής των διαδίκων-συζύγων μέχρι τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης. Π.χ. ως ειδικές συνθήκες θεωρούνται η σωματική και η ψυχική υγεία τους, οι γενικότερες συνθήκες εργασίας του ενός και του άλλου συζύγου, καθώς και η οικονομική κατάσταση κυρίως του γονέα που έχει τη γονική μέριμνα των τέκνων. Το εύλογο ή μη της διακοπής της έγγαμης συμβίωσης από τον ενάγοντα-αιτούντα τη μετοίκηση σύζυγο και η τυχόν υπαιτιότητά του δεν αποτελούν κριτήρια από το νόμο για την παραχώρηση της χρήσης της οικογενειακής στέγης, συνεκτιμώνται ωστόσο έμμεσα μαζί με τα άλλα στοιχεία από το δικαστήριο.
Η παραπάνω ρύθμιση της χρήσης της συζυγικής στέγης δεν έχει μονιμότητα, αλλά είναι από τη φύση της προσωρινή μέχρι την έκδοση του διαζυγίου, γιατί συνδέεται με την ύπαρξη γάμου και την υποχρέωση των συζύγων σε παροχή χρήσης οικογενειακής στέγης υπό την έννοια της στέγασης, κατά τη διάρκεια του γάμου, ακόμα, δηλαδή, και όταν οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση.
Επίσης, η σχετική απόφαση που διέταξε τη μετοίκηση μπορεί να μεταρρυθμιστεί σε περίπτωση μεταβολής των περιστάσεων που επέβαλλαν την παραχώρηση της χρήσης της συζυγικής στέγης στον ένα σύζυγο.