Το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου έχει πλέον δημοσιευτεί στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, όπως κάθε νέα νομική πράξη (νόμος, ΠΝΠ κλπ). Μπορεί όμως να ακυρωθεί;
Καταρχήν πώς προκηρύχθηκε το δημοψήφισμα;
Ο πρωθυπουργός εισηγείται την διεξαγωγή δημοψηφίσματος στο υπουργικό συμβούλιο. Το υπουργικό εγκρίνει την εισήγηση του πρωθυπουργού και στη συνέχεια συντάσσεται η σχετική Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου. Η ΠΝΠ παραδίδεται στον πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος υπέγραψε την Πράξη για την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος. Καταρχήν στη διαδικασία αυτή δεν εμπλέκεται η Βουλή. Δηλαδή η ΠΝΠ δεν έχει την έγκριση της Βουλής.
Για λόγους δημοκρατικής νομιμότητας, μέσα σε 40 μέρες από την έκδοση της ΠΝΠ, πρέπει να περάσει από τη Βουλή προς έγκριση.
Όμως, ό,τι πρόλαβε να παράξει ως νομικές συνέπειες μια ΠΝΠ ισχύουν κανονικά. Δηλαδή στην περίπτωση του δημοψηφίσματος, που διεξάγεται με βάση ΠΝΠ, τα αποτελέσματα του ισχύουν ακόμη και αν στη συνέχεια προσβάλλει τη σχετική ΠΝΠ η Βουλή.
Μπορεί να ακυρωθεί το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου;
Όπως ορίζει το άρθρο 34 παράγραφος 1 του Συντάγματος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να ακυρώσει τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος. Εάν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παραιτηθεί, ο αναπληρωτής του δεν μπορεί να προκηρύξει δημοψήφισμα καθώς δεν περιλαμβάνεται στις αρμοδιότητες του.
Με την ίδια διαδικασία που ακολουθήθηκε για την έκδοση της ΠΝΠ, δηλαδή με μια νεότερη ΠΝΠ, η κυβέρνηση μπορεί να ακυρώσει τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος.
Ελλείψει χρόνου στην παρούσα φάση η Βουλή δεν μπορεί να το κάνει.
Υπάρχει όμως και ακόμη ένας τρόπος ακύρωσης της διεξαγωγής: εάν ένας πολίτης προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο, εν προκειμένω στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣΤΕ), μπορεί να ακυρώσει μια ΠΝΠ.