Δεν είναι ούτε φοίνικας, ούτε μήλο. Δεν κατάγεται καν από τη Χαβάη.
Από την πρώτη φορά όμως που μπήκε κομμένος σε κονσέρβες και άρχισε μεγάλη καλλιέργειά του εκεί, ο ανανάς σχετίστηκε άρρηκτα με τη Χαβάη.
Για την ακρίβεια, στο μυαλό μας, όταν τον μυρίζουμε κι όταν τον τρώμε, έρχονται, θέλοντας και μη, εικόνες εξωτικών νησιών.
Όσο κι αν δε γίνεται πιστευτό με την πρώτη, όσο κι εμείς στην Ελλάδα δεν το εξασκούμε, ο ανανάς πάει με όλα. Πρόκειται για φρούτα με... χαρίσματα. Το καταλαβαίνουμε με την απόλαυση της κατάποσής του, όταν η γλυκόξινη γεύση του μας γαργαλά τον ουρανίσκο. Έχει ιδιότητες βοτάνου και αντιοξειδωτικές, ενώ περιέχει ένζυμα και αμινοξέα, που τον κάνουν ιδιαίτερα θρεπτικό.
Όλοι γνωρίζουμε φρουτώδεις και εξωτικές, τουλάχιστον γλυκές και δροσιστικές συνταγές που περιέχουν ανανά και είναι νοστιμότατες! Γνωρίζατε όμως εσείς ότι ο ανανάς ταιριάζει ως γεύση εξίσου με με το χοιρινό, με πουλερικά και με θαλασσινά;
Ο Ananas comosus ήταν η πρώτη ποικιλία του γνωστού -πια- φρούτου που γνώρισε ο άνθρωπος. Ο όρος pineapple, στα αγγλικά, είναι επηρεασμένος από την ομοιότητά του με τα φοινικόδεντρα (pinetrees) στην όψη και με το μήλο (apple) στην υφή. Στα ελληνικά, τον αποκαλούμε χρησιμοποιώντας το λατινικό ananas.
Ο Κριστόφορος Κολόμβος πιστώνεται την ανακάλυψή του στη Γουαδελούπη το 1493, αν και το φρούτο φύτρωνε και αναπτυσσόταν για πολλά χρόνια στη Λατινική Αμερική. Ο όρος ανανάς εισήχθη το 1664 στην παλαιά Αγγλική διάλεκτο. Ο Κολόμβος, πάντως, ήταν ο πρώτος που τον είχε παρομοιάσει με φοίνικα και μάλιστα τον χαρακτήρισε ως τον "φοίνικα των Ινδιάνων", μη γνωρίζοντας ότι προερχόταν από κατά πολύ νοτιότερα.
Οι Λατίνοι, με τη σειρά τους, τον ονόμαζαν "νανά", που σημαίνει "εξαιρετικό φρούτο". Ο Μαγγελάνος βρήκε το 1519 φυτείες ανανά στη Βραζιλία και το 1555 εξήγαγε το φρούτο με τον εξωτικό χαρακτήρα στην Αγγλία. Κάπως έτσι άρχισαν να μπαίνουν ένα-ένα στη θέση τους τα κομμάτια του παζλ.
Όταν ο Τζορτζ Ουάσινγκτον πρωτοδοκίμασε ανανά στα νησιά Μπαρμπέιντος, δήλωσε με χαρά ότι πρόκειται για το αγαπημένο του τροπικό φρούτο. Η καλλιέργειά του άνθησε στη Φλόριντα, ωστόσο, μέχρι τον 19ο αιώνα θεωρούνταν τροφή πολυτελείας για το μέσο Αμερικανό.
Οι εντατικές καλλιέργειές του στη Χαβάη ξεκίνησαν το 1770 και η εμπορική του καλλιέργεια άργησε ακόμη περισσότερο, εκκινώντας το 1880.
Το 1903 ο Τζέιμς Ντράμοντ Ντόουλ (Dole), της γνωστής φίρμας με τις μπανάνες, άρχισε να συσκευάζει ανανά σε κονσέρβες, με αυτόματη αποφλοίωση και κόψιμο σε ροδέλες, στοιχεία που τώρα για μας μοιάζουν δεδομένα, όμως τότε αποτελούσαν καινοτομία. Μέχρι το 1921, η επιχείρηση του Dole είχε πάρει γιγαντιαίες διαστάσεις.
Η Χαβάη παράγει μόνο το 10% της συνολικής παγκόσμιας παραγωγής στην εποχή μας. Οι υπόλοιπες χώρες που συνεισφέρουν στην καλλιέργεια και παραγωγή του αγαπημένου μας φρούτου είναι το Μεξικό, οι Ονδούρες, η Δομινικανή Δημοκρατία, οι Φιλιππίνες, η Ταϊλάνδη, η Κόστα Ρίκα και η Κίνα.
Οι κονσέρβες ανανά είναι τρίτες σε προτίμηση στον πλανήτη μετά τις κομπόστες ροδάκινου και τον πολτό μήλου.